«Δώστε μου το μικρόφωνο. Αυτή τη στιγμή με σπρώχνουν. Μια ολόκληρη διμοιρία αστυνομικών. Μια βουλευτή του ελληνικού Κοινοβουλίου. Βοήθεια. Βοήθειααα». Τα ντεσιμπέλ της είναι υψηλά, ως συνήθως. Ο τόνος της φωνής της όμως δεν έχει καμία διακύμανση. Το ερασιτεχνικό πλάνο είναι κουνημένο, η φιγούρα της ωστόσο παραμένει σταθερή. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου βρίσκεται στην πύλη του Ραδιομεγάρου της ΕΡΤ. Η «διμοιρία» είναι δυο – τρεις αστυνομικίνες που εκλιπαρούν: «Κάντε λιγάκι πίσω, σας παρακαλώ». Η ντουντούκα ουρλιάζει: «Υφίσταμαι βία. Υφίσταμαι βίααα. Βοήθεια». Οι αστυνομικοί κοιτούν απορημένοι.
Τη φωνή της Κωνσταντοπούλου σκεπάζει, για ελάχιστα δευτερόλεπτα φυσικά, μόνο αυτή της Ραχήλ Μακρή, που διεκδικεί το Οσκαρ δεύτερου γυναικείου ρόλου. «Είμαστε βουλευτές», φωνάζει. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα θα διεκδικήσει τον πρώτο ρόλο. Θα σκαρφαλώσει με επιδεξιότητα οπαδοπατέρα στα κάγκελα. Η πριμαντόνα όμως δεν πτοείται. Προσφέρει την αγανάκτησή της στις κάμερες, στα κινητά, στα iPad που έχουν εστιάσει πάνω της. «Να παρέμβει εισαγγελέας», λέει. Την ντουντούκα παραλαμβάνει ο Δημήτρης Στρατούλης. Καλεί τους συγκεντρωμένους να φωνάξουν το αγαπημένο τους σύνθημα. «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία». Η καγκελοκράτειρα Ραχήλ συντονίζεται με τον Στρατούλη, κουνάει ρυθμικά τα χέρια, εκστασιάζεται: «Η χούντα δεν τελείωσε το ’73».
Ολα άρχισαν όταν η Ζωή Κωνσταντοπούλου ζήτησε να μπει στο Ραδιομέγαρο μαζί με τεχνικούς της ΠΟΣΠΕΡΤ –Καλφαγιάννη, βέβαια, παρόντος. Το απαιτεί διότι έχουν μπει ήδη στο κτίριο τεχνικοί της ΝΕΡΙΤ, τους οποίους υποψιάζεται ως σαμποτέρ. Φοβάται, λέει, για δολιοφθορά. Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ αγκαλιά με τους βουλευτές των ΑΝΕΛ πρέπει να περάσουν τον αστυνομικό κλοιό για να προστατεύσουν την περιουσία της δημόσιας τηλεόρασης.
Οταν οι αστυνομικοί τής αρνούνται την είσοδο, στήνει επί του πεζοδρομίου στρατοδικείο. «Είστε όλοι σας επίορκοι», τους φωνάζει. Τους δείχνει με το δάχτυλο. «Να παρέμβει εισαγγελέας διότι μπορώ να αναγνωρίσω τους επίορκους». Στρέφεται στον επικεφαλής αστυνομικό, στο ένα χέρι το μικρόφωνο, στο άλλο σηκωμένος ο δείκτης. «Με ακούς; Είσαι υπαίτιος εσχάτης προδοσίας. Αυτό είναι σφετερισμός του πολιτεύματος. Εχετε διαπράξει εσχάτη προδοσία, κύριε Λαμπρόπουλε». Το μικρόφωνο παίρνει πάλι η Μακρή. Επαναλαμβάνει σαν αντίλαλος: «Ολοι εσείς είστε επίορκοι! Είστε παράνομοι. Αντί να υπηρετείτε τον ελληνικό λαό, υπηρετείτε τους ανθρώπους που κυβερνούν παράνομα μια χώρα». Ζητάει και αυτή άμεση θεσμική εξυπηρέτηση. «Πού είναι ο εισαγγελέας εδώ;», αναρωτιέται. Και υπερθεματίζει: «Πού είναι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου;».
o συναγερμοσ. Ολοι οι εξεγερμένοι βουλευτές ξεκουράζουν τη φωνή τους μιλώντας στα κινητά τους. Είναι σε ανοιχτή γραμμή με το Κοινοβούλιο, στο οποίο επιχειρούν να μεταφέρουν την ένταση. Αναφλέγεται πρώτα η θρυαλλίς Παναγιώτης Λαφαζάνης. Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, λέει, ξυλοκοπούνται. Οχι μόνο η Ζωή Κωνσταντοπούλου, αλλά και άλλοι επιτόπου, ο Δημήτρης Στρατούλης, ο Παναγιώτης Κουρουμπλής. «Επιτέλους, μόνο τα ΜΑΤ έχουν φωνή σε αυτή τη χώρα; Οι βουλευτές μας δεν έχουν;», διερωτάται ο Λαφαζάνης. Προς στιγμήν θα απειλήσει και με αποχώρηση του κόμματός του από την αίθουσα. Παρά το γεγονός ότι συζητείται η πρόταση μομφής που ο αρχηγός του έχει καταθέσει. Αμέσως μετά και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα σπεύσει στην αίθουσα για να καταγγείλει και ο ίδιος τον ξυλοδαρμό βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από τα ΜΑΤ και να ζητήσει εξηγήσεις από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη. Οι εικόνες είναι, κατά τον Τσίπρα, «εξοργιστικές» και «δεν τιμούν τη δημοκρατία».
Βέβαια, την επομένη στο βουλευτήριο η Κωνσταντοπούλου εμφανίστηκε πιο ήρεμη. Αφού πει τα συνήθη περί εντολής άσκησης βίας κατά βουλευτών θα διευκρινίσει: «Οταν εγκλωβίζεται κάποιος σε κλοιό 50 αστυνομικών και πιέζεται έως ασφυξίας και αναγκάζεται να φωνάζει βοήθεια και τον εισαγγελέα, προφανώς υπάρχει άσκηση βίας». Η βία που υπέστη η βουλευτής ήταν τελικώς κάτι σαν κλειστοφοβική στενότητα, κάτι σαν δυσφορία από την πολλή συνάφεια του κόσμου, σαν αλλεργία στους αστυνομικούς.
Αυτή η ευαισθησία της βουλευτού δικαιολογεί και την αρχική ταραχή του Παναγιώτη Λαφαζάνη που έσπευσε να μιλήσει για «ξυλοδαρμό», πριν ο πρόεδρος υποβαθμίσει τον «ξυλοδαρμό» σε «προπηλακισμό» που τελικά έφτασε να αναφέρεται μόνο ως «απώθηση». Στην περίπτωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου ακόμη και η σκιά μιας επαπειλούμενης απώθησης θεωρείται όχι απλώς ως βία. Αλλά ως «βίααα!». Και βάλε.