Στις 20.000 υπολογίζονται οι κενές θέσεις των εκπαιδευτικών στα σχολεία, σύμφωνα με τον υπουργό Παιδείας Αριστείδη Μπαλτά, ο οποίος δήλωσε ότι θα γίνει το παν «για να αντιμετωπιστεί μια δύσκολη κατάσταση». Σημείωσε ότι η σχολική χρονιά θα ξεκινήσει με αναπληρωτές καθηγητές και πρόσθεσε ότι υπάρχουν ήδη κονδύλια από το ΕΣΠΑ για την πρόσληψη 10.000 εκπαιδευτικών.
Μάλιστα, την Τρίτη θα πραγματοποιηθεί συνάντηση με τον υπουργό Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού Γιώργο Σταθάκη, ώστε να συζητηθεί τρόπος με τον οποίο θα μπορέσουν να βρεθούν πιστώσεις για επιπλέον 5.000-6.000 θέσεις.
Επιπλέον, ο υπουργός, μιλώντας στην ΕΡΤ ανέφερε ότι οι δυκολίες είναι μεγάλες γιατί «τα λεφτά λείπουν» και έχει αναβληθεί η διαδικασία πρόσληψης μόνιμων εκπαιδευτικών (της τάξεως των 2.500-3.000 θέσεων). Και αυτό, διότι για να γίνουν οι προσλήψεις πρέπει να ψηφιστεί το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας και να δημοσιευθεί προκήρυξη, με αποτέλεσμα, οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί να μην προλάβουν να είναι τον Σεπτέμβριο στα σχολεία. Ωστόσο, όπως είπε, ο στόχος του υπουργείου είναι «να μπει το παιδί την πρώτη μέρα του σχολείου και να έχει καθηγητή και να κάνει το μάθημά του κανονικά».
Στην ερώτηση εάν εξετάζεται από το υπουργείο το ενδεχόμενο αύξησης του ωραρίου των εκπαιδευτικών, ο κ. Μπαλτάς απάντησε ότι δεν θέλει να δεσμευθεί με ένα ναι ή όχι. «Η χώρα βρίσκεται σε κρίση όλοι πρέπει να βάλουμε τον όβολο μας για να ξεπεραστεί η κρίση. Αν χρειαστεί ένας δάσκαλος να κάνει μια ή δυο ώρες παραπάνω ως συμβολή στο ξεπέρασμα της κρίσης νομίζω ότι θα το δεχθεί. Ο καθένας οφείλει να συμβάλει με τον τρόπο του για να ξεπεραστεί η κρίση» είπε ο υπουργός χαρακτηριστικά.
Ειδικότερα, σε σχέση με το πολυνομοσχέδιο, ανέφερε ότι έχει περάσει από τηννομοπαρασκευαστική επιτροπή και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, το οποίο θα εκδώσει τη σχετική του έκθεση, ώστε το πολυνομοσχέδιο να πάει στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων και να ακολουθήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία για την ψήφισή του από τη Βουλή.Τέλος, ο υπουργός Παιδείας, σημείωσε ότι δεν καταλαβαίνει τον λόγο για τον οποίο το νομοσχέδιο αποτελεί casus belli και υποστήριξε ότι ο τόσος θόρυβος οφείλεται είτε σε παρανόηση, είτε σε διαστρέβλωση.