Τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου του 1996 ένα νεαρό ζευγάρι βρίσκεται με το

αυτοκίνητό του σε παράδρομο του Αττικού Άλσους στο Γαλάτσι. Ξαφνικά ο Σταύρος

Δημητριάδης αντιλαμβάνεται την παρουσία κάποιων ηδονοβλεψιών. Βγαίνει έξω,

τους φωνάζει να απομακρυνθούν και αρχίζει να τους καταδιώκει. Το κυνηγητό δεν

κρατάει για πολύ μέσα στο σκοτάδι. Μερικές δεκάδες μέτρα πιο μακριά, τους

προλαβαίνει και συμπλέκεται μαζί τους. Τότε ένας απ’ αυτούς, το πιθανότερο

επειδή φοβήθηκε μήπως αναγνωριστεί αργότερα από την Αστυνομία, χτυπάει μ’ ένα

μικρών διαστάσεων μαχαίρι τον νεαρό στον μηρό. Αυτός όμως δεν αποθαρρύνεται

και συνεχίζει την καταδίωξη. Δυστυχώς όμως, ελάχιστα λεπτά αργότερα, πέφτει

νεκρός από ακατάσχετη αιμορραγία. Περίπου ένα χρόνο αργότερα, ένας άλλος νέος,

ο 21χρονος Νικήτας Κορωνιός, βρίσκεται με τη φίλη του, τα ξημερώματα της 13ης

Μαΐου, πίσω από το θέατρο του Λυκαβηττού. Μόλις έχουν θέσει σε κίνηση το

αυτοκίνητό τους όταν αντιλαμβάνονται να τους παρακολουθούν τρεις άγνωστοι. Ο

Κορωνιός, θέλοντας να προφυλάξει τη συνοδό του, βγαίνει από το αυτοκίνητο και

συμπλέκεται μαζί τους. Λίγο μετά δολοφονείται από κτύπημα με μαχαίρι. Οι

αστυνομικές αρχές δεν συσχετίζουν τα δύο εγκλήματα. Έχουν προχωρήσει σε

έρευνες σε στέκια ηδονοβλεψιών αλλά και αλλοδαπών και έχουν κάνει εκατοντάδες

προσαγωγές στην Ασφάλεια. Μέχρι σήμερα δεν έχουν την παραμικρή ένδειξη, ενώ

και οι δύο υποθέσεις απασχολούν πολύ έντονα τις υπηρεσίες.


Νικήτας Κορωνιός. Μαχαιρώθηκε από άγνωστο στον Λυκαβηττό, μπροστά στα

μάτια της φίλης του, όταν προσπάθησε να αντισταθεί

Ο ΜΑΪΟΣ θα μπορούσε να πει κάποιος πως χαρακτηρίζεται ως ο «μαύρος μήνας της

Αστυνομίας», καθώς την ίδια χρονική περίοδο, με διαφορά περίπου ενός χρόνου το

ένα από το άλλο, δύο εγκλήματα παραμένουν ακόμη ανεξιχνίαστα.

Και στις δύο περιπτώσεις τα θύματα ήταν νέοι, γεγονός που αποτελεί έναν

επιπλέον λόγο για να ευαισθητοποιήσει τις διωκτικές αρχές: «Είναι από τις

δολοφονίες εκείνες που θα μπορούσαν να συμβούν στην κάθε οικογένεια. Στο παιδί

του οποιουδήποτε από εμάς. Και δυστυχώς εάν δεν προσεχθούν ανάλογες

καταστάσεις ίσως να θρηνήσουμε κι άλλους», σημειώνουν εκφράζοντας τους φόβους

τους οι αξιωματικοί της Ασφάλειας.

Έτσι, οι σχετικοί φάκελοι σχηματίζουν ένα ογκώδες ανακριτικό υλικό, το οποίο

κάθε φορά επανεξετάζεται. Οι ομοιότητες άλλωστε είναι πολλές. Το προχωρημένο

της ώρας, κοντά στις 4 τα ξημερώματα, κατ’ αρχάς. Οι απόμερες τοποθεσίες,

δηλαδή παράδρομοι στο Αττικό Άλσος και στον λόφο του Λυκαβηττού. Επιθέσεις με

μαχαίρι και κτυπήματα σε καίρια σημεία του σώματος των θυμάτων. Πιθανώς από

τον χώρο των ηδονοβλεψιών, σύμφωνα με τη γνωμάτευση της Ασφάλειας. Ωστόσο, για

την ώρα εκτιμούν ότι «δεν πρέπει να σχετίζονται μεταξύ τους».

Πράγματι, όπως εξηγεί ανώτατος αξιωματικός από τους επικεφαλής της έρευνας, η

δολοφονία του Σταύρου Δημητριάδη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και…

συμπτωματική: «Ο νεαρός, σύμφωνα με τη μαρτυρία της φίλης του, αντιλήφθηκε

περίεργες κινήσεις γύρω από το σταθμευμένο αυτοκίνητό του. Φώναξε και για

εκφοβισμό θέλησε να κυνηγήσει τους αγνώστους. Έτρεξε εναντίον τους και

προφανώς αυτοί στην προσπάθειά τους να ξεφύγουν τον μαχαίρωσαν στον μηρό. Ο

ίδιος κατόρθωσε να συνεχίσει την καταδίωξη και ύστερα από λίγες δεκάδες μέτρα

έπεσε στο έδαφος από ακατάσχετη αιμορραγία», αναφέρουν οι αστυνομικοί.

Από την πρώτη στιγμή και με δεδομένο τον φόβο των δραστών, οι οποίοι στη

συνέχεια εξαφανίστηκαν στα σκοτάδια της περιοχής, οι άνδρες της Ασφάλειας

σχημάτισαν την άποψη ότι πρόκειται για ηδονοβλεψίες. Έτσι, άρχισαν τις

προσαγωγές εκατοντάδων υπόπτων και την εξέτασή τους. Όμως τόσο από τις

μαρτυρίες τους όσο και από τα αποτυπώματα που βρήκαν στον τόπο του εγκλήματος

δεν μπόρεσαν να φθάσουν σε κάποιο αποτέλεσμα: «Δυστυχώς η ζημιά έγινε από έναν

μικρό σουγιά, όπως προέκυψε από την ιατροδικαστική έρευνα, που μπορεί να φέρει

ο κάθε φοβισμένος ηδονοβλεψίας. Όπως και όσοι εξετάσαμε εμφάνισαν ισχυρά

άλλοθι. Ακόμη και οι “παγίδες” που στήσαμε στην ευρύτερη περιοχή και για

πολλές εβδομάδες δεν απέδωσαν».

Αλλά και η περίπτωση του 21χρονου Νικήτα Κορωνιού, ο οποίος δολοφονήθηκε τον

περασμένο Μάιο πίσω από το θέατρο του Λυκαβηττού, παραμένει ακόμη ανεξιχνίαστη

για την Ασφάλεια. Οι αρχές, για την ώρα, παρ’ όλες τις ομοιότητες των δύο

φόνων, δεν τους συσχετίζουν: «Για τον Λυκαβηττό, το ζευγάρι είχε προηγουμένως

δει τρία άτομα που κατευθύνονταν προς το μέρος τους. Η ώρα ήταν προχωρημένη

βέβαια, αλλά από την περιγραφή που μπόρεσε να μας δώσει η κοπέλα προκύπτει πως

μάλλον επρόκειτο για αλλοδαπούς. Άλλωστε, τους τελευταίους μήνες οι

πληροφορίες μας για την περιοχή μιλούσαν για έντονη παρουσία αλλοδαπών στους

γύρω δρόμους, αλλά και στον ίδιο τον λόφο», λένε.

Αμέσως μετά τη δολοφονία, οι έρευνες επεκτάθηκαν σε όλα τα στέκια των

αλλοδαπών στην ευρύτερη περιφέρεια της Αττικής. Προσαγωγές υπόπτων και

καταγραφή των χαρακτηριστικών τους, καθώς και αντιπαραβολή με τα όσα ανέφερε

στην κατάθεσή της η φίλη του θύματος δεν οδήγησαν πουθενά. «Σε αυτή την

περίπτωση η δυσκολία ήταν ακόμη μεγαλύτερη, καθώς θα μπορούσαν οι δράστες να

είχαν φύγει ήδη από την Ελλάδα».

Από τότε και για όλους αυτούς τους μήνες η Ασφάλεια έχει εξαπολύσει

ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών. Η κοινωνική

άλλωστε κατακραυγή είναι τεράστια και το κόστος ανάλογο. Ωστόσο, παρά τις

συνεχιζόμενες έρευνες, η προειδοποίηση σε ζευγάρια να αποφεύγουν τέτοιες

ερημιές είναι αναπόφευκτη. Άλλωστε, όπως τονίζουν και οι αξιωματικοί της

Αστυνομίας, «ο φόβος φυλάει τα… έρημα…».