«Reductio ad absurdum, τουτέστιν παραλογισμός» σχολιάζει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Γλωσσολογίας και πρώην πρύτανης Γιώργος Μπαμπινιώτης, αναφερόμενος στο νέο εξεταστικό σύστημα που παρουσίασε τις προηγούμενες ημέρες ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου και στην κατάργηση των Λατινικών. Και καθώς έχει ο ίδιος ηγηθεί ενός πολύμηνου εθνικού διαλόγου στο παρελθόν με θέμα το εξεταστικό σύστημα, το βέβαιο είναι ότι είναι «διαβασμένος».
«Οι μαθητές θα εξετάζονται στο “ενδοσχολικό – περιφερειακό” επίπεδο τα ίδια ακριβώς μαθήματα που θα εξετάζονται και στο πανελλαδικό (αφού στη Γ’ Λυκείου τα μόνα μαθήματα τα οποία θα διδάσκονται και θα εξετάζονται οι μαθητές είναι τα πανελλαδικά). Αρα μιλάμε για δύο συνεχόμενες Πανελλαδικές / Περιφερειακές, στην ίδια ύλη, στον ίδιο μήνα, στα ίδια μαθήματα!» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιώργος Μπαμπινιώτης.
Τι προηγήθηκε; Μετά την ανακοίνωση των νέων νομοθετικών προθέσεων του υπουργείου Παιδείας, ο «πόλεμος» για το νέο εξεταστικό σύστημα ξέσπασε ακαριαία στην εκπαιδευτική κοινότητα της χώρας, με τους φιλολόγους (μια μεγάλη εκπαιδευτική κοινότητα) ανυποχώρητους στο αίτημά τους να μην καταργηθούν τα Λατινικά από τα εξεταζόμενα μαθήματα για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Βέβαια εδώ ο υπουργός Παιδείας τις προηγούμενες ημέρες «έπαιζε» κυρίως με τις λέξεις, καθώς επαναλάμβανε ότι «δεν καταργούμε, αλλά αντικαθιστούμε τα Λατινικά». Αλλά οι λέξεις είναι το «γήπεδο» του καθηγητή Γιώργου Μπαμπινιώτη, που απαντάει στις σχετικές ερωτήσεις των «ΝΕΩΝ».
Ενα γενικό σχόλιο για το νέο εξεταστικό σύστημα που παρουσίασε ο υπουργός Παιδείας;
Μεταβολές που όζουν απαιδευσίας και ιδεολογικών εμμονών! Είναι βέβαια θετική η προσπάθεια να βαρύνει έστω και για 10% η επίδοση των μαθητών στη Γ’ Λυκείου, αλλά άστοχος και εξωπραγματικός ο τρόπος κατοχύρωσης τής αντικειμενικότητας αυτής τής επίδοσης. Θα έλεγα ότι μοιάζουν με διαδικασίες τζόγου και σπέκουλας στη δήλωση των Τμημάτων από τους υποψηφίους.
Ακόμη στα θετικά να πω ότι είναι ορθολογική η εισαγωγή στα πολύ χαμηλής ζήτησης Τμήματα χωρίς εξετάσεις, αλλά εντελώς εσφαλμένη η διαδικασία επισήμανσης αυτών των Τμημάτων και όχι πλήρως αξιόπιστη η βαθμολογία τού απολυτηρίου που θα επιτρέπει σε κάποιους την εισαγωγή. Επαινετή η προσπάθεια (μετα)ρρυθμιστικών επεμβάσεων, με λάθος εφαρμογή από άγνοια των πραγματικών συνθηκών και προβλημάτων τής παιδείας μας.
Τελικά λοιπόν βλέπω πολιτική να αρέσουμε σε μερικούς μαθητές και μερικές οικογένειες που δεν θα αντιληφθούν τι συμβαίνει παρά μόνον αφού λειτουργήσει το σύστημα… Ισως από ευαισθησία προς τα παιδιά και τις οικογένειές τους ο αρχηγός τής αξιωματικής αντιπολίτευσης δήλωσε (αν είναι σωστή η πληροφορία μου) ότι για δύο έτη θα κρατήσει αυτό το σύστημα προτού το καταργήσει – ή μήπως κι αυτός θέλει πρώτα να απολαύσουμε «το μπάχαλο» που διαβλέπει από τη διετή εφαρμογή τού συστήματος;
Χωρίς Λατινικά λοιπόν στο μέλλον οι ανθρωπιστικές σπουδές…
Λατινικά erga omnes! Η λατινική γλώσσα και τα λατινικά κείμενα μαζί με την ελληνική γλώσσα και τα ελληνικά κείμενα είναι συστατικά τού ευρωπαϊκού πολιτισμού, δεν είναι απλώς γνώσεις κάποιας αρχαίας γλώσσας. Οι δύο αυτές κλασικές γλώσσες έχουν εισαχθεί στην ορολογία όλων των επιστημών και αποτελούν (με διάφορες προσαρμογές) μεγάλο τμήμα τού λεξιλογίου των ευρωπαϊκών γλωσσών: τα 2/3 τού λεξιλογίου τής αγγλικής προέρχονται από ελληνικές και λατινικές λέξεις ή ρίζες. Η κατάργησή τους είναι δήθεν αντιελιτιστική χειρονομία, μία ακόμη υποταγή στη χρηστικότητα και (κυρίως λόγω τής υποκαταστάσεως από την Κοινωνιολογία) μια προσπάθεια ιδεολογικής επίδρασης στην εκπαίδευση.
Με τρόμο θα θυμούνται οι παλαιότεροι το βιβλίο τής Κοινωνιολογίας για τις Εισαγωγικές που δεν καταλάβαινε κανείς και που το αποστήθιζαν χειρότερα και από όποια λατινική μετάφραση κειμένων. Εξι ώρες Κοινωνιολογίας! Με ανύπαρκτο ακόμη βιβλίο… με ακατάρτιστους διδάσκοντες… Μήπως για να καλυφθεί η έλλειψη φιλολόγων στα σχολεία που επισημαίνουν οι εκπαιδευτικοί;
Και στα φιλολογικά μαθήματα θα είναι πλέον κοινό μάθημα (και θα εξετάζεται ως κοινό) η Νεοελληνική Γλώσσα και η Νεοελληνική Γραμματεία.
Γλώσσα και Λογοτεχνία είναι το ίδιο; Ιδια μέθοδος διδασκαλίας, ίδια βιβλία, ίδια εξέταση; Το ίδιο είναι να αναλύεις ένα λογοτεχνικό κείμενο και το να μιλάς για λεξιλόγιο, γραμματική και σύνταξη; Κι αυτό για εξέταση μαθητών; Αυτός ο συνδυασμός αν εισαχθεί (υπάρχει στην Κύπρο με πολλές αμφισβητήσεις), χρειάζεται ειδική μακρά εκπαίδευση των καθηγητών που θα διδάξουν, κατάλληλα βιβλία, κατάλληλη μέθοδος, κατάλληλη εξέταση και αξιολόγηση.
Προσοχή! Δεν μπορεί να διασφαλιστεί η αντικειμενική διόρθωση γραπτών Λογοτεχνίας, αφού δεν υπάρχουν επίσημα εγχειρίδια με σχόλια επί των κειμένων. Ετσι θα οδηγηθούμε στις στρεβλώσεις του μαθήματος Λογοτεχνίας Κατεύθυνσης που, όταν εξεταζόταν πανελλαδικά και μόνο από τους μαθητές Θεωρητικής Κατεύθυνσης, οδηγούσε τους μαθητές να αποστηθίζουν άπειρα υποκειμενικά σχόλια για λογοτεχνικά κείμενα, διαστρέφοντας πλήρως το νόημα του μαθήματος.
Πέραν αυτών, τι λέτε για το πείραμα των «ενδοσχολικών – περιφερειακών» εξετάσεων, τα θέματα στις οποίες για τη λήψη του νέου απολυτηρίου θα επιλέγουν ομάδες καθηγητών ανά περιοχή; Βλέπετε αντικειμενική αξιολόγηση των γραπτών;
Η εμπειρία χιλιάδων εκπαιδευτικών δείχνει τα μεγάλα προβλήματα που έχουν οι ετερόκλητες, τυχαίες συνεργασίες για την εξαγωγή κοινών θεμάτων, ακόμη και για τον προσδιορισμό των «σωστών απαντήσεων».
Απουσιάζει από την πρόταση κάθε μηχανισμός ελέγχου της εγκυρότητας των θεμάτων (συχνά μπαίνουν θέματα σε καθημερινές εξετάσεις που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις), χρειάζονται λύτες, έλεγχος επάρκειας εκπαιδευτικών που βάζουν τα θέματα, διαδικασία με την οποία οι εκπαιδευτικοί επιλέχθηκαν από τα σχολεία τους για να συμμετάσχουν στην επιτροπή κ.ά.
Οι απαντήσεις και τα θέματα μπορούν εύκολα να διαρρεύσουν από ένα κινητό τηλέφωνο, αφού δεν υπάρχουν στις περιφερειακές δομές δυνατότητες διασφάλισης του αδιάβλητου των εξετάσεων. Πάνω απ’ όλα όμως: δεν πρόκειται για ενδοσχολικές εξετάσεις, αλλά για περιφερειακές, με όλο τον φόρτο των Πανελλαδικών, αλλά χωρίς τη διασφάλιση της εγκυρότητας των Πανελλαδικών.
Με λίγα λόγια: reductio ad absurdum, τουτέστιν παραλογισμός. Οι μαθητές θα εξετάζονται στο «ενδοσχολικό – περιφερειακό» επίπεδο τα ίδια ακριβώς μαθήματα που θα εξετάζονται και στο πανελλαδικό (αφού στη Γ’ Λυκείου τα μόνα μαθήματα τα οποία θα διδάσκονται και θα εξετάζονται οι μαθητές είναι τα πανελλαδικά). Αρα μιλάμε για δύο συνεχόμενες Πανελλαδικές / Περιφερειακές, στην ίδια ύλη, στον ίδιο μήνα, στα ίδια μαθήματα!
Βλέπετε προχειρότητα στον σχεδιασμό του υπουργείου Παιδείας;
Επικίνδυνη φιλοδοξία! Το νέο σύστημα εισαγωγής θέλει να εγκαινιάσει μια διεθνώς εγκαθιδρυμένη πρακτική, που είναι αυτή της ελεύθερης πρόσβασης, με μόνο εισιτήριο το αναβαθμισμένο απολυτήριο του Λυκείου.
Ο κίνδυνος: σταδιακά σε λίγα χρόνια οι Πανελλαδικές θα εκμηδενιστούν και θα αντικατασταθούν από τις διαβλητές στην πράξη Περιφερειακές. Τα παιδιά θα συνεχίζουν να δίνουν τις ίδιες εξετάσεις, αλλά από εξ ορισμού μη αδιάβλητους φορείς (δήμους, περιφέρειες, κοινοτάρχες, τοπικούς παράγοντες…). Ετσι, θα ακυρωθεί το κριτήριο της κοινής εξέτασης για όλους τους μαθητές της χώρας, αφού μικρές κοινοτικές / τοπικές ομάδες σχολείων θα προωθούν εύκολα θέματα για να πετύχουν τα παιδιά τους στο Πανεπιστήμιο.
Η νέα πρόταση για να δηλώνουν οι μαθητές τις «πρώτες προτιμήσεις» για τις σπουδές τους από το τέλος της Β’ Λυκείου; Δεν συνδέεται αυτό με την ανάγκη ύπαρξης μεγάλων προγραμμάτων επαγγελματικού προσανατολισμού στα σχολεία;
Θα μιλούσα για «κλίμα τζόγου». Πρώιμα από το τέλος τής Β’ Λυκείου και αργά από τον Φεβρουάριο τής Γ’ Λυκείου οι μαθητές (με αναπόφευκτες από τη σύλληψη τού συστήματος δεσμεύσεις και αποκλεισμούς) θα δηλώνουν «σπεκουλάροντας» τα Τμήματα που «τους βγαίνουν» να μπουν! Οταν ο μαθητής συμπληρώνει το πρώτο Μηχανογραφικό, αγνοεί ποιες σχολές από αυτές που δήλωσε θα χαρακτηριστούν εκ των υστέρων ως Σχολές Ελεύθερης Πρόσβασης ή ως Σχολές Προσβάσιμες μέσω Πανελλαδικών. Αν λ.χ. καμία σχολή, από όσες δήλωσε, δεν χαρακτηριστεί εκ των υστέρων ως Ελεύθερης Πρόσβασης, τότε δεν έχει καμία δυνατότητα να επιλέξει εκ των υστέρων μια τέτοια σχολή. Αρα η τυχαία επιλογή που θα κάνει στη Β’ Λυκείου είναι απολύτως δεσμευτική για τις επιλογές του στη Γ’ Λυκείου.
Ετσι, τελικά, με εκτιμήσεις «ρουλέτας / τζόγου», απαράδεκτες σε εκπαιδευτικές διαδικασίες, ο μαθητής δεν θα δηλώνει τις σχολές που επιθυμεί, αλλά όσες υποθέτει ότι δεν θα δηλώσουν οι άλλοι, άρα θα μπορεί εύκολα να μπει σε αυτές. Αν όμως όλοι σκεφτούν έτσι, τότε κανένας δεν θα μπαίνει εκεί που θέλει γιατί οι σχολές ετησίως θα μεταβάλλονται από χαμηλής σε υψηλής ζήτησης και το αντίστροφο.
Προσοχή! Πολύ εύκολα – με τα υπάρχοντα ήδη δεδομένα – μπορεί το υπουργείο να κρίνει ποιες είναι οι σχολές υψηλής και χαμηλής ζήτησης. Φαίνονται ηλεκτρονικά από τις υπάρχουσες βαθμολογίες εισαγωγής σε συνδυασμό με τη σειρά που είχε κάθε σχολή στις προτιμήσεις όσων εισήχθησαν σε αυτή. Γιατί πρέπει να μπουν οι μαθητές και οι οικογένειες σε διαδικασίες «τυχαιότητας» για να διαπιστώνεται ετησίως κάτι που είναι ήδη γνωστό;
Αρα το όλο θέμα είναι ασχολίαστο! Οι εκπαιδευτικοί, γνωρίζοντας την κατάσταση, θα καγχάζουν με την επαγγελία συμβουλευτικής και επαγγελματικού προσανατολισμού σε όλα τα σχολεία τής χώρας, προκειμένου οι μαθητές να επιλέξουν σωστά. Ελλειψη επαφής με την πραγματικότητα;
Τα πορίσματα του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία που έγινε το 2009 εφαρμόστηκαν ποτέ;
Εύλογη ερώτηση: αξιοποιήθηκε ο πιο αντιπροσωπευτικός και ουσιαστικός Εθνικός Διάλογος που έγινε για την Παιδεία μας το 2009; Η απάντηση είναι: όχι. Ιχνη του μόνον, κι αυτά με στρεβλώσεις που δεν αξιοποιούν τις βασικές θέσεις του στην επίλυση οξέων προβλημάτων.
Μιλώντας για την εισαγωγή στα Πανεπιστήμια, δύο είναι τα κύρια στοιχεία τού δικού μας Εθνικού Διαλόγου:
1. Δημιουργία Εθνικού Εξεταστικού Φορέα (υπό την εποπτεία τού υπουργείου Παιδείας) που θα διεξάγει σε μόνιμη βάση τις Εισαγωγικές Εξετάσεις, με αδιάβλητο τρόπο, με αντικειμενικότητα και με δυνατότητα επανάληψης για βελτίωση βαθμολογίας σε υποψηφίους που έχουν υστερήσει σε ένα ή δύο αντικείμενα. Τις εξετάσεις θα διενεργούν και θα διορθώνουν έμπειροι εκπαιδευτικοί με αδιάβλητα συστήματα ουσιαστικής αξιολόγησης, με επικεφαλής επιστήμονες ειδικούς στα θέματα αξιολόγησης.
2. Αντί τής τρίωρης πανελλαδικής εξέτασης, σημαντικό βαθμό στην εισαγωγή των υποψηφίων στα ΑΕΙ θα έχει η επίδοσή τους στα τρία χρόνια τού Λυκείου με την καθιέρωση συστήματος (μέσα από τον Εθνικό Εξεταστικό Φορέα) αδιάβλητης αντικειμενικής αξιολόγησης.
3. Το Λύκειο σε όλη του την έκταση δεν είναι φροντιστήριο προετοιμασίας για τις εξετάσεις στα ΑΕΙ. Είναι χώρος γενικής παιδείας: καλλιέργειας τής γνώσης, τής σκέψης, τής κοινωνικής ευαισθησίας και τής αίσθησης ευθύνης των μαθητών ως αυριανών πολιτών. Ετσι μόνο μπορεί το Λύκειο να επανακτήσει το κύρος διδασκόντων και διδασκομένων και τη βαρύτητά του ως κύριας εκπαιδευτικής βαθμίδας.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για την κυβέρνηση που θα προκύψει από τις προσεχείς εκλογές θα είναι η καθιέρωση ενός τέτοιου Εθνικού Φορέα που θα λύσει μια για πάντα το πρόβλημα τής εισαγωγής στα ΑΕΙ.