«Δεν τον συμπάθησα, όμως ποτέ δεν έφυγε από Διάσκεψη Κορυφής της ΕΟΚ χωρίς να κερδίσει κάτι για τη χώρα του».
Μάργκαρετ Θάτσερ, για τον Ανδρέα Παπανδρέου
Ο ιστορικός του παρόντος σιγά μην περιμένει τον ιστορικό του μέλλοντος να αξιολογήσει τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, αυτόν τον χαρισματικό αλλά κι αμφιλεγόμενο ηγέτη της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Ποιος ήταν ο Ανδρέας, τι ήταν ο Ανδρέας, ποια η διαφορά του «Ανδρέα» από τον «ΑνΤρέα»;
Κορυφαίος οικονομολόγος με σπουδές που του έδωσαν άριστη κατάρτιση αλλά όχι ιδιαίτερη καλλιέργεια. Δεν είναι κακό να αγαπάς τα απλά πράγματα: κακό είναι να μισείς τα σύνθετα. Κι εκτός από το στιβαρό ζεϊμπέκικο και τα σπασμένα πιάτα, υπάρχουν κι άλλα. Κι αυτά τα «άλλα» ο Παπανδρέου καθόλου δεν τα πήγαινε.
Ομως, ο περίεργος αυτός τύπος έκανε πολλά κι ευεργετικά για τον τόπο μας. Τα έχουμε παραμερίσει επειδή τα σκάνδαλα υπερίσχυσαν του έργου του. Ενός έργου ριζοσπαστικού που θόλωσε τελικά μες στην υπόγεια την ταβέρνα, μες στους καπνούς και στις βρισιές, εκεί όπου η μεγάλη Ρίτα Σακελλαρίου τραγουδούσε τον νέο ύμνο του πράσινου ήλιου.
Κατ’ αρχάς, στο ξεκίνημα της πρωθυπουργίας του το ’81, βλέπουμε πως τα περισσότερα προεκλογικά «ΘΑ» μετατρέπονται σε μετεκλογικές δεσμεύσεις. Ελάχιστες οι παρεκκλίσεις των λόγων με τα έργα. Οσα υποσχέθηκε τα υλοποίησε.
Αναγνωρίζεται η Εθνική Αντίσταση και συμφιλιώνεται, ύστερα από χρόνια, ο κατακερματισμένος λαός του Εμφυλίου. Οι πολιτικοί πρόσφυγες επιστρέφουν ύστερα από χρόνια στον τόπο τους –για να σμίξουν ή να πρωτογνωρίσουν αγαπημένα πρόσωπα.
Οι αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο είναι όντως ριζοσπαστικές. Καθιερώνεται στην πράξη η ισότητα των δύο φύλων. Το ζευγάρι έχει ίσα δικαιώματα στη λήψη αποφάσεων και στην επιμέλεια των παιδιών. Ισα δικαιώματα για πρώτη φορά αποκτούν τα εκτός γάμου και τα εντός γάμου τέκνα. Νομιμοποιείται ο πολιτικός γάμος, καταργείται η προίκα, αναγνωρίζεται το συναινετικό διαζύγιο και δίνεται χρονικό περιθώριο στη λύση του γάμου –μέτρο που λυτρώνει χιλιάδες ανθρώπους και τις οικογένειές τους. Οι νέοι ενηλικιώνονται στα 18 –αντί για τα 21.
Καταργούνται οι φάκελοι κοινωνικών φρονημάτων. Δίνονται κίνητρα για την επιστροφή των οικονομικών μεταναστών. Λαμβάνονται για πρώτη φορά μέτρα για τη ρύπανση και το περιβάλλον. Θεσπίζονται η πενθήμερη εργασία, η άδεια τεσσάρων εβδομάδων και οι 40 ώρες την εβδομάδα.
Κι από την άλλη, οι αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις μπορεί να ανακουφίζουν την κοινωνία, όμως αυξάνουν τις δαπάνες του κράτους, το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. «Εδώ και τώρα» στον ευωδιαστό κήπο της Αλλαγής φυτρώνουν άνθη του κακού που τα πληρώνουμε μέχρι σήμερα.
Περί ιδιωτικού βίου κάτι λίγα. Σεβαστές οι προσωπικές επιλογές του καθενός και λόγος δεν μας πέφτει. Οταν όμως το «προσωπικό» συνδιαμορφώνει το «δημόσιο» τότε σαφέστατα υπάρχει θέμα. Προσπερνώντας την πρώτη σύζυγο των νεανικών του χρόνων, οι δύο επόμενες είχαν πολλά κοινά σημεία (περισσότερα απ’ όσα ίσως θα ήθελαν). Διψασμένες για εξουσία, διαβόητες για τις αυλές τους προωθούσαν ημέτερους, παραγκώνιζαν «αλλότριους», παραγόντιζαν ασύστολα, είχαν άποψη και λόγο για τα πάντα.
Και τις δυο ο Ανδρέας τις αγάπησε –δικαίωμά του. Και τις δυο ο Ανδρέας τις παντρεύτηκε –δικαίωμά του. Αυτό που δεν ήταν δικαίωμά του ήταν ότι τους επέτρεψε να παρεμβαίνουν στα κοινά. Και εν τέλει να συγκυβερνούν μαζί του με μοναδικό τους εφόδιο εμπάθειες και προσωπικές εμμονές.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πρόσωπα πολλά και αντιφατικά. Οραματιστής και ρήτορας, σκληρός διαπραγματευτής και σκληρός σκέτο, ευαίσθητος κι εμπαθής, ενίοτε λαοπλάνος, σταθερά χαρισματικός. Συνδύασε τα ασυνδύαστα με ταχυδακτυλουργική ευχέρεια και κατόρθωσε να γίνει ένα πολιτικό ίνδαλμα που –μαζί με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή –λατρεύτηκε όσο κάνεις άλλος στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης.
ΥΓ: Σκόρπιες σκέψεις με αφορμή το εκδοτικό αφιέρωμα της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» Η ώρα της δημοκρατικής παράταξης.