Οι Έλληνες πίνουν το ακριβότερο γάλα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για ένα λίτρο

γάλα πληρώνουν 1,10 ευρώ έναντι 0,98 που πληρώνουν κατά μέσο όρο οι πολίτες

της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ποιος φταίει; Οι υψηλές τιμές παραγωγού στη χώρα μας ή τα υψηλά περιθώρια

κέρδους των γαλακτοβιομηχανιών;

Και οι δύο πλευρές πάντως, γαλακτοβιομήχανοι και παραγωγοί, ρίχνουν ο ένας

στον άλλον τις ευθύνες για την υψηλή τιμή του παστεριωμένου γάλακτος στη χώρα

μας, αντιδρώντας παράλληλα στην επιμήκυνση ζωής του παστεριωμένου που

προτείνει το υπουργείο Ανάπτυξης.

H Επιτροπή Ανταγωνισμού όμως μόλις πρόσφατα – και ενώ έχει περάσει ένας χρόνος

από τότε που ξέσπασε ο θόρυβος για το γάλα – «ευαισθητοποιήθηκε» και εξήγγειλε

ελέγχους.

H αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα και οι τιμές παραγωγού είναι οι υψηλότερες

στην E.E. αλλά και οι γαλακτοβιομηχανίες δέχονται κριτική ότι έχουν από τα

υψηλότερα περιθώρια κέρδους στην Ευρώπη στο παστεριωμένο γάλα.

Οι γαλακτοβιομήχανοι αποδίδουν την ευθύνη στις υψηλές τιμές παραγωγού, λόγω

της ανεπαρκούς για τις εγχώριες ανάγκες ελληνικής παραγωγής. Σύμφωνα με τα

στοιχεία, η μέση τιμή παραγωγού το 2005 ήταν 0,35 ευρώ το λίτρο.

H τιμή παραγωγού σε άλλες χώρες της E.E. είναι κάτω από 0,31 ευρώ. Π.χ. στη

Γερμανία, η τιμή παραγωγού είναι 0,28 λεπτά το λίτρο.

Το τελικό προϊόν, όμως, βγαίνει στο ράφι με μέση τιμή 1,10 ευρώ το λίτρο

δίνοντας έτσι «λαβή» στους παραγωγούς να επικρίνουν τους βιομηχάνους ότι αυτοί

φουσκώνουν τις τιμές.

O χρόνος ζωής του παστεριωμένου

Παράλληλα και οι δύο πλευρές αντιδρούν στην πρόταση του υφυπουργού Ανάπτυξης,

Γιάννη Παπαθανασίου, για επιμήκυνση του χρόνου ζωής του παστεριωμένου

γάλακτος, η οποία έχει στόχο την αύξηση των εισαγωγών για τη μείωση των τιμών.

Οι Έλληνες γαλακτοβιομήχανοι είχαν αντιπροτείνει επιμήκυνση της ζωής του

γάλακτος, αλλά «κομμένη και ραμμένη» στα μέτρα τους.

Συγκεκριμένα, ενώ το υπουργείο Ανάπτυξης είχε υποστηρίξει ότι σκόπιμο θα ήταν

από τις 5 ημέρες που είναι σήμερα να αυξηθεί η ζωή των προϊόντων σε 10 ημέρες

ώστε να υπάρξουν περιθώρια ξένες επιχειρήσεις να φέρουν ποσότητες

παστεριωμένου γάλακτος και στην Ελλάδα σε χαμηλότερες τιμές, οι

γαλακτοβιομήχανοι αντιπρότειναν τις 8 ημέρες (διάστημα το οποίο αποτρέπει τις

εισαγωγές, αλλά ταυτόχρονα τους ευνοεί καθώς έχουν τη δυνατότητα να φτάνουν

χωρίς προβλήματα σε όλες τις περιοχές της χώρας).

Το θέμα όμως τελικά πάγωσε προς όφελος των γαλακτοβιομηχανιών που είχαν στο

πλευρό τους και τους Έλληνες παραγωγούς, οι οποίοι θεωρούν ότι η αύξηση της

διάρκειας ζωής του προϊόντος θα τους προκαλέσει προβλήματα, αγνοώντας προφανώς

πως έτσι και αλλιώς στην Ελλάδα υπάρχει έλλειμμα γάλακτος και

πραγματοποιούνται εισαγωγές αγελαδινού ως πρώτης ύλης ώστε να καλυφθεί η

ζήτηση.

Ο φόβος των εισαγωγών είναι ισχυρός, πλην όμως η κατάσταση θα αλλάξει άρδην το

2007, όταν ενταχθούν στην Ε.Ε. η Ρουμανία και η Βουλγαρία και θα μπορούν και

από εκεί να γίνονται εισαγωγές γάλακτος σε χαμηλότερες τιμές.

Δεν φτάνει το ελληνικό

H ΠΑΡΑΓΩΓΗ ελληνικού γάλακτος δεν φτάνει για να καλύψει τις ανάγκες της

ελληνικής αγοράς. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, παράγουμε 720 εκατ. λίτρα

γάλα, αλλά χρειαζόμαστε 2.020 εκατ. λίτρα, εισάγουμε δηλαδή 1.300 εκατ. λίτρα.

Έτσι, προκύπτει το ερώτημα σε ποια προϊόντα διοχετεύονται οι εισαγωγές πρώτης

ύλης και αν ο καταναλωτής πληρώνει το τελικό προϊόν όπως πρέπει, αφού οι χώρες

εισαγωγής έχουν χαμηλότερες τιμές παραγωγού όπως άλλωστε έχουν παραδεχθεί οι

αρμόδιοι φορείς. Οι εταιρείες πάντως υποστηρίζουν ότι για την παραγωγή του

φρέσκου γάλακτος χρησιμοποιείται μόνο εγχώριο, δικαιολογώντας έτσι και την

υψηλή τιμή η οποία βρίσκεται τώρα και πάλι υπό διερεύνηση.