Η ΩΡΑ ήταν περασμένες 3 τα χαράματα. Πρωτομαγιά του 1976, ακριβώς 21 χρόνια

πριν. Στο προαύλιο του Γενικού Κρατικού μόνος ο Κώστας Ξύδης, που μόλις έχει

μάθει, αυτός πρώτος, ότι ο στενός του φίλος και συναγωνιστής Αλέκος

Παναγούλης, είναι νεκρός, «υποδέχεται» τη μάνα του βουλευτή, την Αθηνά.

«Με βλέπει στο προαύλιο ­ αφηγείται. Αγωνία. Ρωτούσε εάν βρήκα γιατρούς ­

ήξερε μόνο ότι είχε χτυπήσει.

­ Δεν μπορείς να τον δεις.

Μπαίνει στον

προθάλαμο.

­ Γιατρέ, είμαι η μητέρα του.

­ Δεν μπορείτε να μπείτε.

Σταμάτησε για λίγο. Κατάλαβε.

­ Γιατρέ, μήπως είναι νεκρός;

­ Κυρία

Παναγούλη, εγώ απλώς διαπίστωσα το θάνατό του.

Την πήρα. Βγήκαμε στο

προαύλιο. Κάθησε στο πεζούλι. Ξέσπασε σε κλάματα (…)».

Χθες, η σκηνή

αυτή ­ μία μόνο σκηνή από τη ζωή, τη δράση και το θάνατο του Αλέκου Παναγούλη

­ ξαναζωντάνεψε στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ κατά την παρουσίαση του βιβλίου του

δημοσιογράφου Κώστα Μαρδά «Αλέξανδρος Παναγούλης – Πρόβες θανάτου». Ένα βιβλίο

– βιογραφία βασισμένο στο αρχείο του Αλέκου Παναγούλη και της οικογένειάς του

και σε αποκαλυπτικές μαρτυρίες για τη ζωή και τον θάνατό του.

«Τα

ερωτήματα για το θάνατο του Αλέκου Παναγούλη παραμένουν», τόνισε ο συγγραφέας

καθώς, όπως γράφει, με τα στοιχεία της έρευνας «τεκμηριώνεται η παρουσία ενός

τρίτου αυτοκινήτου»…

Οι νύξεις για τα αίτια του θανάτου «του Παναγούλη

των Ελλήνων», όπως θέλει «τον ήρωα της νεότερης ιστορίας μας» ο Κ. Μαρδάς,

είναι πολλές στο βιβλίο: «Ο θάνατός του, είπε ο συγγραφέας, που μαζί με τον

αδελφό του Αλέκου, τον Στάθη, παρουσίασε το βιβλίο, συνέπεσε με την έρευνα που

έκανε για τα αρχεία της ΕΣΑ».

Μία μόλις εβδομάδα πριν από το θάνατο του

Παναγούλη, στις 24 Απριλίου 1976, με διαταγή του επιτρόπου του Στρατοδικείου

Μιχάλη Ζούβελου, είχε απαγορευτεί η δημοσίευση μέρους των αρχείων που είχε

ξεκινήσει 6 ημέρες πριν, από «ΤΑ ΝΕΑ». Των αρχείων που είχε ανακαλύψει ο

Αλέκος Παναγούλης στο σπίτι του ταγματάρχη της ΕΣΑ Ν. Χατζηζήση, με

διευκόλυνση της γυναίκας του.

Η δικαστική απαγόρευση μπλόκαρε τη

δημοσίευση των εγγράφων για τον αείμνηστο Ευάγγελο Αβέρωφ, την πολιτική της

«γέφυρας», αλλά και τη σχέση του με το Κίνημα του Ναυτικού. Δύο από αυτά τα

έγγραφα «για λόγους ιστορικής μνήμης», όπως γράφει, τα παραθέτει στο βιβλίο

του ο Κ. Μαρδάς.

Το πρώτο είναι μία περίληψη του περιεχομένου ανάκρισης

του Ε. Αβέρωφ στις 11/7/73 όπου ­ κατά το σημείωμα ­ παραδέχεται τις επαφές

του για το Κίνημα του Ναυτικού. Το δεύτερο είναι ένα δακτυλογραφημένο κείμενο

του Ε. Αβέρωφ σε επιστολόχαρτο με τυπωμένο το όνομά του που συνόδευε άλλο

ανυπόγραφο σημείωμα 9 σελίδων με οδηγίες στον Φαίδωνα Γκιζίκη για «τη

μετεξέλιξη της χούντας σε ένα είδος ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού».

Όπως

προκύπτει από το έγγραφο, η «Μεθόδευσις Λύσεως του Επικινδύνου Αδιεξόδου», που

πρότεινε ο Ε. Αβέρωφ, περιελάμβανε σειρά από βήματα: επιλογή προσώπου

«εμπνέοντος εμπιστοσύνη», ανάθεση σ’ αυτό της πρωθυπουργίας, εξαγγελία

κυβερνητικού προγράμματος και μετασχηματισμό της κυβέρνησης. Ως πρώτη ενέργεια

ο Ε. Αβέρωφ προτείνει την ανακοίνωση από τον νέο πρωθυπουργό ότι «η επάνοδος

εις τον ομαλόν δημοκρατικόν βίον δεν γίνεται απ’ την μίαν ημέραν εις την

άλλην» και ότι «πριν απ’ όλα επείγει ο λαός ν’ αποκτήση φωνήν». Και προτείνει

να δημοσιευτεί νόμος περί Τύπου που «δεν θα αφήνει θέσιν εις τον κιτρινισμόν,

αλλά θα επιτρέπει κάθε λογικήν δημοκρατικήν ελευθερίαν».

Προλογίζοντας το

βιβλίο ο Στάθης Παναγούλης, επισήμανε μεταξύ άλλων ότι «η Πολιτεία λησμόνησε

τον σύγχρονο τυραννοκτόνο γιατί δεν είχε πάτρωνες από κανένα κόμμα…». Σήμερα

στις 12 το μεσημέρι η οικογένεια και οι συναγωνιστές του τελούν μνημόσυνο στο

Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, που, όπως υπογραμμίζουν 50 αντιστασιακοί οι οποίοι

αποτελούν την Επιτροπή Πρωτοβουλίας, «είναι το πρώτο βήμα για την ανάδειξη της

προσωπικότητας και της σκέψης του μάρτυρα της δημοκρατίας».