Οι άνθρωποι που σημάδεψαν την κοινωνική και πνευματική ζωή του αιώνα που

φεύγει, όπως τους σκιαγραφούν ειδικοί συνεργάτες των «ΝΕΩΝ»

Για τους περισσότερους, η Πηνελόπη Δέλτα είναι ένα μυθικό πρόσωπο, που

γνωρίσαμε στα παιδικά μας χρόνια μέσα από τα βιβλία της. Βιβλία γραμμένα σε

μία εποχή όπου ο δημοτικισμός ισοδυναμούσε με κοινωνική επανάσταση,

επανεκδίδονται συνεχώς, ανεξάρτητα από τους χαρακτηρισμούς, εθνικιστικά,

πατριδοκαπηλικά ή απλά πατριωτικά, που τους αποδόθηκαν σε διάφορες εποχές.

Γεννημένη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1874, ήταν το τρίτο παιδί του

Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη. Μεγαλύτερα αδέλφια της: η

Αλεξάνδρα και ο Αντώνης, ο γνωστός Τρελαντώνης του ομώνυμου βιβλίου της. Μετά

τη γέννηση της Πηνελόπης ακολούθησαν άλλα τρία παιδιά, ο Κωνσταντίνος (που

πέθανε σε ηλικία 2 χρόνων), ο Αλέξανδρος και η Αργίνη. Η Πηνελόπη ήταν από

μικρή πολύ ευαίσθητη, πράγμα που δυσκόλευσε την προσαρμογή της στις αυστηρές

αρχές ανατροφής της οικογένειας Μπενάκη. Οι ευαισθησίες αυτές μας

αποκαλύπτονται με τα αυτοβιογραφικά κείμενά της, που άρχισαν να εκδίδονται από

το τέλος της δεκαετίας του 1970.

Γύρω από το στενό οικογενειακό κύκλο της οικογένειας Μπενάκη, βρίσκεται ο

πλατύτερος κύκλος της ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας. Είναι η πιο

πλούσια, κλειστή και εκλεκτή ξένη παροικία της πόλης, μιας πόλης που παραμένει

η πιο ελληνική της Μέσης Ανατολής, αλλά και με έντονα κοσμοπολίτικα χαρακτηριστικά.

Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον του παροικιακού Ελληνισμού, που το περιέγραψε και

ανέλυσε καίρια ο Στρατής Τσίρκας στη μελέτη του για τον Καβάφη, οι κοινωνικές

σχέσεις της οικογένειας καθορίζονται από τις συγγενικές διασυνδέσεις και από

τις εμπορικές επαφές του πατέρα Εμμανουήλ Μπενάκη. Αυτές θα καθορίσουν

αργότερα και τα συνοικέσια, που σκοπεύουν στη διατήρηση της εμπορικής δύναμης.

Οι εμπορικές συναλλαγές πραγματοποιούνται κυρίως με την Αγγλία. Οι οικονομικές

αυτές σχέσεις θα προσδιορίσουν και τον ιδεολογικό προσανατολισμό: ο Μπενάκης

εντάσσεται στην Τρικουπική και τη Βενιζελική παράδοση. Συμμετέχει μ’ αυτό τον

τρόπο στη «νίκη της αστικής τάξης» και, ύστερα από την επανάσταση στο Γουδί,

στην προσπάθειά της για τη «διοργάνωση ενός συγχρόνου κράτους κατά τα πρότυπα

της φιλελεύθερης δύσης», όπως αναφέρει ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος. Ο Εμμανουήλ

Μπενάκης θα εγκατασταθεί στην Αθήνα και το 1910 θα γίνει υπουργός του

νεοσύστατου υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στην Κυβέρνηση Βενιζέλου.

Στα 17 της χρόνια, η Πηνελόπη Μπενάκη κάνει την είσοδό της στην κοσμική ζωή

της Αλεξάνδρειας. Πίσω από την επιφανειακά ανέμελη αυτή ζωή υπάρχει πάντα η

σκέψη των γονιών της για τον γάμο. Γάμος, όμως, που θα είναι αποφασισμένος από

αυτούς και που θα εξυπηρετεί την επιχειρηματική δραστηριότητα του πατέρα. Έτσι

προκύπτει ο γάμος με τον Στέφανο Δέλτα.

Μπορεί ο γάμος αυτός να μην ξέφυγε από τους καθιερωμένους οικογενειακούς

προσχεδιασμούς, ο Στέφανος Δέλτα, ωστόσο, με τη φαναριώτικη καταγωγή, έφερνε

μαζί του μια πλούσια πνευματική παράδοση, που έπαιξε βασικό ρόλο στην εξέλιξη

της Πηνελόπης Δέλτα. Έγραφε ο ίδιος στη δημοτική και έτσι δεν του ήταν

άγνωστος ο κύκλος των πρώτων δημοτικιστών, με τους οποίους θα συνδεθεί από το

1905 και η γυναίκα του: Πέτρος Βλαστός, Κωστής Παλαμάς, Γιάννης Βλαχογιάννης,

Αργύρης Εφταλιώτης κ.ά.

Το 1905 βρίσκει την οικογένεια Δέλτα στην Αλεξάνδρεια, όπου ο Στέφανος

εργάζεται στις επιχειρήσεις του πεθερού του. Η χρονιά αυτή είναι ένας

καθοριστικός σταθμός στη ζωή της Δέλτα. Τον Φεβρουάριο μετατίθεται εκεί ως

υποπρόξενος ο Ίων Δραγούμης. Η Πηνελόπη Δέλτα γνωρίζεται μαζί του όταν εκείνη

είναι 31 ετών και εκείνος 26. Εκείνος πρώτα, εκείνη λίγο αργότερα ανακαλύπτουν

πως αυτό που τους συνδέει δεν είναι μια απλή φιλική σχέση. Και φουντώνει

μεταξύ τους ένας έρωτας, που μάταια προσπαθούν να τον σβήσουν με τον χρόνο και

την απόσταση που τους χωρίζει: εκείνη στην Αλεξάνδρεια και αργότερα στη

Γερμανία κυρίως· εκείνος στο Δεδέαγατς (Αλεξανδρούπολη) και αργότερα στην

Πόλη. Θα συναντηθούν, όμως, στην Κηφισιά. Εκεί μπροστά στο ανέφικτο η Πηνελόπη

θα κάνει δύο διαδοχικές απόπειρες αυτοκτονίας. Από τότε, ο θάνατος θα τους

ακολουθεί σε κάθε τους βήμα. Η Δέλτα δεν μπορεί, δεν θέλει να κρύψει τον έρωτά

της, τον ομολογεί στον άνδρα της διότι θέλει να είναι ειλικρινής. Ελπίζει πως

θα αποκτήσει κάποτε την ελευθερία της. Όμως σκοντάφτει πάντα στους

οικογενειακούς φραγμούς, αλλά και στη δικιά της αίσθηση του καθήκοντος

απέναντι στον άνδρα της και τα παιδιά της.

Οικογενειακή φωτογραφία της οικογένειας Δέλτα στη Φρανκφούρτη γύρω στα 1909

Η πλατωνική αυτή σχέση της Πηνελόπης Δέλτα με τον Ίωνα Δραγούμη τελειώνει στα

1912, όταν αυτός συνδέεται με τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Από τότε, η Πηνελόπη Δέλτα

θα φορέσει μαύρα ρούχα ώς το τέλος της ζωής της. Το πάθος της, όμως, για τον

Δραγούμη μένει άσβεστο και την συνοδεύει μέχρι τον θάνατό της: οι δύο χιλιάδες

και πλέον χειρόγραφες σελίδες της περιγραφής της σχέσης αυτής είναι χαρακτηριστικές.

Όπως είδαμε παραπάνω, ο Στέφανος Δέλτα ήταν ένας μορφωμένος άνθρωπος και έδωσε

πολλά πράγματα στη γυναίκα του. Αυτός είναι που την φέρνει σε επαφή με τα

πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής και κυρίως με τους δημοτικιστές. Το 1909

δημοσιεύει το πρώτο της διήγημα στον «Λαό» της Πόλης, που εκδίδει ο Φωτιάδης.

Την ίδια χρονιά εκδίδεται και το πρώτο της παιδικό μυθιστόρημα, το «Για την

Πατρίδα», ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται στο Βυζάντιο. Από την επόμενη χρονιά

θα αρχίσει ν’ αλληλογραφεί με τον Gustave Schlumberger, τον κορυφαίο

βυζαντινολόγο της εποχής της. Λίγο αργότερα θα προκύψει το βυζαντινό

μυθιστόρημα, «Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου», καθώς και ένα ημιτελές που

δημοσιεύεται πολύ αργότερα, το 1983, «Το γκρέμισμα».

Η τελευταία επιστολή τής Π. Δέλτα

Η επανάσταση στο Γουδί και η απογοήτευσή της από τη στάση του Κωνσταντίνου την

ωθούν να γράψει το «Παραμύθι χωρίς όνομα», ένα από τα ωραιότερα και μεστά σε

μηνύματα μυθιστορήματά της. Να σημειώσουμε μόνο ότι το βασιλόπουλο του

μυθιστορήματος μπορεί να είναι είτε ο Βενιζέλος είτε ο Ίων Δραγούμης. Η ίδια η

Δέλτα, πάντως, αναφέρει στις ανέκδοτες ακόμη «Αναμνήσεις 1940» ότι είχε τον

Δραγούμη στο μυαλό της όταν το έγραφε και ότι το «Παραμύθι χωρίς όνομα»

γράφτηκε μέσα σε 10 ημέρες.

Το 1913 η οικογένεια Δέλτα εγκαθίσταται και πάλι στην Αλεξάνδρεια, έπειτα από

παραμονή 7 χρόνων στη Φρανκφούρτη, όπου ο Στέφανος Δέλτα είχε αναλάβει τη

διεύθυνση του γραφείου των επιχειρήσεων «Χωρέμη-Μπενάκη». Η παραμονή στην

Αλεξάνδρεια κρατά 3 χρόνια, ώς το 1916. Στη διάρκεια αυτής της παραμονής η

Δέλτα έγραψε μια σειρά από μικρά διηγήματα, που δημοσιεύονται σε εφημερίδες

της εποχής, όπως η «Εστία», και περιοδικά όπως ο «Λαός», που εκδίδει ο

Φωτιάδης στην Πόλη, και φυσικά το «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου», του

οποίου η Δέλτα είναι μέλος από το 1910.

Το 1916 οι Δέλτα εγκαθίστανται οριστικά στην Κηφισιά. Η Πηνελόπη Δέλτα αρχίζει

να συλλέγει υλικό για τον Μακεδονικό αγώνα και αρχίζει να κάνει τα πρώτα

σχεδιάσματα του «Μάγκα». Η χρονιά αυτή είναι σημαντική και για τις ελληνικές

πολιτικές εξελίξεις: τα «Νοεμβριανά». Ο πατέρας της Εμμανουήλ Μπενάκης,

δήμαρχος Αθηναίων από το 1914, συλλαμβάνεται. Η πρώτη πράξη της Δέλτα είναι να

καταστρέψει το πρώτο πολιτικό της ημερολόγιο, που ξαναρχίζει να το συμπληρώνει

από την επόμενη χρονιά με την περιγραφή των «Νοεμβριανών». Παράλληλα αρχίζει

να γράφει και το πολύ προσωπικό της ημερολόγιο, το «Turis Eburnea» (Πύργος από

ελεφαντόδοντο στην κατά λέξιν μετάφραση, σε μία πιο ελεύθερη απόδοση θα το

λέγαμε «Χρυσό Κλουβί»), όπου καταγράφει τις πιο ενδόμυχες σκέψεις της με μια

θαυμαστή αμεσότητα. Πολλές από τις καταγραφές αυτές περιέχουν κομμάτια του

ημερολογίου ή και κομμάτια από τα γραπτά του Ίωνα Δραγούμη.

Η Δέλτα συνεχίζει να γράφει τα γνωστά σε όλους μας βιβλία. Από το 1918 που

πρωτοπηγαίνει στη Μακεδονία σε αποστολή περίθαλψης των προσφύγων ώς το 1925

έχουμε μόνο μικρά δείγματα γραφής.

Η Πηνελόπη Δέλτα σε νεανική ηλικία, στην Αλεξάνδρεια

Το 1925 η Δέλτα εκδίδει τη «Ζωή του Χριστού». Για τη συγγραφή του βιβλίου

αυτού έχει μακρές συνομιλίες και αλληλογραφία με τον Χρύσανθο, Μητροπολίτη

Τραπεζούντος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Η δημοσιευμένη αλληλογραφία

τους, αλλά και τα διάφορα σημειώματα που βρίσκονται στο Αρχείο της, καθώς και

οι παρατηρήσεις στο δακτυλόγραφο του κειμένου, πριν αυτό πάρει την τελική του

μορφή, είναι χαρακτηριστικό αυτής της συνεργασίας. Ας μην ξεχνάμε και το

γεγονός ότι η Π.Σ. Δέλτα δεν ήταν θρήσκα και ο Μητροπολίτης Χρύσανθος την

εφοδιάζει με τα στοιχεία εκείνα που θα την προφυλάξουν από τυχόν προβλήματα με

την Εκκλησία: «Φρονώ ότι καλόν είναι ν’ ακολουθήσετε την παράδοσιν της

Εκκλησίας· αλλέως θα χαρακτηρισθήτε αιρετική και θα σας αφορίσουν οι

Δεσποτάδες!». Και σε άλλη επιστολή: «… ηύρα μερικάς από τας πηγάς. Φθάνουν

διά την ασφάλειάν σας…». Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη μητέρα της

που είναι θρήσκα, αλλά η οποία όμως δεν το διαβάζει ποτέ, όπως και τα άλλα

βιβλία της Δέλτα γιατί είναι γραμμένα στη δημοτική.

Η φιλία που συνδέει την Πηνελόπη Δέλτα με τον Μητροπολίτη είναι σημαντική και

η ανέκδοτη ακόμη αλληλογραφία των δύο συμπληρώνει σε μεγάλο βαθμό τα όσα

γνωρίζουμε για τη σχέση Δέλτα-Ίωνα Δραγούμη.

Την ίδια χρονιά, το 1925, εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα της αρρώστιας της,

που θα την ταλαιπωρήσουν μέχρι τον θάνατό της.

Το 1927, η Δέλτα αρχίζει να γράφει ένα μυθιστόρημα με σύγχρονο θέμα, τις

«Ρωμιοπούλες». Χωρίζεται σε τρεις τόμους και καλύπτει την ιστορία των ηρώων

από το 1895 ­ πτώση του Τρικούπη ­ ώς το 1920 ­ πτώση του Βενιζέλου. Η δράση

τοποθετείται στην Αθήνα. Ο πρώτος τόμος «Το Ξύπνημα», που ακολουθεί αρκετά

πιστά τις νεανικές αναμνήσεις της Δέλτα, καταλήγει στον γάμο της ηρωίδας και

εκφράζει και άλλες Ρωμιοπούλες, με τη δύσκολη κοινωνική τους μοίρα. Το

κεντρικό επεισόδιο «Η Λάβρα» καλύπτει τα πιο δραματικά γεγονότα της ηρωίδας

από το 1907 ώς το 1909. Ο τρίτος τόμος «Το Σούρουπο» καλύπτει την περίοδο

1914-1920. Εδώ το ιστορικό πλαίσιο με την έντονη παρουσία του Βενιζελισμού

διαγράφεται με πλούσια χρώματα και με πολλές παραπομπές στις εφημερίδες της

εποχής και άλλα δημοσιεύματα. Ο ήρωας, ο Βάσος Γαβράς, ο μεγάλος έρωτας της

Δέσποινας Δαπέργολα, που ζει τώρα με την Ερατώ Κρεμονέζε, παλιός

Μακεδονομάχος, θα πάει να πολεμήσει αεροπόρος στο μακεδονικό μέτωπο, όπου και

θα πέσει θύμα μιας παράξενης δολοφονίας. Η Δέσποινα Δαπέργολα γνωρίζει την

αλήθεια, η οποία άλλωστε θα αποκαλυφθεί. Και εκείνη μένει πάντα πιστή στη

μνήμη του.

Η Π. Δέλτα και ο Στέφανος Δέλτα στη δεκαετία του ’30

Βλέπει κανείς αμέσως το γενικό σχήμα και τις αντιστοιχίες με τη ζωή της Δέλτα.

Ακόμη και οι υποθήκες που δίνει στις Αναμνήσεις του 1899 για την ευτυχία των

παιδιών της υλοποιούνται στο μυθιστόρημα. Αν δούμε και τις αντιστοιχίες με τα

γνωστά της πρόσωπα, βρίσκουμε ότι ο Ίων Δραγούμης και ο γαμπρός της Αλέκος Δ.

Ζάννας είναι μακεδονομάχοι. Ο τελευταίος είναι και αεροπόρος που πολέμησε και

στο Μακεδονικό μέτωπο. Χαρακτηριστική η αντιστοιχία της Κρεμονέζε με την

Κοτοπούλη, καθώς και οι ιδιότητες που της αποδίδει.

Οι «Ρωμιοπούλες» τελειώνουν με την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές της 1ης

Νοεμβρίου του 1920. Και στην απελπισία της Δέποινας για την εθνική, την

ανεπανόρθωτη εθνική συμφορά, που συνδυάζεται πάντα στο μυαλό της με την

ανάμνηση του ιδανικού έρωτα και της μεγάλης αγάπης, μόνη λύση, μόνη φυγή: η αυτοκτονία.

Το μυθιστόρημα γράφεται από το 1927 ώς τον Δεκέμβριο του 1939. Στο διάστημα

αυτό η Δέλτα επεξεργάζεται και δημοσιεύει τρία από τα πιο σημαντικά της

βιβλία, τα πιο άρτια λογοτεχνικά «Τρελαντώνης» (1932), «Μάγκας» (1935) και

«Στα Μυστικά του Βάλτου» (1937).

Μετά τον θάνατο των γονιών της, το σπίτι των Δέλτα είναι πάντα ανοιχτό για τον

Βενιζέλο, που τους επισκέπτεται συχνά και απροειδοποίητα. Η απόπειρα κατά του

Βενιζέλου, στις 6 Ιουνίου 1933, γίνεται κατά την επιστροφή του από γεύμα στο

σπίτι των Δέλτα. Η περιγραφή που κάνει η Δέλτα για το γεγονός αποτελεί και ένα

συναρπαστικό πολιτικό κείμενο.

Τον Μάρτιο του 1940, δεν έχει αρχίσει να γράφει το μεγάλο δεύτερο

απομνημόνευμα, σημειώνει (υπάρχει πάντα η δικτατορία του Μεταξά): «Όταν

τελείωσα το έργο μου (εννοεί τις “Ρωμιοπούλες”) κατέθεσα τα όπλα. Είπα πως

μπορώ τώρα να πεθάνω, αρκεί να το δημοσιεύσουν τα παιδιά μου, σαν να

ελευθερωθούν οι ελληνικές ψυχές και συνειδήσεις. Αυτά τον περασμένο Δεκέμβριο.

Τώρα θέλω να δω την ελευθερία αυτή ψυχών και συνειδήσεων. Μα θα την δω άραγε;».

Τον Απρίλιο του 1940 ο Φίλιππος Δραγούμης της φέρνει μία σειρά από χαρτιά και

ημερολόγια του αδελφού του Ίωνα. Παρ’ όλο που η υγεία της είναι σε κακή

κατάσταση και έχει γραμματέα στην οποία υπαγορεύει τα κείμενά της, κάθεται και

γράφει άλλες περίπου 1.000 σελίδες για την ιστορία της με τον Ίωνα Δραγούμη.

Το αφήγημα αυτό κόβεται απότομα στη μέση μιας φράσης. Υποθέτουμε ότι είναι η

27η Απριλίου του 1941, ημέρα που αυτοδηλητηριάζεται καθώς μπαίνουν οι Γερμανοί

στην Αθήνα. Πεθαίνει 5 ημέρες αργότερα, δίνοντας την τελευταία παράκληση στα

παιδιά της: «Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του

κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας.

Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα». Στην ταφή της, στον κήπο της Κηφισιάς, ιερουργεί

μόνος ο παλιός φίλος Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος. Στην ταφόπετρά της χαράχτηκε

μόνο η λέξη «Σιωπή».

* Ο Αλ. Π. Ζάννας επιμελείται την έκδοση του Αρχείου της Πηνελόπης Σ. Δέλτα.