Ο Μπάμπης Τσουπράς ξεκίνησε μόνος του την περασμένη Παρασκευή από την
κατασκήνωση βάσης νούμερο τρία, που βρίσκεται στα 7.550 μέτρα. Είναι η
τελευταία πριν από την πολυπόθητη κορυφή του Νταουλαγκίρι. Ο αρχηγός της
αποστολής Γιάννης Κατριβάνος τον παρακολουθούσε από τη βάση.
|
|
Ο 36ΧΡΟΝΟΣ ορειβάτης έφθασε στην κορυφή, στα 8.167 μέτρα, στις τέσσερις το
απόγευμα.
Ύστερα από λίγο, πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Τον πρόλαβε όμως μια ξαφνική
χιονοθύελλα και τα ίχνη του χάθηκαν. Όταν πέρασε η ώρα χωρίς να φανεί ο
συναθλητής τους, οι υπόλοιποι Έλληνες οργάνωσαν ομάδα διάσωσης με Ιταλούς και
Ισπανούς ορειβάτες και πήγαν να τον βρουν.
Στα 7.900 μέτρα, όμως, αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες και να
γυρίσουν πίσω λόγω χιονοστιβάδων, χωρίς να καταφέρουν να βρουν ίχνη του άτυχου
ορειβάτη.
Αυτές είναι οι μόνες πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του ο πρόεδρος του
Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου κ. Θανάσης Κλαουδάτος, ο οποίος μίλησε με τον
αρχηγό της αποστολής μέσω δορυφορικού τηλεφώνου.
ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ
Υπολογίζεται πως οι υπόλοιποι ορειβάτες (Κατριβάνος, Κοτρωνάρος, Χατζής,
Τσιαντής), οι οποίοι συμμετείχαν στην αποστολή, θα επιστρέψουν στην Ελλάδα
γύρω στις 15 του μήνα.
Ο Μπάμπης Τσουπράς εθεωρείτο από τους πιο έμπειρους Έλληνες ορειβάτες.
Ασχολείτο με την ορειβασία εδώ και 15 χρόνια.
Ήταν ο μόνος από την ομάδα που είχε επισκεφθεί το Νταουλαγκίρι, την έβδομη
υψηλότερη κορυφή στον κόσμο και εξαιρετικά δύσκολη από τεχνικής πλευράς.
Ούτε όμως η προηγούμενη επιχείρηση είχε ευτυχή κατάληξη. Την περασμένη άνοιξη,
σε υψόμετρο 7.000, ο Νίκος Παπανδρέου σκοτώθηκε πέφτοντας σε μία χαράδρα. Τη
μοιραία στιγμή, ο Τσουπράς ήταν δίπλα του.
Η οροσειρά Νταουλαγκίρι Χιμάλ (8.167 μ.) εκτείνεται σε μήκος μεγαλύτερο των
100 χιλιομέτρων στο Κεντροδυτικό Νεπάλ. Δίπλα της βρίσκονται πολλές ακόμα
κορυφές, με ύψος μεγαλύτερο των 7.000 μέτρων.
Η νότια πλευρά της καλύπτεται από πυκνά δάση, λόγω της αυξημένης βροχόπτωσης
που δέχεται το καλοκαίρι. Μπροστά της απλώνονται οι καυτές πεδιάδες της
Ινδίας. Από την άλλη μεριά, οι απομονωμένες κοιλάδες στα βόρεια του
Νταουλαγκίρι είναι ίσως η ξηρότερη περιοχή του Νεπάλ.
Οι Έλληνες βετεράνοι των Ιμαλαΐων ξέρουν πως ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος
για να ζει σε τέτοια υψόμετρα. Οι συνθήκες είναι δύσκολες και «εχθρικές».
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ
Ο κ. Κώστας Τσιβελέκας είναι ο πρώτος Έλληνας που επιχείρησε να ανέβει στα
Ιμαλάια πριν από 15 χρόνια και ο πρώτος που έσπασε το φράγμα των 8.000 μέτρων,
σκαρφαλώνοντας το 1991 στο Τσο Ογιού (8.201 μέτρα).
«Ο καιρός σε τέτοια ύψη αλλάζει αστραπιαία. Πνέουν άνεμοι με 130 χιλιόμετρα
την ώρα και οι θερμοκρασίες είναι πολικές. Το 1996, ήμουν επτά ώρες μακριά από
την κορυφή του Έβερεστ, αλλά έπεσα σε θύελλα με -42 βαθμούς.
Εκατό μέτρα μακριά μου πέθαναν τρεις Ινδοί ορειβάτες. Αναγκάστηκα να γυρίσω πίσω».
ΕΝΑ ΑΠΟ τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ορειβάτες είναι οι
χιονοστιβάδες, όταν τεράστιοι όγκοι χιονιού και πάγου «ξεκολλούν» από τις
πλαγιές του βουνού και κατρακυλούν παρασέρνοντας τα πάντα στο διάβα τους.
Παράλληλα, πρέπει να αντιμετωπίσουν την έλλειψη οξυγόνου.
Εκεί ψηλά, ισοδυναμεί με το ένα όγδοο της ποσότητας που βρίσκεται στην
επιφάνεια της θάλασσας. «Η ανάσα σου γίνεται πολύ βαριά και σε δυσκολεύει»,
λέει ο κ. Τάσος Βασιλείου, ο οποίος έχει επιχειρήσει την αναρρίχηση στο
Έβερεστ δύο φορές. Σε αυτές τις συνθήκες, ο εγκέφαλος δεν οξυγονώνεται και ο
ορειβάτης δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις με καθαρό μυαλό. «Αν δεν βρίσκεσαι σε
άριστη ψυχολογική και σωματική κατάσταση, δεν πρέπει να συνεχίσεις. Γιατί δεν
αρκεί μόνο να πας στην κορυφή.
Πρέπει και να επιστρέψεις. Χρειάζεται να κάνεις εξοικονόμηση δυνάμεων για να
γυρίσεις πίσω». Η επιστροφή είναι εξίσου δύσκολη, καθώς μάλιστα, «το όραμα της
κορυφής δεν υπάρχει πλέον για να σε καθοδηγεί». Πάντως, τα δυστυχήματα των
τελευταίων μηνών δεν αποθαρρύνουν τους ορειβάτες από τη συνέχιση της
προσπάθειάς τους. Τον επόμενο Μάρτιο ετοιμάζεται νέα αποστολή από τον Αθηναϊκό
Ορειβατικό Σύνδεσμο, με αρχηγό τον πρόεδρό του κ. Τσιβελέκα, για την κατάκτηση
της κορυφής Σίσα Μπάγκμα (8.046 μέτρα).
Ο ίδιος την είχε πατήσει πριν από τρία χρόνια. Αυτό όμως δε σημαίνει τίποτα.
Στόχος μου δεν είναι μόνο να την κατακτήσω ξανά, αλλά να βοηθήσω τους νέους
ορειβάτες να τα καταφέρουν και αυτοί».