Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι καμιάς εθνικής επετείου ο εορτασμός δεν έχει εκφυλιστεί τόσο πολύ όσο αυτός του Πολυτεχνείου. Κάτι με το ψυχόδραμα της τελετουργικής βίας των αντιεξουσιαστών, κάτι με τις λιτανείες που λέγονται πορείες και ψάλλουν το «Νίκας τοις ευσεβέσι» σε αριστερίστικη μετάφραση, κάτι με τις γλυκερές ρητορείες που πασκίζουν να σκεπάσουν συλλογικές ενοχές ή να κάνουν να ξεχαστεί η γρήγορη εξαργύρωση των αντιχουντικών δαφνοστέφανων, οι εκδηλώσεις για την επέτειο έχουν γίνει κουραστικές, αν όχι απωθητικές, για τον περισσότερο κόσμο.
Πολλοί ωθούνται από τη δικαιολογημένη δυσφορία τους είτε σε προσπάθειες απομυθοποίησης του Πολυτεχνείου (υπενθυμίζοντας ότι ούτε λαϊκή εξέγερση ήταν ούτε έριξε τη Χούντα, όπως έχει μάθει να το προσλαμβάνει το φαντασιακό των νεότερων γενεών) είτε, πιο συχνά, στην εκτόξευση μύδρων για σφετερισμό του Πολυτεχνείου από κόμματα και ομάδες, που επιχειρούν να φέρουν το «μήνυμά» του στα δικά τους, στενά μέτρα.
Και οι δύο αυτές μορφές αντίδρασης στην πανηγυρική απαλλοτρίωση της εξέγερσης του Νοεμβρίου 1973 είναι ατελέσφορες και, ως τακτικές επιλογές, ξεκινούν από λάθος αφετηρία. Κανένα ιστορικό γεγονός δεν εγγράφεται στη συλλογική μνήμη όπως ακριβώς συνέβη. Οσο μεγαλύτερη σημασία τού αποδίδεται εκ των υστέρων τόσο μεγαλύτερο κάνει η φαντασία το μέγεθός του τη στιγμή που ξεπήδησε από τη μήτρα της Ιστορίας. Αυτό είναι αναπόφευκτο και όχι απαραίτητα κακό. Επίσης, ένα ιστορικό γεγονός που έγινε σύμβολο δεν διατηρεί απαράλλακτο το αρχικό νόημά του στο πέρασμα του χρόνου. Στην πραγματικότητα, έχει το νόημα που αποφασίζουν να του δώσουν κάθε φορά τα ανθρώπινα σύνολα, ανάλογα με τις ιστορικές περιστάσεις, και που μπορεί μάλιστα να μην έχει σχέση με την αληθινή φύση του γεγονότος. Ενα εντυπωσιακό και ακραίο παράδειγμα είναι ο φόνος του Ιππαρχου, αδελφού του τύραννου Ιππία, από τους «τυραννοκτόνους» Αρμόδιο και Αριστογείτονα, ο οποίος έγινε με ιδιωτικά κίνητρα επιπέδου επαρχιακής βεντέτας και δεν προκάλεσε άλλωστε την ανατροπή του Ιππία, αλλά παρ’ όλα αυτά εξυψώθηκε σε αιώνιο σύμβολο του αγώνα κατά της τυραννίας. Σημασία δεν έχει ο τρόπος γένεσης ενός συμβόλου αλλά η ψυχοκινητική δύναμη και η γονιμότητά του.
Ούτε, λοιπόν, η διόγκωση των γεγονότων του Πολυτεχνείου ούτε η «στρεβλή» ερμηνεία τους είναι η αιτία για τον εκφυλισμό της επετείου. Η αιτία βρίσκεται στη διαρκή ανικανότητα όλων των πολιτικών παρατάξεων και ομάδων που τιμούν την επέτειο, καθεμιά με τον δικό της τρόπο, να επενδύσουν το σύμβολο με καινούργιο νόημα ή να ανανεώσουν, να διευρύνουν και να εμβαθύνουν το πρωταρχικό νόημά του, εκείνο που υποδείκνυαν τα αιτήματα των εξεγερμένων του 1973 και που πλαισιωνόταν καθοριστικά από τις συνθήκες της εποχής (τη μέγγενη μιας αντιδραστικής δικτατορίας). Με άλλα λόγια, ο εκφυλισμός της επετείου του Πολυτεχνείου είναι η φυσική συνέπεια της στειρότητας στην οποία καταδικάστηκε το σύμβολο.
Το κεντρικό σύνθημα εκείνου του Νοέμβρη, «Ψωμί –Παιδεία –Ελευθερία», ήταν σκόπιμα γενικό στη διατύπωση, ώστε να μπορεί να αγκαλιαστεί από ένα όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Το αίτημα για «ψωμί» μπορεί να ήταν κουκουέδικης κοπής και ξεκάρφωτο (οι Ελληνες δεν πεινούσαν τότε, αλλά για το ΚΚΕ ο λαός πάντα πεινάει), ήθελε όμως να αγγίξει τις ευαισθησίες των εργατικών στρωμάτων και να προλάβει (δεν πρόλαβε) διαβολές από το καθεστώς για κακομαθημένο ελιτισμό των φοιτητών που ήταν κλεισμένοι στο Πολυτεχνείο, με σκοπό την απομόνωσή τους. Η πραγματική ενέργεια του συνθήματος, αυτή που μπορούσε να εμπνεύσει τις γενιές της Μεταπολίτευσης, βρισκόταν στις δύο άλλες εστίες του.
Στα συμφραζόμενα εκείνων των ημερών και εκείνων των χρόνων, το αίτημα για ελευθερία μπορούσε να νοηθεί μόνον ως αίτημα για δημοκρατία. Προσοχή: όχι για «αποκατάσταση της δημοκρατίας», όπως το διερμήνευσε αργότερα κυρίως η συντηρητική παράταξη (αφοπλίζοντάς το έτσι, αφού η δημοκρατία είχε «αποκατασταθεί»), γιατί οι εξεγερμένοι σίγουρα δεν νοσταλγούσαν την κολοβή, σχεδόν ψευδεπίγραφη δημοκρατία που είχαμε πριν από τη χούντα. Εξίσου βέβαιο είναι ότι δεν οραματίζονταν μια δημοκρατία όπως η τωρινή μας, που οι αμαρτίες της ξεχειλίζουν από όλα τα ρούχα της. Εν πάση περιπτώσει, η έννοια της ελευθερίας είναι ευρύτερη από την έννοια της δημοκρατίας και εναπόκειτο στους κληρονόμους της αγωνιστικής παράδοσης του Πολυτεχνείου να την επαναπροσδιορίσουν στις καινούργιες συνθήκες, όχι μόνον αρνητικά (ελευθερία από αυτό και εκείνο) αλλά κυρίως θετικά (ελευθερία προς το ένα ή το άλλο). Αυτοί αδιαφόρησαν παντελώς για το δεύτερο μέλημα, το δυσκολότερο, και οργίασαν με το πρώτο, καταλήγοντας να αντιλαμβάνονται την ελευθερία ως δικαίωμα στην ανομία και στην άρνηση κάθε υποχρέωσης που δεν τους είναι αρεστή.
Αν το σύνθημα «ελευθερία» που ακούγεται στους εορτασμούς του Πολυτεχνείου προκαλεί φρίκη, όταν το βροντοφωνάζουν μπαχαλάκηδες, καθ’ έξιν καταληψίες και δηλωμένοι περιφρονητές της δημοκρατίας, η συνοδεία του με το σύνθημα «παιδεία» μοιάζει κυριολεκτικά σουρεαλιστική. Η παιδεία ήταν το μεγάλο θύμα της Μεταπολίτευσης. Αλλά το μαθητικό και το φοιτητικό «κίνημα», που την επικαλούνται μηχανικά κάθε χρόνο τον Νοέμβριο, όχι μόνο δεν συγκινήθηκαν ποτέ από το δράμα της αλλά και συνέπραξαν με ζήλο στο ξεχαρβάλωμά της. Στα χείλη των εξεγερμένων του 1973, το αίτημα για παιδεία απηχούσε την απέχθεια για ένα σκοταδιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, βασισμένο στην «ελληνοχριστιανική» πλύση εγκεφάλου, την αποβλακωτική παπαγαλία, την υποταγή στην αμφίβολη και μονόπλευρη αυθεντία του ενός συγγράμματος. Ενώ τίποτε από αυτά δεν άλλαξε στη Μεταπολίτευση, εξαλείφθηκαν από την εικόνα τα λιγοστά θετικά στοιχεία της (όπως η μαθησιακή πειθαρχία) και προστέθηκαν η εξάρθρωση της Μέσης Εκπαίδευσης, η υπερτροφία της παραπαιδείας, η κατάλυση της έννοιας της αριστείας, η παράλυση των ΑΕΙ μέσα σε ένα όργιο κομματικού φοιτητοπατερισμού και διεφθαρμένων συναλλαγών ανάμεσα σε φοιτητές και διδακτικό προσωπικό. Αναρωτιέται κανείς για ποια παιδεία υψώνουν τη φωνή τους τα κόμματα και οι οργανώσεις στις πορείες για το Πολυτεχνείο, τη στιγμή που ανήκουν στους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς της εξόντωσής της.
Μπροστά σε ένα σύμβολο που είχε αδειάσει από το περιεχόμενό του και καμία συλλογική οντότητα δεν στάθηκε ικανή να του δώσει καινούργιο, οι πανηγυριστές των επετείων του Πολυτεχνείου συνήθισαν να ατενίζουν εκστασιασμένοι το περίγραμμά του: την εξέγερση. Το Πολυτεχνείο κατέληξε να γίνει σύμβολο της εξέγερσης για την εξέγερση, της αντίστασης για την αντίσταση, του όχι σε όλα. Ετσι όμως έγινε και σύμβολο του βασικού γνωρίσματος της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας: της στειρότητάς της.