Ανήλικη θεά. Σήμερα η Σάνκια ζει τη «δεύτερη» ζωή της

H 22χρονη Ρασμίλα Σάνκια είναι ο χαρακτηριστικός τύπος της απλής φοιτήτριας

στην κατάμεστη αίθουσα του Πανεπιστημίου του Κατμαντού.

Σπουδάζει Πληροφορική. Κάθε τόσο όμως, όσοι τη συναντούν σκύβουν το κεφάλι

ευλαβικά, και φέρνουν τις παλάμες ενωμένες στο ύψος του στήθους, για να τη

χαιρετίσουν. H Ρασμίλα ήταν η πρώην θεά του Νεπάλ, όσο ήταν ακόμη παιδί. Ήταν

μόλις τεσσάρων χρόνων όταν την είχαν πάρει από το σπίτι της και την είχαν

ενθρονίσει ως Κουμάρι – δηλαδή ως τη «Θεά των Παρθένων», σε ένα πανάρχαιο

τριώροφο πέτρινο παλάτι με ημικυκλικά μπαλκόνια και τοξωτά παράθυρα, στην

ιστορική Πλατεία Ντουρμπάρ του Κατμαντού. Επί οκτώ χρόνια, ώσπου να φθάσει

στην εφηβεία, λατρευόταν τόσο από τους Ινδουιστές όσο και του Βουδιστές ως η

προστάτιδα των 23 εκατομμυρίων Νεπαλέζων. Ήταν ταυτόχρονα και βασίλισσα βάσει

μιας παράδοσης που ξεκίνησε τον 18ο αιώνα. Από τη στιγμή όμως που άρχισε να

έχει έμμηνο ρήση, έχασε τη θεϊκή της υπόσταση και της επιτράπηκε να επιστρέψει

στην οικογένειά της, στο μικρό σπιτάκι από λάσπη και τούβλα με τον

μικροσκοπικό αυλόγυρο σε μια από τις φτωχογειτονιές του Κατμαντού. Ένα άλλο

πεντάχρονο κορίτσι πήρε τη θέση της ως Θεά των Παρθένων και η Ρασμίλα, που δεν

γνώριζε ούτε να διαβάζει ούτε να γράφει, άρχισε να οικοδομεί πετραδάκι

πετραδάκι τη χαμένη ζωή της από το μηδέν. H παράδοση να λατρεύεται ένα απλό

κορίτσι ως η πηγή υπέρτατης εξουσίας είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται μόνο

στο «Ινδουιστικό βασίλειο του Νεπάλ», παρά τις έντονες επικρίσεις που δέχεται

από τους υπέρμαχους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «H Ρασμίλα θεωρεί τον εαυτό

της τυχερό», λέει η μεγαλύτερη αδελφή της Πραμίλα που το δωμάτιό της είναι

γεμάτο από τις φωτογραφίες της Θεάς Ρασμίλα. «Πιστεύει πως έχει δύο ζωές. Μια

εκείνη που έζησε όσο ήταν Κουμάρι, και μία που ζει τώρα, αφότου

ξαναγεννήθηκε». H ντροπαλή αλλά πάντα γελαστή Ρασμίλα είναι καθισμένη στο

διπλανό δωμάτιο και ετοιμάζει την εργασία της για τις σπουδές της στα

κομπιούτερ, στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας και Επιστημών του Κατμαντού. Άφησε την

αδελφή της να μιλάει για εκείνη. Μπορεί ως θεά η Ρασμίλα να είχε πρωτοφανή

προνόμια, αλλά έζησε ταυτόχρονα σε πλήρη απομόνωση. Μπορούσε να εγκαταλείψει

το παλάτι μόνο μερικές φορές τον χρόνο, και πάντα περιστοιχισμένη από τους

υπηρέτες-φύλακές της. Αλλά ποτέ δεν μπορούσε να επισκεφθεί την οικογένειά της.

Φορούσε πάντοτε κόκκινα και είχε ζωγραφισμένο στο μέτωπο ένα τρίτο μάτι για να

διώχνει τα κακά πνεύματα. Τα μόνα παιδιά που μπορούσε να συναναστραφεί ήταν

των φυλάκων-υπηρετών της στο παλάτι. Μια παράδοση που τηρείται ακόμη ευλαβικά

στο Νεπάλ, τόσο που όλοι οι γονείς πρόθυμα παραδίδουν τα παιδιά τους για να

γίνουν Κουμάρι.