ΘΑ μείνει ο Ότο Ρεχάγκελ στο τιμόνι της Εθνικής Ελλάδος; Αυτό ήταν το

βασικό ερώτημα που απασχόλησε το Μέγαρο Μαξίμου αυτή την εβδομάδα. Ο Κώστας

Καραμανλής το ξέκοψε στον Γερμανό κόουτς: δεν υπάρχει περίπτωση να φύγει για

να αναλάβει την Εθνική Γερμανίας.

Έτσι, η χώρα μπορεί να μην έχει εθνική στρατηγική και ουδείς να γνωρίζει ποιοι

είναι οι μεσοπρόθεσμοι στόχοι της κυβέρνησης της N.Δ. για την περίοδο που

αρχίζει μετά το τέλος των Ολυμπιακών Αγώνων. H Ελλάδα όμως έχει σαφώς σχέδιο

για το Μουντιάλ του 2006.

H εβδομάδα που τελειώνει ήταν ίσως η πιο ενδιαφέρουσα από τότε που η N.Δ. του

Καραμανλή κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές. H κυβέρνηση έκανε κάθε προσπάθεια

να σερφάρει επάνω στο κύμα εθνικής ευφορίας που προκάλεσε η ανέλπιστη στέψη

της Εθνικής Ποδοσφαίρου ως πρωταθλήτριας Ευρώπης. Αυτό δεν εκφράστηκε μόνο με

την ετοιματζίδικη εκδήλωση της Δευτέρας στο Καλλιμάρμαρο, που με τον

Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο να κάνει κήρυγμα και να μοιράζει σταυρούς, έδωσε μια

γεύση του «συστήματος N.Δ.».

Εκφράστηκε και σε ένα βαθύτερο επίπεδο πολιτικής επικοινωνίας. Όλη την

εβδομάδα η κρατική τηλεόραση έπαιζε και ξανα-έπαιζε τα ματς της Εθνικής σε μια

προσπάθεια να συντηρήσει το κλίμα θριάμβου. Δεν είναι η μόνη περίπτωση που η

Αγία Παρασκευή εμφανίζεται να λειτουργεί ως κυβερνητικός προπαγανδιστής με

όρους παλαιότερων δεκαετιών.

ΣΤΗ Λισαβώνα, αλλά και στην Αθήνα, ο Κώστας Καραμανλής εργάζεται για να

οικοδομήσει έναν νέο λαϊκισμό. Στο κέντρο της προσπάθειας βρίσκεται ο ίδιος,

καθώς με μια σειρά από κινήσεις προσπαθεί να αποκτήσει ένα προφίλ γνήσιου

λαϊκού ηγέτη, που ανάβει κεριά στις εκκλησίες, είναι καλός οικογενειάρχης,

πάει στον Λευκό Οίκο, αλλά και «ξέρει από μπάλα», πανηγυρίζει έξαλλα στην

κερκίδα και, γενικώς, συναισθάνεται την ψυχολογία του μέσου – και κάτω –

Έλληνα.

Ο Καραμανλής ξανα-έβαλε λοιπόν τη δημόσια ζωή στον αστερισμό της μαγκιάς. Την

ίδια εβδομάδα όμως εμφανίστηκε για πρώτη φορά η γύμνια της κυβέρνησης σε

θέματα ουσιαστικής διαχείρισης. Το υπουργείο Δημόσιας Τάξης απέτυχε πλήρως να

διαχειριστεί το πλήθος της περασμένης Δευτέρας κι ας έχουν δαπανηθεί μυθώδη

ποσά για κάμερες και νέα συστήματα ελέγχου. Υπουργός, που ήταν στο

Καλλιμάρμαρο, έλεγε μετά ότι «ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση ήταν

απροστάτευτοι στο έλεος του τελευταίου χούλιγκαν – που ευτυχώς έδειξε καλή

διάθεση».

H τραγωδία δεν αποφεύχθηκε τις επόμενες ημέρες. Ο πάνοπλος μηχανισμός, που

είναι τάχα έτοιμος να αντιμετωπίσει διεθνείς απειλές επιπέδου Ολυμπιακών

Αγώνων, απέτυχε να αντιμετωπίσει εγκαίρως φωτιά στην Πάρνηθα. Αποτέλεσμα;

Ύστερα από αρκετά χρόνια, είχαμε ξανά νεκρό.

Ο αρμόδιος υπουργός Γιώργος Βουλγαράκης αντιμετώπισε το πρόβλημα διά της

γνωστής μεθόδου της εξαφάνισης – όπως είχε κάνει και τις πρώτες ημέρες και με

τη βόμβα της Καλλιθέας. H τελευταία ουσιώδης παρέμβαση του υπουργού Δημόσιας

Τάξης έγινε προ ημερών με αφορμή τον Ότο Ρεχάγκελ, στον οποίο ο Βουλγαράκης

πρότεινε να δοθεί ελληνική υπηκοότητα.

H ΦΙΕΣΤΑ στο Καλλιμάρμαρο θύμισε τις χουντικές εορτές «αθλητικής

αρετής» των Ελλήνων που γίνονταν στον ίδιο χώρο. Παρόλα αυτά, η μαζικότητα των

εκδηλώσεων δεν μπόρεσε να καλύψει τις πρώτες αψιμαχίες της νέας κυβέρνησης με

την ελληνική κοινωνία. Υπάρχει το θέμα των Ολυμπιακών επιδομάτων – που,

παρεμπιπτόντως, άνοιξε ο Βουλγαράκης με τους αστυνομικούς -, το οποίο

προκάλεσε την πρώτη μεγάλη απεργία κατά της κυβέρνησης Καραμανλή, με

αποτέλεσμα πολύωρη παράλυση στα μέσα μαζικής μεταφοράς προχθές.

Στο θέμα των συμβασιούχων, η κυβέρνηση κέρδισε χρόνο με τους νομικούς ελιγμούς

του Προκόπη, που έστειλαν το θέμα στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Άπαξ και

βγήκε όμως η απόφαση, θερίζει τους καρπούς που έσπειρε. H εβδομάδα που

ξεκίνησε για τον Πρωθυπουργό με ιαχές θριάμβου στο Καλλιμάρμαρο, τελείωσε με

τα γιουχαΐσματα των συμβασιούχων έξω από το υπουργείο Πολιτισμού. Το ερώτημα

είναι αν ο μήνας του μέλιτος του Καραμανλή με την κοινωνία πλησιάζει στο τέλος

του.

Φυσικά, υπάρχει πάντα η ελπίδα να φέρουν χρυσά μετάλλια στην Ελλάδα οι

Ολυμπιακοί Αγώνες. Μετά τον Αύγουστο όμως, η κυβέρνηση Καραμανλή δεν θα μπορεί

πλέον να πει «έχω αγώνα αύριο».