Αν έχεις πρόβλημα που δεν λύνεται, κάνε μια επιτροπή. Είναι μια από τις ειρωνικές σοφίες της πολιτικής. Αν όμως αυτή αντιστραφεί, οδηγεί σε ένα ερώτημα: ποιο άλυτο πρόβλημα συγκαλύπτει η σύσταση μιας Εξεταστικής Επιτροπής στη Βουλή; Εν προκειμένω, αυτής που θέλει να συγκροτήσει η κυβέρνηση για τα δάνεια των κομμάτων και των ΜΜΕ. Η απάντηση είναι απλή.
Η κυβέρνηση, από Πρωθυπουργό και κάτω, μπορεί να προεξοφλεί δικαστικές αποφάσεις ή και να τις εκδίδει η ίδια με ομιλίες, δηλώσεις, δελτία Τύπου ή non paper. Διότι –αν περιοριστεί η συζήτηση σε ένα μόνο παράδειγμα –ο όρος «θαλασσοδάνεια» συνιστά από μόνος του δικαστική κρίση. Και σε οποιαδήποτε ευνομούμενη δημοκρατία, σε ένα κράτος δικαίου, θα δημιουργούσε ζήτημα για το αν παραβιάζεται το προαπαιτούμενο της δίκαιης δίκης. Οταν όμως μια υπόθεση βρίσκεται ενώπιον της πραγματικής Δικαιοσύνης, όπως συμβαίνει με τα δάνεια των ΜΜΕ, αυτή υποτάσσεται στους ρυθμούς της δικονομίας. Και στις απαιτήσεις των διαδικασιών. Αυτές δεν δίνουν –και δεν πρέπει να δίνουν –αστραπιαίο αποτέλεσμα. Ενώ σέβονται και τα δικαιώματα των διωκομένων. Αντίστοιχα, όταν μια υπόθεση, όπως αυτή με τα δάνεια των κομμάτων, έχει γίνει αντικείμενο νομοθετικού χειρισμού, η κυβέρνηση μόνο να νομοθετήσει μπορεί και δη για το μέλλον.
Θέλοντας να ξεπεράσει αυτές τις δυσκολίες, να συντηρήσει με τρόπο ανεξέλεγκτο την ατζέντα της και, κυρίως, να δημιουργήσει κλίμα, η συμπολίτευση παίζει το χαρτί της Εξεταστικής, μιας διαδικασίας με ασαφείς κανόνες, που διακρίνεται από την ελευθεριότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Αρα αφήνει ελεύθερο πεδίο για σπίλωση προσώπων και καταστάσεων. Ενώ η προαναγγελία –από τον Πρωθυπουργό στη Βουλή –έκδοσης σχετικού πορίσματος εντός Μαΐου, δηλαδή σε λιγότερο από έναν μήνα, δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι έχει αποφασιστεί τι θα περιλαμβάνει αυτό –αν δεν είναι γραμμένο ήδη.