Ο μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης φροντίζει να διατηρήσει ζωντανή την

«κληρονομιά» που του εμπιστεύτηκε στις αρχές του ’60 η γνωστή μουσικολόγος

Μέλπω Μερλιέ, στο πρώτο επιστημονικό κέντρο συλλογής και μελέτης παραδοσιακής

μουσικής (εδώ, μαζί με το δεξί του χέρι, τον μουσικό Θανάση Μωραΐτη – δεξιά)

Τον συναντήσαμε, πρωί, πίσω από το γραφείο του στο αναπαλαιωμένο νεοκλασικό

κτίριο που στεγάζει το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο στο κέντρο της Πλάκας. Εδώ

και 40 χρόνια ο μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης κάνει καθημερινά την ίδια

διαδρομή. Και έχει τον ίδιο στόχο: Δουλεύοντας αθόρυβα διατηρεί ζωντανή την

«κληρονομιά» που του εμπιστεύτηκε στις αρχές του ’60 η γνωστή μουσικολόγος

Μέλπω Μερλιέ, η οποία το 1930 ίδρυσε το πρώτο επιστημονικό κέντρο συλλογής και

μελέτης παραδοσιακής μουσικής.

Από τότε έως σήμερα, χάρη στην έρευνα της ίδιας αλλά και των επιφανών μουσικών

και μουσικολόγων που ακολούθησαν την προσπάθειά της (Νίκος Σκαλκώτας, Πέτρος

Πετρίδης, Αγλαΐα Αγιουτάντη, Samuel Baud Bovy κ.ά) το αρχείο συγκέντρωσε υλικό

ανεκτίμητης αξίας, αδημοσίευτα χειρόγραφα, όργανα, βιβλία και φυσικά μουσική.

Ως προς αυτή την τελευταία δε, είναι το μοναδικό ντοκουμέντο για την έκφραση

και την εξέλιξη του παραδοσιακού τραγουδιού σε εποχές που η δισκογραφία δεν

ενδιαφερόταν καθόλου. Τραγούδια καταγραμμένα αυθόρμητα, με την ερασιτεχνική

«ζεστασιά» των ανθρώπων του χωριού που δεν ενδιαφέρονται να βγουν στην πίστα ή

να δουν το όνομά τους γραμμένο με μεγάλα γράμματα.

Η καταγραφή αυτή συνεχίζεται και στις μέρες μας. «Είναι απίστευτος ο πλούτος

που υπάρχει», λέει ο Μάρκος Δραγούμης, ενώ ο υπεύθυνος για τις Εκδόσεις του

Αρχείου (και δεξί χέρι εδώ και μια δεκαετία του Μάρκου Δραγούμη), ο μουσικός

Θανάσης Μωραΐτης, συμπληρώνει ότι τα πράγματα πλέον είναι πολύ αισιόδοξα

«γιατί και η Ε.Ε. ενδιαφέρεται και δίνει χρήματα για τέτοιες δραστηριότητες

και η Πολιτεία έδειξε ενδιαφέρον και μας βοηθάει, αλλά το πιο σημαντικό είναι

ότι μας προσεγγίζουν πολλοί νέοι μουσικοί κι αυτό μας δίνει φτερά για το

μέλλον.

Με καταγωγή από οικογένεια που αγαπούσε την παράδοση και δη τη μουσική,

ο νεαρός κολεγιόπαις Μάρκος Δραγούμης βρέθηκε ένα απόγευμα στο σπίτι των

Μερλιέ – «ήταν γνωστοί των γονιών μου» – να επιδεικνύει ζωντανά τις

πιανιστικές του ικανότητες σε ένα «μπουγκι γούγκι» – «μου άρεσαν πάντα οι

εξωτικές μουσικές» – που είχε μάθει μόνος του, στα διαλείμματα της κλασικών

(μουσικών του) σπουδών. Μου λέει τότε η Μέλπω Μερλιέ, γιατί δεν έρχεσαι να

εργαστείς μαζί μας, να καταγράψεις ποντιακά τραγούδια; Ενθουσιάστηκα και

δέχθηκα αμέσως. Θα πας πρώτα να μάθεις ελληνική και βυζαντινή μουσική δίπλα

στον Σίμωνα Καρά κι όταν είσαι έτοιμος θα έρθεις».

Όταν ακούς τον Μάρκο Δραγούμη να μιλάει για εκείνη την εποχή έχεις την αίσθηση

ότι παρελαύνουν από μπροστά σου όλα τα εμβληματικά πρόσωπα που έθεσαν τις

βάσεις της νεώτερης πολιτιστικής μας ιστορίας. Μέλπω Μερλιέ, Σίμων Καράς,

Γιάννης Τσαρούχης (ήταν δάσκαλος και φίλος του), Μάνος Χατζιδάκις, αλλά και

διανοούμενοι μελετητές όπως ο Έγκον Βέλες, συνθέτης και μουσικολόγος, δίπλα

στον οποίο μαθήτευσε ο Μάρκος Δραγούμης ως μεταπτυχιακός φοιτητής, πριν

επιστρέψει και πάλι στη βάση του, στην Ελλάδα, και αναλάβει εκ νέου τη θέση

του στο Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο Μέλπως Μερλιέ.

«Βέβαια στα 17 μου ούτε να ακούσω για δημοτική μουσική. Αυτά που μου

άρεσαν και μάζευα μανιωδώς ήταν οι αμανέδες. Πού με έχανες, πού με έβρισκες

ήμουν στο Μοναστηράκι και μάζευα δίσκους 78 στροφών. Αυτή μου η αγάπη με

συνέδεσε και με τον Γιάννη Τσαρούχη. Κάποια στιγμή βέβαια αργότερα, έγινε το κλικ.

«Δεν θέλουν να παραδώσουν τη σφραγίδα τους»

Μέσα στα δεκάδες ταξίδια του ανά την Ελλάδα και τα χρόνια ενασχόλησης με

την παράδοση, ποια είναι η άποψή του για τη σημερινή κατάσταση στην επαρχία;

Υπάρχει άφθονο υλικό που να ενδιαφέρει έναν μελετητή;

«Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε ένα περίεργο φαινόμενο, έναν ορυμαγδό από

νέες εκδόσεις, τοπικών συλλόγων, δήμων κ.λπ., ενδιαφέρον δηλαδή απίστευτο. Και

πολλές απ’ αυτές τις δουλειές είναι εξαιρετικές, με σπάνιες εκτελέσεις ή ακόμα

και άγνωστα τραγούδια».

Παρεμβαίνει ο Θανάσης Μωραΐτης: «Εγώ πάντα διαφωνούσα με όλα αυτά τα βιβλία

που ξεκινούν με το “δυστυχώς οι γέροντες πεθαίνουν και παίρνουν μαζί τους τα

τραγούδια”. Τελικά, τίποτα δεν χάνεται. Όλα είναι εδώ. Παρατηρώ δε, ότι όλο

και περισσότερα νέα παιδιά ασχολούνται με την παραδοσιακή μουσική. Και αυτά τα

παιδιά έχουν γνώσεις και άποψη, είναι δηλαδή και θεωρητικά καταρτισμένα γι’

αυτό ό,τι κάνουν έχει ποιότητα».

Πώς το εξηγείτε αυτό το ενδιαφέρον;

«Είναι σαν να μη θέλουν να παραδώσουν τη σφραγίδα τους. Όχι ότι δεν υπάρχουν

και οι άθλιες πλευρές. Λόγου χάριν τα πανηγύρια, με τα συνθεσάιζερ…»

«Οι ίδιοι άνθρωποι όμως, αυτοί που γλεντούν στο πανηγύρι, στις ιδιωτικές τους

στιγμές λειτουργούν διαφορετικά. Τους ακούς και εκφράζονται μοναδικά»,

προσθέτει ο Θάνάσης Μωραΐτης.

Υπάρχει ζήτηση για τις εκδόσεις σας, εννοώ από απλούς ανθρώπους, όχι από

μελετητές.

(Γέλια). «Το Music Corner μάς είπε ότι πουλάμε πιο πολύ και από τον Νταλάρα,

γιατί εμάς δεν μας πειρατεύουν. Σοβαρά τώρα, το ενδιαφέρον είναι αυξανόμενο».

Ένα «σύγχρονο παραμύθι»

«Ανάμεσα στις φουρτούνες που έχει φέρει η Ε.Ε. έχει κάνει κι ένα καλό στην

παραδοσιακή μουσική», λέει ο Θανάσης Μωραΐτης. «Επειδή ξέρει ότι σε 50 χρόνια

θα έχει αλλάξει εντελώς το τοπίο και θα έχουν χαθεί πολλές παραδόσεις, γι’

αυτό δίνουν χρήματα για συνέδρια, εκδόσεις, γενικά δραστηριότητες που έχουν ως

επίκεντρο την παράδοση. Γι’ αυτό νομίζω ότι σε 10 χρόνια θα είναι πολύ

καλύτερα τα πράγματα από σήμερα. Τώρα έχουμε σχέδια για το μέλλον. Πρώτον,

εκτός από την αξιοποίηση των παλιών ηχογραφήσεων, μέλημά μας είναι να

πλησιάσουμε και νέους μουσικούς, να ακούσουμε και το δικό τους “σύγχρονο

παραμύθι”, εκτελέσεις που δεν θα αγνοούν τα σημερινά εκφραστικά μέσα. Σύντομα

θα έχουμε τέτοια CD, αλλά και μια σειρά βιβλίων (Σκαλκώτα, Πετρίδη, Baud Bovy

κ.ά.) έτσι ώστε μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο

Μέλπως Μερλιέ να αποτελεί κέντρο αναφοράς για οτιδήποτε έχει σχέση με την

παραδοσιακή μουσική».

INFO

Εκδόσεις

Οι τελευταίες εκδόσεις του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου είναι: «Τραγούδια της

Καππαδοκίας», 15 ηχογραφήσεις του 1930 με αυθεντικούς Καππαδόκες τραγουδιστές

και 12 σύγχρονες ηχογραφήσεις, οι εκτελέσεις των οποίων βασίστηκαν στις

εκτελέσεις του ’30 (τραγουδούν: Δόμνα Σαμίου, Λυδία Κονιόρδου, Κατερίνα

Παπαδοπούλου κ.ά.). «Τραγούδια της Σίφνου»: περιλαμβάνει ηχογραφήσεις του

1930, του 1961, του 1971 και του 1998. Τιμή 18 ευρώ.