H θέση του τερματοφύλακα στον Ολυμπιακό, από την ίδρυση του θρυλικού και

χιλιοτραγουδισμένου συλλόγου, από το 1926 μέχρι σήμερα, είχε και έχει

ξεχωριστή σημασία και σε όλες τις ποδοσφαιρικές περιόδους αποτέλεσε ένα μεγάλο

όνειρο για νέους ποδοσφαιριστές κάθε εποχής, που ήθελαν (και θέλουν) να

υπερασπισθούν την εστία της πρώτης ελληνικής ομάδας σε τίτλους: Πρωταθλήματα,

Κύπελλα και δεκάδες έπαθλα επίσημων διοργανώσεων.

Από τους προπολεμικούς θρυλικούς τερματοφύλακες Κλειδουχάκη, Γραμματικόπουλο,

I. Θεοδωρίδη, Καρνέση, A. Λούβαρη και τους μεταπολεμικούς Κουρουκλάτο, Πολίτη,

Καραπατή, Σ. Θεοδωρίδη, Σουλάνδρο, Ζαρίκο, Δελαπόρτα, Τσακνή, Καρανικόλα,

Τζανετουλάτο, Φρονιμίδη, Αυγητίδη, Ξαρχάκο, Αραβαντινό, Λιαδέλη, Μυλωνά,

Καρυπίδη, Κελεσίδη, Σαργκάνη, Πολέντι, Κόη, Τζώρτζη, Μυλωνά, Πουπάκη, Ράντο,

Μολακίδη, φθάσαμε σήμερα στους Ελευθερόπουλο, Γιάννο και Νικοπολίδη. Όλοι

αυτοί καθώς και κάποιοι άλλοι, στη μακρά ιστορία του «θρύλου» πρόσφεραν τις

δυνάμεις τους στην ομάδα με τους περισσότερους τίτλους στην Ελλάδα. Αξίζει

όμως να σταθούμε σήμερα σε έναν ιστορικό τερματοφύλακα του Ολυμπιακού, τον

Αριστείδη Λούβαρη, που σταδιοδρόμησε στους «ερυθρόλευκους» στην πιο δύσκολη

περίοδο της σύγχρονης ελληνικής (και σε προέκταση ποδοσφαιρικής) ιστορίας.

Ο B’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή και γενικά η τότε ανώμαλη πολιτική περίοδος

σκότωσαν τα μεγάλα όνειρα του Αριστείδη Λούβαρη να κάνει μεγάλη καριέρα στον

Ολυμπιακό. Αγωνίσθηκε με τη φανέλα Νο1 κάτω από τα «ερυθρόλευκα» δοκάρια αλλά

και των Εθνικών Ομάδων Ελλάδας και Ενόπλων από το 1938 έως το 1948. Αν

αφαιρεθούν τα κατοχικά χρόνια, ο Λούβαρης έπαιξε γεμάτα 7 χρόνια γκολκίπερ

στον Ολυμπιακό και στην Εθνική Ομάδα. Στα πρώτα του ποδοσφαιρικά χρόνια της

δεκαετίας του 1930-40 ο Αριστείδης Λούβαρης περιπλανήθηκε σε μικρούς συλλόγους

της γειτονιάς του, της ποδοσφαιρομάνας Δραπετσώνας, για να καταλήξει 16 ετών

στον Θησέα, από όπου μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό, πραγματοποιώντας έτσι το

μεγάλο όνειρο της ζωής του, αφού υπήρξε ο συνεχιστής μιας λαμπρής πορείας

τερματοφυλάκων του θρύλου. Πήρε την σκυτάλη από τον τότε μεγάλο διεθνή

«ερυθρόλευκο» γκολκίπερ Αχιλλέα Γραμματικόπουλο και φόρεσε τη φανέλα του.

H εποχή εκείνη όμως από το 1939 έως το 1943 ήταν η πιο μαύρη, αφού

κυριαρχούσαν τα τρομερά γεγονότα του πολέμου και της Κατοχής στην Ελλάδα. Ο

Αριστείδης Λούβαρης βρισκόταν στη μεγαλύτερη και πιο γόνιμη στιγμή της

καριέρας του. Μισούσε τον πόλεμο γιατί, εκτός των άλλων δεινών που συσσώρευσε

στην ανθρωπότητα, αιχμαλώτισε και το μεγάλο ταλέντο του. Παρ’ όλα αυτά όμως

επροπονείτο με τους συμπαίκτες του με κίνδυνο της ζωής του, στα γήπεδα της

Καισαριανής, του Πειραιά και της Κοκκινιάς. Το ποδοσφαιρικό του πάθος που

κρατούσε πέντε χρόνια εξερράγη σαν ηφαίστειο στα τέλη του 1944, μετά την

Απελευθέρωση. Όταν όλα άρχισαν να λειτουργούν δειλά, ο Αριστείδης Λούβαρης

έπαιζε μόνιμος γκολκίπερ όχι μόνο στον Ολυμπιακό αλλά και στην Εθνική Ελλάδας

(και Ενόπλων) που έδιναν τους πρώτους διεθνείς αγώνες τους με την Αγγλία. Μετά

το 1945-46 ο Λούβαρης μεσουρανούσε, ήταν ο καλύτερος τερματοφύλακας και η

πρωταθλήτρια Ρουμανίας, Βένους, ζήτησε τη μεταγραφή του, αλλά η εταιρεία

πετρελαιοειδών στην οποία αγωνιζόταν ο Λούβαρης δεν του επέτρεψε να φύγει από

την Ελλάδα.

Στις περιόδους 1945-46, 1946-47, 1947-48 και 1948-49, όταν ο Ολυμπιακός

κατακτούσε συνεχώς Πρωτάθλημα και Κύπελλο Ελλάδας, ο Αριστείδης Λούβαρης ήταν

ο μόνιμος γκολκίπερ του Ολυμπιακού αλλά και της Εθνικής. Υπήρξε 5 φορές

διεθνής. Ο Αριστείδης Λούβαρης (πατέρας του Γιώργου Λούβαρη) ζει σήμερα στο

Μαρούσι (91 ετών) με τις αναμνήσεις του και παρακολουθεί τους αγώνες του

Ολυμπιακού από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο.