Οι συζητήσεις για την οικονομία, για τους φόρους, για το Ασφαλιστικό είναι ελλιπείς αν δεν ληφθούν υπόψη οι πραγματικές συνθήκες της συναλλαγής των πολιτών με αυτές τις υπηρεσίες. Οχι για σύνθετα ζητήματα (για ρυθμίσεις χρεών ή για ασφαλιστική ή φορολογική ενημερότητα), αλλά ακόμα και για απλά, απλούστατα καθημερινά θέματα, για τα οποία μάλιστα μπορεί να έχεις κάνει φοβερή προεργασία.

Ενδεικτική η περιπέτεια ενός φίλου στον ΟΑΕΕ. Σπεύδει από τις 7.30 το πρωί για να τελειώσει νωρίς. Τζίφος. Εχουν προηγηθεί πολλοί άλλοι. Μπροστά στην κλειστή πόρτα υπάρχει ένα χαρτί όπου γράφουν το όνομά τους οι προσερχόμενοι, για να πάρουν προτεραιότητα. Περιμένουν στο κρύο, ώσπου να ανοίξει το μαγαζί. Οι υπάλληλοι πίσω από τα γκισέ είναι σκυθρωποί, σε λίγο αρχίζουν οι πρώτοι καβγάδες. Στις 9.30, διαπραγματεύεται το πρόβλημά του το νούμερο 11. Ο γνωστός μου έχει το 30. Τηλεφωνεί αγχωμένος στη δουλειά του, θα αργήσει. Το άγχος προστίθεται στην αβεβαιότητα. Η σειρά του φτάνει κατά το μεσημέρι. Θέλει μια απλή βεβαίωση ότι είναι εγγεγραμμένος στον ΟΑΕΕ, για να την προσκομίσει σε άλλη δημόσια υπηρεσία. Φεύγει εξουθενωμένος. Στο διπλανό γκισέ, τσακώνεται ένας άλλος ταλαίπωρος, θα χρειαστεί να ξαναπάει, τουτέστιν να ξαναταπεινωθεί. Φωνάζει ότι πληρώνει αγόγγυστα κοντά 900 ευρώ το δίμηνο. Ποιος νοιάζεται…

Η κατάσταση αυτή είναι καθημερινή. Αν ζούσε σήμερα ο Ομηρος, θα άρχιζε το νέο έπος του στον ΟΑΕΕ. Ο ασφαλισμένος είναι υποχρεωμένος να πληρώνει για να εξυπηρετείται από μια γραφειοκρατία που ζει στην εποχή των σπηλαίων. Φωριαμοί, φάκελοι, καρτέλες, χειρόγραφες αιτήσεις, πιστοποιητικά, «πηγαίνετε στο ταμείο να πάρετε παράβολο», «λυπάμαι, έχει πέσει το σύστημα»… Εξευτελισμός και καταρράκωση. Αυτό επιφυλάσσει το κράτος στον πολίτη που συναλλάσσεται μαζί του –που με τη δουλειά του πληρώνει τη λειτουργία του. Κάθε χρόνο και χειρότερα –σε μια χώρα που βυθίζεται και συνεχίζει να αρνείται κάθε είδους προσαρμογή στον σύγχρονο κόσμο. Απελπισία.