|
|
|
«Μοιάζει να βγαίνει από ταινία του Κουστουρίτσα» έγραψε για τον Γιώργο Μάγγα η «Le Monde» (απ’ όπου και η φωτογραφία), τον οποίο χαρακτήρισε ως «έναν εξαιρετικό αυτοσχεδιαστή, έναν πληθωρικό περφόρμερ»
|
Εν αρχή ην το κλαρίνο: πληθωρικό, παιγνιώδες, λάγνο αλλά και… ροκάδικο,
φορτίζει τον αέρα με έναν διονυσιασμό που μόνο κάτι «φλεγόμενες» σκηνές του
Κοστουρίτσα μπορεί να σου φέρει στον νου. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίος ο
παραλληλισμός. Κλαρίνο και Γιώργος Μάγγας φαίνεται να μισούν το ίδιο τις
συμβάσεις και έχουν αναπτύξει έναν εντελώς δικό τους τρόπο, για να δώσουν
νόημα και περιεχόμενο σ’ αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «τέχνη της
υπερβολής». Το αποτέλεσμα; Μοναδικό! «Εκείνος με το θαυμάσιο σατέν μουαρέ του
κοστούμι και τα πάμπολλα χρυσά του μπιζού» – έγραφε τον περασμένο Οκτώβριο η
«Le Monde» – «μοιάζει να βγαίνει από ταινία του Κοστουρίτσα. Παρά το φολκλόρ
όμως, ο Μάγγας είναι ένας εξαιρετικός αυτοσχεδιαστής, ένας πληθωρικός
περφόρμερ».
Συνοδευόμενος, όπως πάντα, από την μόνιμη σύντροφο και… μούσα του Τζούλη –
πάνω από 10 χρόνια είναι η «φωνή» του γκρουπ – ο Γιώργος Μάγγας και οι
μουσικοί του θα δώσουν απόψε (και αύριο) το «παρών» στο κέντρο της Αθήνας,
στην Πλατεία Θεάτρου, σε ένα ανοιχτό πανηγύρι που οργανώνει η παραδοσιακή
ταβέρνα «Κληματαριά» με αφορμή την αποτομή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.
Πανηγύρι με ρέοντα οίνο, αρνάκι της σούβλας και όλα τα σχετικά, «για να
επαναφέρουμε λιγάκι τις συνήθειες του παρελθόντος», όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης
της ταβέρνας Περικλής Σπυρίδου.
Ο Γιώργος Μάγγας λοιπόν και η κομπανία του στο κέντρο της Αθήνας. Με την
πορφυρή (ή λευκή) χρυσοποίκιλτη ενδυμασία του και τα χρυσά του μπιζού. Με το
μπρίο και τη σιγουριά του μουσικού που ξέρει ότι παίζει στα δυο του δάχτυλα το
κέφι των θαμώνων. Ένα κλαρίνο που φλέγεται αυτοσχεδιάζοντας, που έμαθε να
αναπτύσσει την δική του γλώσσα, την δική του «λογική».
Αλήθεια εκεί στο εξωτερικό που πηγαίνει – εκτός από την Fiesta des Sudes στη
Μασσαλία, πήγε στο Σάο Πάολο την άνοιξη και τον Ιούλιο στην Ισπανία – τι
καταλαβαίνει το κοινό από τσάμικο ή τσιφτετέλι; Παρεμβαίνει η κυρία Τζούλη.
«Μα στο εξωτερικό δεν παίζει μόνον αυτά. Παίζει και ροκ. Ως ροκά των γνωρίζουν
εκεί». Εκείνος: «Δημοτικά; Μόνο; Τα πάντα παίζω. Ροκ, τσιφτετέλια δικά μας,
δικά τους… Για τα μάτια σου τα όμορφα φτιάχνω τώρα τραγούδι».
Πώς ξεκίνησαν οι επαφές με το εξωτερικό;
«Ήρθε και με βρήκε, περόπου πριν από 10 χρόνια, το MTV σε ένα κέντρο που
έπαιζα στην Ομόνοια. Μετά άρχισαν να με καλούν από ‘δώ και από ‘κεί. Στον
Καναδά, στο Λονδίνο, στην Ισπανία, στη Γαλλία… Πού να δεις με την “Ιτιά” να
γίνεται χαμός εκεί έξω. Χαμός, σου λέω».
Και στην Ελλάδα;
«Παντού παίζω. Όπου με καλέσουνε πάω. Σε τσίρκα, σε πανηγύρια, σε μαγαζιά…
Δεν χαλάω χατίρι κανενός».
Δεν λέτε ποτέ όχι;
Παρεμβαίνει η κ. Τζούλη. «Από την Αμερική τον παίρνουν τηλέφωνο τη νύχτα και
του λένε Γιώργο, θα μας παίξεις κάτι κι εκείνος τους παίζει – τηλεφωνικά. Το
κινητό το έχει μέσα στον κουβά για να το ακούει».
Ποιοι είναι αυτοί που τον παίρνουν; Τους ξέρετε;
«Όχι, δεν τους ξέρουμε. Θαυμαστές είναι που τον λατρεύουν”.
Πανηγύρια γίνονται στην Ελλάδα; Εννοώ, όπως παλιά.
«Γίνονται. Πήραν και πάλι τα πάνω τους. Κι έχει και πολλή νεολαία…».
Χαρτούρα έχουν τα πανηγύρια ή καταργήθηκε;
Παρεμβαίνει η κ. Τζούλη: «Το ευρώ μάς την χάλασε εντελώς την κατάσταση. Πέντε
ευρώ τι να τα κάνουμε;».
Εκείνος: «Εμένα, μου αρέσουν, κυρία μου, και τα 5 ευρώ. Και το 1 και τα 2. Και
τίποτα να μη μας ρίξουν δεν μας ενδιαφέρει. Αρκεί να χορεύει ο κόσμος, να
διασκεδάζει. Αν έχεις τώρα νεολαία, 20 χρόνων παιδιά, πού θες να τα βρουν τα
λεφτά; Άσε, που εγώ από τα παιδάκια δεν παίρνω τίποτα».
Τι νιώθεις, όταν παίζεις κλαρίνο;
«Νιώθω βασιλιάς. Νιώθω πάρα πολύ καλά. Εγώ είμαι πολύ θρήσκος. Τετάρτη και
Παρασκευή δεν τρώμε, δεν βρίζουμε τα Θεία, δεν μπαίνουν πονηρά στο σπίτι και
κάνουμε τον σταυρό μας όσες φορές κι αν περάσουμε ακόμη κι από την ίδια
εκκλησία. Αυτό με βοηθάει πολύ, μου δίνει κουράγιο αλλά και έμπνευση. Και
επειδή ο Θεός ο μεγαλοδύναμος βλέπει ότι πάω με τα χνάρια του, μου τα δίνει
όλα απλόχερα».
Από τα πανηγύρια στο MTV
Γεννήθηκε το 1959 στη Λιβαδειά και από 14 χρόνων παίζει κλαρίνο σε
πανηγύρια. Απέκτησε τη φήμη του μοναδικού περφόρμερ που ανακατεύει ακούσματα,
μουσικές, παραδόσεις αυτοσχεδιάζοντας με μια μοναδική άνεση και ένα δικό του
στυλ. Στην Αθήνα ήρθε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και από τότε
εμφανίζεται τακτικά σε μουσικές σκηνές, στον «Μύλο» της Θεσσαλονίκης, σε
διάφορα μικρά μαγαζιά, όπως (παλιότερα) το «Ραβάναστρον», και σήμερα το «House
of Art». Κάποτε, πριν ακόμη κάνει καριέρα στα «σκεπτόμενα» στέκια της
ελληνικής μουσικής, τον… μυρίστηκε το MTV και τον βιντεοσκόπησε, καθώς
αυτοσχεδίαζε σε ένα από τα κέντρα της Ομονοίας.
«Τους τρέλανα», λέει σήμερα. «Έπαιζα ροκ τσιφτετέλια, δικές μου
εμπνεύσεις».
Έχει ηχογραφήσει τρεις δίσκους που κυκλοφόρησαν παλιότερα από την εταιρεία
των αδελφών Φαληρέα και δεν θα είχε αντίρρηση να ηχογραφήσει και άλλους, «αλλά
δεν είδα καμιά εταιρεία να με πλησιάζει».
Εξακολουθεί να έχει βάση τη Λιβαδειά και να περιοδεύει ανά την Ελλάδα και
το εξωτερικό. Φέτος, το πρόγραμμα περιλαμβάνει Τουρκία, Παρίσι και Αμερική.