Όταν ξεκίνησε την εκστρατεία της για τη δημαρχία του Λονδίνου, η Γκλέντα

Τζάκσον ήταν ένα αουτσάιντερ. Έκτοτε δεν έγινε βέβαια φαβορί, αλλά η

δημοτικότητά της αυξάνει.

Γκλέντα Τζάκσον. Της έγιναν προτάσεις και από τους δύο άλλους υποψηφίους των Εργατικών.

Στη διάρκεια της πολυετούς σταδιοδρομίας της στην οθόνη και στο σανίδι, η

Γκλέντα Τζάκσον υποδύθηκε την πιστή σύζυγο, τη σαιξπηρική ερωμένη, το πλούσιο

κολ-γκερλ. Πρόσφατα συγκίνησε εκατομμύρια Βρετανίδες αποκαλύπτοντας τη

σωματική βία που υφίστατο από τον επί 17 χρόνια σύζυγό της, τον Ρόυ Χότζες,

αλλά και αργότερα από τον εραστή της, τον Άντυ Φίλλιπς. Τώρα διεκδικεί για τον

εαυτό της έναν ακόμη ρόλο ­ εκείνο του δημάρχου του Λονδίνου, του πρώτου που

θα εκλεγεί με καθολική ψηφοφορία στις 4 Μαΐου.

Βουλευτής Βορείου Λονδίνου του Εργατικού Κόμματος από το 1992, η 63χρονη πρώην

ηθοποιός, η οποία τιμήθηκε δύο φορές με Όσκαρ και καμιά από τις δύο δεν μπήκε

στον κόπο να πάει να πάρει το βραβείο, έχει αντιπάλους τον Στηβ Νόρρις των

Συντηρητικών, δύο άλλους Εργατικούς. Πρόκειται για τον αριστερό Κεν

Λίβινγκστον, γνωστό και ως «κόκκινο Κεν», τελευταίο δήμαρχο του Λονδίνου πριν

η Θάτσερ καταργήσει τη θέση και πρώτο στις σφυγμομετρήσεις, και τον Φρανκ

Ντόμπσον, ο οποίος είναι ο επίσημος «μπλαιρικός» υποψήφιος, το «πουλαίν» του

πρωθυπουργού που όμως δεν «τραβάει». Η δημοτικότητα της Τζάκσον έχει τόσο

αυξηθεί ώστε της έγιναν πρόσφατα προτάσεις και από τους δύο (εσωκομματικούς)

αντιπάλους της”«Είναι τίμια, ειλικρινής και τυγχάνει μεγάλης εκτίμησης μεταξύ

των Λονδρέζων», δήλωσε ο Λίβινγκστον και προσέφερε θέση αντιδημάρχου στην

Τζάκσον, την επί διετία υπουργό Μεταφορών του Μπλαιρ για την οποία είχε

δηλώσει άλλοτε πως είναι «ο πιο δεξιός υπουργός που είχε ποτέ το Εργατικό

Κόμμα».

Ο Φρανκ Ντόμπσον της έκανε επίσης προτάσεις και από την Ντάουνινγκ Στρητ

ακούγεται ότι η Γκλέντα Τζάκσον θα ήταν μία «καλή μπλαιρική υποψήφια» εναντίον

του Κεν Λίβινγκστον σε περίπτωση που ο Ντόμπσον δεν καταφέρει να αυξήσει τη

δημοτικότητά του. Υπέρ της, γράφει η «Γκάρντιαν», έχει το γεγονός ότι είναι

ένα «εθνικό πολιτιστικό μνημείο», μία πολιτικός με αρχές. Και μολονότι η

πολιτική σταδιοδρομία της δεν ήταν ως τώρα τόσο λαμπρή, οι Βρετανοί

δημοσιογράφοι συμφωνούν ότι αυτή η αυτοδημιούργητη γυναίκα που ξεκίνησε από

μια εργατική συνοικία του Μπίρκενχεντ για να γίνει κινηματογραφικός αστέρας

στη δεκαετία του ’70, γίνεται πολύ πιο ενδιαφέρουσα όταν δεν μιλάει για

πολιτική. Και όταν την ρωτούν για τη σχέση ανάμεσα στην ηθοποιία και την

πολιτική, έχει την απάντηση έτοιμη: «Και οι δύο προσπαθούν να ξεγυμνώσουν.

Καθεμιά με τον τρόπο της, συνιστά προσπάθεια να φτάσει κανείς στην αλήθεια».