Από εγκαταλελειμμένη αποθήκη στην καρδιά του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας, του Πειραιά, το Σιλό μετατρέπεται σε ένα μουσείο-καράβι έτοιμο να επιβιβάσει στο κατάστρωμά του περισσότερες από 2.000 αρχαιότητες που για αιώνες έμεναν ξεχασμένες πρώτα στον βυθό των ελληνικών θαλασσών και εν συνεχεία στις αρχαιολογικές αποθήκες.

Και είναι εκείνο που κάνει το πρώτο βήμα ώστε να αρχίσει μια από τις μεγαλύτερες και πιο φιλόδοξες παρεμβάσεις στον Πειραιά: η δημιουργία της Πολιτιστικής Ακτής σε μια έκταση 180 στρεμμάτων, εκεί όπου βρίσκονταν έως τώρα τα εγκαταλελειμμένα κτίρια του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς. Στόχος της παρέμβασης είναι –σύμφωνα με τον εμπνευστή της, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο του ΟΛΠ Γιώργο Ανωμερίτη –να δώσει στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας τη βιτρίνα που τόσο έχει ανάγκη με τη δημιουργία ενός από τα μεγαλύτερα πάρκα της Αττικής.
Πώς λοιπόν το Σιλό με το χαρακτηριστικό του ρολόι θα μετατραπεί σε μουσείο εναλίων αρχαιοτήτων; Ενα τμήμα του –το παράρτημα των γραφείων που δημιουργεί ένα φράγμα στο άνοιγμα του κτιρίου προς τη θάλασσα –θα γκρεμιστεί και από μέσα του θα αναδυθεί ένα μεταλλικό καράβι-κήτος.
«Πρόκειται για ένα κτίριο χαρακτηριστικό της περιοχής και για τον λόγο αυτό δεν μπορούσαμε να μη διατηρήσουμε την εξωτερική του μορφή» εξηγεί στα «ΝΕΑ» η αρχιτέκτων Μαρία Πυλαρινού, εκ μέρους της νικήτριας ομάδας –αποτελείται από τους Ευάγγελο Αντωνόπουλο, Θάλεια Βέττα, Γιώργο Γαβαλά, Μαρία-Κυριακή Ρήγα και Αναστασία Σταμούλη –που κατάφερε να κερδίσει το πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό του ΟΛΠ και να επικρατήσει 89 υποψηφιοτήτων.

«Χρησιμοποιούμε το υπάρχον κτίριο για όλες τις υποστηρικτικές λειτουργίες –γραφεία, εργαστήρια, χώροι σεμιναρίων, αμφιθέατρο, αίθουσες περιοδικών εκθέσεων –και το συνδυάζουμε με μια μεταλλική κατασκευή που θα μοιάζει σαν να ξεχύνεται προς τα έξω, σαν να ρέει προς την πλευρά της θάλασσας» συνεχίζει η κ. Πυλαρινού και επισημαίνει πως μέταλλο, γυαλί και τσιμέντο είναι τα τρία βασικά υλικά που χρησιμοποιούνται για το νέο μουσείο.

Τι θα βλέπουμε όμως στα 13.100 τ.μ. που θα καλύπτει το νέο μουσείο, εκ των οποίων τα 6.500 τ.μ. θα λειτουργήσουν ως εκθεσιακοί χώροι; Το Σιλό δεν θα έχει πλέον ενοίκους σιτηρά αλλά τον Ιάσονα και τους Αργοναύτες του, μαζί με τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του, να υποδέχονται τους επισκέπτες. Η προσαραγμένη σε έναν αμμόλοφο “Αργώ” θα βρίσκεται δίπλα σε διαδραστικές οθόνες που θα μας ταξιδεύουν σε δώδεκα ναυάγια και στον πλούτο που κουβαλούσαν, ενώ η οροφή-“ενυδρείο” κρύβει από αμφορείς έως δομικά υλικά στην κατάσταση που εντοπίστηκαν.
Ενα ναυάγιο θα πρωταγωνιστεί στο επόμενο επίπεδο, όπου οι επισκέπτες θα μπορούν να εξερευνήσουν τα μυστικά του: μέσα σε προθήκες με ειδικές συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας θα παρουσιάζονται υλικά σε διάβρωση, ανάλογα με τις συνθήκες στις οποίες έχουν αυτά παραμείνει για χιλιάδες χρόνια, ενώ μια κινούμενη οθόνη προβολής στην οροφή θα τους επιτρέπει να βλέπουν ένα σκαρί και θα τους δημιουργείται η αίσθηση ότι είναι οι ίδιοι δύτες και λίγο πιο ‘κεί θα ακούνε αληθινές ιστορίες ανθρώπων που ανακάλυψαν σπουδαία ναυάγια.
Σκαριά σε φυσικό μέγεθος –με κορυφαίο το γιγαντιαίων διαστάσεων τρικάταρτο βυζαντινό πλοίο –αλλά και δεκάδες προπλάσματα βυθισμένων ιστοριών στη συνέχεια παίρνουν τη σκυτάλη για να παρουσιάσουν ανάγλυφα την εξέλιξη των σκαφών σε βάθος 18.000 χρόνων. Την παράσταση ωστόσο αναμένεται να κλέψει το τμήμα της τριήρους με τα δώδεκα κουπιά που θα περιμένει τους επισκέπτες να καθήσουν στον πάγκο της και να κωπηλατήσουν σε μια δεξαμενή νερού ενώ μια βιντεοπροβολή θα τους ταξιδεύει σε διαφορετικά λιμάνια.

Η επόμενη στάση θα μας βάζει στη θέση εντός συντηρητή που φροντίζει έφυδρο ξύλο στην προσομοίωση ενός εργαστηρίου συντήρησης, ενώ πριν αποχαιρετήσουμε τον αμιγώς εκθεσιακό χώρο θα έχουμε δει από καθημερινής χρήσης αγγεία έως γλυπτά και από εργαλεία ώς είδη ρουχισμού, και ξηρούς καρπούς. Επίσης, αρχειακό υλικό όπως πρωτότυπα ημερολόγια από τις έρευνες του Ζακ Ιβ Κουστό στην Ελλάδα.