Δεν είναι τώρα που η πολιτεία αποσκορακίζει τα Λατινικά Γράμματα. Υπήρχε βέβαια πάντα στο βάθος της συνείδησης των σχεδιαστών της ύλης της ελληνικής εκπαίδευσης η πάγια ευρωπαϊκή αντίληψη πως όταν λέμε κλασική παιδεία εννοούμε συλλήβδην τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά κείμενα. Αλλά έχω την εντύπωση πως μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, ίσως και γιατί στις υπόγειες εγγραφές μάς είχε δημιουργηθεί μια άπωση για τη φασιστική Ιταλία, αυτή η εντύπωση συμπαρέσυρε και τη μεγάλη πολιτιστική προσφορά των Ρωμαίων σε αυτό που ονομάστηκε Κλασικισμός και συνδέθηκε με την Αναγέννηση των γραμμάτων και των επιστημών στην Ευρώπη και σ’ όλο τον κόσμο.
Εχοντας πατέρα φιλόλογο βρήκα στη βιβλιοθήκη εκτός από λατινικά ιστορικά, ρητορικά και ποιητικά κείμενα (Οράτιο, Βιργίλιο, Σενέκα, Ιούλιο Καίσαρα) δύο – τρία ογκώδη λατινοελληνικά και ελληνολατινικά λεξικά. Οταν έδωσα εξετάσεις το 1955 στη Φιλοσοφική Σχολή, χωρίς φροντιστήριο, στη μικρή επαρχιακή μου γενέθλια πόλη, με αυτά τα λεξικά και αυτά τα κείμενα προετοιμάστηκα και έγινα δεκτός στη Σχολή. Η ύλη που εξετάστηκα για να εισαχθώ ήταν ολόκληρο το λατινικό κείμενο του Ιούλιου Καίσαρα «De bello civico» και ολόκληρο το κείμενο «De bello gallico» («Περί Εμφυλίου Πολέμου», «Περί Γαλατικού Πολέμου»). Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πως για να γίνεις δεκτός πριν από 60 χρόνια στο πανεπιστήμιο έπρεπε να ξεψαχνίσεις όχι απλώς έναν σημαντικό ιστορικό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά έναν αυτοκράτορα που δημιούργησε την ακμή της Αυτοκρατορίας. Εξάλλου ενεργοί στρατιωτικοί ήταν και οι μεγάλοι έλληνες ιστορικοί, ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφών, ο Πολύβιος. Ηταν σαν να διδάσκαμε σήμερα ευρωπαϊκή ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με εγχειρίδια τα Απομνημονεύματα του Τσόρτσιλ (Βραβείο Νομπέλ, παρακαλώ), του Ντε Γκολ, του Μολότοφ.
Οταν μάλιστα είχαμε δάσκαλο πλήρη φιλόλογο, δηλαδή κάτοχο και των Αρχαίων Ελληνικών και των Λατινικών, μυηθήκαμε, όχι όπως κατάντησε η διδασκαλία των Λατινικών σε γραμματοσυντακτικές παπαγαλίες, αλλά στην ουσία της ποιητικής ή της πολιτικής αξίας των λατινικών γραμμάτων. Επιτρέψτε μου πάλι κάποιες προσωπικές αναφορές, αλλά δεν διαθέτω άλλες στην εποχή που ζούμε. Ετσι λοιπόν, όταν ο αείμνηστος καθηγητής μου (αργότερα αστέρας στη Βαρβάκειο Σχολή) Αθανάσιος Φλώρος μας δίδασκε Οράτιο, σ’ όσους από εμάς είχε διαβλέψει μια έφεση προς την ποιητική δημιουργία (του εμπιστευόμασταν τα πρώτα ποιητικά μας κείμενα), μας προέτρεπε να ασκήσουμε την έως τότε τεχνική μας περιουσία (μετρική, συνίζηση κ.τ.λ.) στη μετάφραση λατινικών ποιημάτων. Τα πρώτα μεταφράσματά μου από άλλη γλώσσα ήταν Ωδές του Οράτιου, δίπλα σε μεταφράσεις από τον Βερλέν, σπουδαστής τότε του Γαλλικού Ινστιτούτου. (Το πρώτο στη ζωή μου δημόσιο κείμενο έχει φιλοξενηθεί στη «Φιλολογική Βραδυνή» το 1954 και ήταν ποίημα του Βερλέν, ήμουν 16 χρονών). Γι’ αυτό η γενιά μου οφείλει ευγνωμοσύνη στους δασκάλους της. Ποιος σήμερα δάσκαλος θα έπειθε τον μαθητή του να μεταφράσει Οράτιο (μέγιστο λυρικό ποιητή), όχι γιατί δεν αγαπά την ποίηση, αλλά επειδή κατά κανόνα δεν γνωρίζει Λατινικά, καθώς ως απόφοιτος όχι του Κλασικού Τμήματος της Φιλοσοφικής, αλλά άλλων τμημάτων (Ιστορικού, Αρχαιολογικού, Ψυχολογικού, Παιδαγωγικού, Φιλοσοφικού) δεν διδάχτηκε (και πώς να τα διδάξει;) Λατινικά και μάλιστα Οράτιο ή Γιουβενάλι (ισάξιο με τους έλληνες σατιρικό ποιητή).
Φοβάμαι πως στις μέρες μας αν ένας διευθυντής Λυκείου αντιπαθεί έναν καθηγητή του, θα του αναθέσει να διδάξει Λατινικά! Για να αντιληφθείτε την απαξίωση αυτής της θεμελιώδους για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό γλώσσας και λογοτεχνίας, θα θυμίσω σε γενιές μαθητών εδώ και πενήντα χρόνια πως διδάσκονταν από ένα εγχειρίδιο που είχε απλοϊκά κείμενα κατασκευασμένα από τους συγγραφείς, έτσι ώστε σε κάθε κεφάλαιο να επικρατούν γραμματικά ή συντακτικά φαινόμενα (πρώτη κλίση, υποτακτική, ανώμαλα επίθετα, επιρρήματα, κ.τ.λ.). Και το κλου: το υπουργείο Παιδείας για να «διευκολύνει» τους άπειρους καθηγητές Λατινικής, τους εφοδίαζε με βιβλίο όπου τα κείμενα ήταν μεταφρασμένα! Με την εντολή να μη δοθεί στους μαθητές! Ξέρετε εσείς κανέναν καλό δάσκαλο να έχει στο συρτάρι του την επίσημη μετάφραση στην οποία οι μαθητές του να έδιναν Πανελλήνιες Εξετάσεις και δεν θα τους ενημέρωνε; Παίρναν φωτιά τα φωτοτυπικά. Ετσι, στη συνειδητά αλατίνιστη εκπαίδευση, το ποσοστό των επιτυχόντων φοιτητών στη Φιλοσοφική που είχε διαγωνιστεί στα Λατινικά έφτανε το ογδόντα τοις εκατό, το άριστα! Υπήρξαν περιπτώσεις μαθητών μου που βαθμολογήθηκαν με 18 στα Λατινικά και με 3 στην Εκθεση.
Αρα, ορθά ο υπουργός Παιδείας κατάργησε το μάθημα – ρεζίλι; Οχι βέβαια, γιατί γελάει από τον τάφο της η Ρομιγί που πριν από χρόνια, επικεφαλής χιλιάδων νέων και δασκάλων, διαδήλωσε στο Παρίσι πρώτα για τη διατήρηση των Λατινικών στα Λύκεια και ύστερα για να μην καταργηθεί από τη γαλλική γλώσσα η αξάν σιρκονφλέξ (περισπωμένη) που δεν προσφέρεται! Αλλες εποχές, άλλοι δάσκαλοι!!
Βέβαια, με τον τρόπο που διδάσκονταν και με την έλλειψη λατινομάθειας των δασκάλων, καλύτερα να εξαφανιστούν. Αλλά ερωτώ: θα διόριζες καθηγητή των Αγγλικών, των Γαλλικών, των Γερμανικών στο ελληνικό Γυμνάσιο και Λύκειο δασκάλους που δεν ξέρουν Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά;
Αλλά ένας νεοδιόριστος καθηγητής (τι λέω; Ενας προσληφθείς με σύμβαση εργασίας οκτώ μηνών), ο πτυχιούχος του Αρχαιολογικού ή του Ψυχολογικού Τμήματος στην Αταλάντη ή στο Δομοκό ή στο Καρπενήσι, θα τολμούσε να αρνηθεί να διδάξει Λατινικά αν του τα ανέθετε ο διευθυντής;
Να ‘ναι καλά το εγχειρίδιο με το μεταφρασμένο κείμενο στο συρτάρι και ο ενθουσιασμός των μαθητών για την κατανόηση του δασκάλου που τους το εγχειρίζει.
Αν είναι έτσι να συνεχιστεί ο εξευτελισμός μιας ακρογωνιαίας λίθου του ανθρωπιστικού εκπαιδευτικού ιδεώδους, ποτέ και σώσει.
Χρόνια φωνάζω πως το ρωμαϊκό θέατρο είναι επί ίσοις όροις κληρονομιά της ανθρωπότητας. Γιατί δεν παίζονται στην Επίδαυρο Πλαύτος, Τερέντιος, Σενέκας. Οταν ο αείμνηστος Ευαγγελάτος σκηνοθέτησε με το ΚΘΒΕ τη «Μήδεια» του Σενέκα σε μετάφραση του μακαρίτη Τάσου Ρούσσου με τη Βαλάκου έκανε πιένες. Παίχτηκε στο Ηρώδειο δύο βραδιές με 8.000 θεατές!
Το ευρωπαϊκό θέατρο είναι παιδί όχι του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη. Είναι παιδί του Μένανδρου και ο Μένανδρος είναι ο θεατράνθρωπος που ξεζούμισαν οι ρωμαίοι κωμικοί και δραματικοί ποιητές, τους οποίους ξεζούμισαν ο Σαίξπηρ, ο Μολιέρος, ο Γκολντόνι, ο Μακιαβέλι, ο Ρουτζάντε αλλά και ο Γκόγκολ και ο Πούσκιν και όλη η κομέντια ερουντίτα (λόγια) και η κομέντια ντελ άρτε (επαγγελματιών μίμων).
Την εποχή μας, που βρέθηκε ένας ταμένος λατινιστής δάσκαλος πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός να μεταφράσει εξαίσια ένα μείζον ποιητικό κείμενο όχι μόνο της Λατινικής αλλά της παγκόσμιας λογοτεχνίας, την «Αινειάδα» του Βιργίλιου, βρέθηκε πολιτική ηγεσία να διαγράψει από την παιδεία μας μια ωκεάνια γλώσσα. Και αντί χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς δεσμεύσεις ηλιθιώδεις να αναβαθμίσει αυτόν τον πολιτισμό μέσω των κειμένων του δημιουργώντας στην εκπαίδευση ειδίκευση Διδασκαλία της Λατινικής Γλώσσας, όπως, βρε αδελφέ, η Χημεία, η Γυμναστική, η Κοινωνιολογία. Που δεν είναι νεκρή, αφού τα κείμενά της πάλλονται.
Ας τολμήσει ο υπουργός έτσι για να εξιλεωθεί, να παραγγείλει σε δυο – τρεις λατινομαθείς φιλολόγους πανεπιστημιακούς να σχηματίσουν μια ανθολογία ποιητική της Λατινικής γλώσσας (πρωτότυπο κείμενο και απέναντι μετάφραση) και να διανείμει το πόνημα στην Εκπαίδευση ως ελεύθερο ανάγνωσμα, χωρίς λογοκρισία (ούτε στα ερωτικά τολμηρά ποιήματα) να δούμε πόσοι θ’ αντέξουν και το μεγαλείο της ποίησης και την τόλμη των ιδεών, των αισθημάτων και των ηθών.
Αλήθεια μήπως φοβούνται αυτά τα κείμενα; Να το πω αλλιώς; Ποιος φοβάται τη ροκ λατινική ποίηση;