Δύο νέα δόγματα έχει υιοθετήσει το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση Τσίπρα στην άσκηση της πολιτικής της. Για το ένα μίλησε ανοιχτά ο Πρωθυπουργός στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο και δεν είναι άλλο από την «ενεργητική και ανεξάρτητη» εξωτερική πολιτική της χώρας –όπως την περιγράφει –που δεν περιχαρακώνεται στο στενό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ανάπτυξη των σχέσεων με Κίνα, Αίγυπτο, Ισραήλ και Ιράν, οι ενεργειακές συμφωνίες και τα ανοίγματα σε νέες αγορές το μαρτυρούν. Το δεύτερο δόγμα αφορά μια σαφώς επιθετική εσωτερική πολιτική της κυβέρνησής του. Η σκλήρυνση της αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση, ακόμη και οι απευθείας βολές του Μαξίμου σε τμήμα των θεσμών με αιχμές για ολιγωρία, κοινώς στο ΔΝΤ, καταδεικνύουν μια στρατηγική έντασης με τους «άλλους» που αποσκοπεί πρωτίστως στη συσπείρωση της κομματικής βάσης και δευτερευόντως στην υπόμνηση προς τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ πως η κυβέρνηση Τσίπρα θα υλοποιήσει όλα όσα υποσχέθηκε –προ δεύτερων εκλογών –υψώνοντας τη σημαία κατά της διαπλοκής και της φοροδιαφυγής.

Η εκλογή Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ ανέτρεψε τους σχεδιασμούς του Μαξίμου όχι τόσο γιατί ο στενός κυβερνητικός πυρήνας πιστεύει ότι ο νέος αρχηγός της γαλάζιας παράταξης συνιστά απειλή για τον Τσίπρα, αλλά κυρίως διότι προκάλεσε ανακάτεμα της πολιτικής τράπουλας και εμφανείς μετατοπίσεις ψηφοφόρων από τον χώρο του Κέντρου, που δυσκολεύονται πλέον να στραφούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως, εάν μέχρι πρότινος η Κουμουνδούρου θεωρούσε βέβαιο ότι με μια πολιτική ανοιχτών θυρών θα μπορούσε να προσελκύσει τους εναπομείναντες σκεπτικιστές του Κέντρου, τώρα διαπιστώνει πως το ίδιο «χωράφι» διεκδικεί ο πρόεδρος της ΝΔ δηλώνοντας πως «οι εκλογές κρίνονται στο Κέντρο». Γιατί, κατά τα άλλα, το πρωθυπουργικό επιτελείο πιστεύει πως η ιδεολογική οριοθέτηση Αριστεράς – Δεξιάς στην παρούσα κοινοβουλευτική σύνθεση είναι τόσο εμφανής ώστε ουσιαστικά διευκολύνει τον ΣΥΡΙΖΑ.

«Η αντιπολίτευση δίνει μάχη εναντίον των άλλων κοινωνικών ομάδων» ήταν ο τίτλος ενημερωτικού σημειώματος της κυβέρνησης για τη στάση των κομμάτων απέναντι στο παράλληλο πρόγραμμα.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΥΤΟΜΑΤΙΣΜΟΣ. Το Μαξίμου δείχνει ότι ποντάρει και στη λογική του κοινωνικού αυτοματισμού για τις αντιδράσεις της κοινωνίας απέναντι στους αγρότες. Η κυβέρνηση αποφεύγει να χαϊδέψει τα αφτιά των αγροτοπατέρων και αρνείται διάλογο από μηδενική βάση. Προφανώς στο Μαξίμου ποντάρουν και στην αποδυνάμωση των κινητοποιήσεων αλλά και στις αντιδράσεις των άλλων κοινωνικών ομάδων, που ενοχλούνται από το κλείσιμο των δρόμων και την παρεμπόδιση των συγκοινωνιών. Δεν είναι καθόλου τυχαία η φράση αρμόδιου παράγοντα πως «αν διαμαρτύρονται οι αγρότες για το Ασφαλιστικό, τότε τι θα πρέπει να πουν συνταξιούχοι, άνεργοι και ελεύθεροι επαγγελματίες». Αυτό δεν σημαίνει πως σε περίπτωση που τμήμα των αγροτών σπάσει τα μπλόκα και μπει στο Μαξίμου για διάλογο, η κυβέρνηση δεν θα έχει έτοιμο ένα πακέτο βελτιώσεων για τον κλάδο τους.

ΤΑ ΜΙΝΤΙΑ. Από την άλλη, βεβαίως, η κυβέρνηση έχει συνδέσει την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων τόσο με πολιτικά όσο και με οικονομικά συμφέροντα, υπαινισσόμενη πως οι αγροτοσυνδικαλιστές ενθαρρύνονται ακόμη και από τη λεγόμενη «διαπλοκή» των μιντιαρχών που επιθυμεί να αποτρέψει τον διαγωνισμό για την εκχώρηση των τηλεοπτικών αδειών.

Το Μαξίμου πιστεύει ότι η «επιβολή τάξης σε ένα άναρχο τηλεοπτικό τοπίο» είναι θέμα αρχής για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και αποτελεί σημείο αναφοράς για τον τρόπο διακυβέρνησης. Θεωρητικά η κυβέρνηση πιστεύει ότι βάζοντας απέναντι τους καναλάρχες ικανοποιεί ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων της και όχι μόνο, που θεωρούν ότι σχέσεις διαπλοκής διατρέχουν το πολιτικό και οικονομικό σύστημα. Ως εκ τούτου η κυβέρνηση δεν δίστασε να οδηγήσει τη σύγκρουση στα άκρα τόσο με τα μέσα ενημέρωσης όσο και με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κατηγορώντας πρωτίστως τη Νέα Δημοκρατία ότι ξεπληρώνει γραμμάτια στη διαπλοκή.