Εβδομάδα αποκαλύψεων για το ελληνικό ποδόσφαιρο, που ζήλεψε φαίνεται τη δόξα

της εθνικής μας πολιτικής. Κουμπαριλίκια στη μία περίπτωση, καραγκιοζιλίκια

στη δεύτερη. Ντροπή και στις δύο, έκπληξη από καμία. Γιατί όσο υποκριτικό

είναι σήμερα για κάποιους να διατείνονται ότι δεν τους αφορά η διαφθορά, άλλο

τόσο αστείο είναι να λέγεται πως η εμφάνιση όλων των ομάδων μας, εντός και

εκτός συνόρων, κατά σύμπτωση φανέρωσε το χάσμα που τις χωρίζει από τις απλώς

καλές ευρωπαϊκές. Όμως το μάθημα και τα προβλήματα διαφέρουν από περίπτωση σε

περίπτωση.

Ο Ολυμπιακός δεν έχει άμυνα, ο Παναθηναϊκός ομοιογένεια, η ΑΕΚ προσωπικότητα

και οι υπόλοιποι αντικειμενικές δυνατότητες. Το τόσο απλοϊκό σχήμα αυτή τη

φορά λέει την αλήθεια, όμως δεν αρκεί. Η παθογένεια είναι βαθύτερη. Έχει να

κάνει με την τεράστια απόσταση μεταξύ ενός πρωταθλήματος που μπορεί άνετα να

κερδηθεί με τον Ουαντού και τον Κωστούλα και ευρωπαϊκών αναμετρήσεων που

χρειάζονται πενταπλή ταχύτητα όχι μόνο στην επίθεση αλλά και στην άμυνα. Η

απόσταση αυτή μεγαλώνει με τη χρήση της «δικαιολογίας του μπάτζετ» (με τόσο

λιγότερα λεφτά, τόσο λιγότερα μπορούμε), που παραβλέπει ότι τα βασικά του

ποδοσφαίρου είναι υπεράνω μπάτζετ αλλά και το ότι με το ίδιο μπάτζετ θα

μπορούσαν να γίνουν πολύ διαφορετικές (και όπως αποδεικνύεται, πολύ καλύτερες)

επιλογές. Το δραματικό με τον Παναθηναϊκό δεν είναι ότι κατέρρευσε με έναν

άσημο αντίπαλο την εβδομάδα που η μισή του ομάδα έπαθε γαστρεντερίτιδα, αλλά

ότι έχει (από την τρίτη αγωνιστική!) χάσει την εμπιστοσύνη των οπαδών του σε

τέτοιο βαθμό που να μη δέχονται καμία δικαιολογία. Γιατί για σχεδιασμό ας μη

μιλήσουμε καλύτερα. Και μόνη η αλλαγή του Μαλεζάνι με τον Μπάκε (και η επόμενη

που ετοιμάζεται) τα λέει όλα ως προς τη δυνατότητα των Ελλήνων παραγόντων να

καταλάβουν με τι τρόπο μπορεί να χτιστεί μια ομάδα. Κι έτσι βρεθήκαμε – εμείς

οι ενεργεία πρωταθλητές Ευρώπης, για να μην ξεχνιόμαστε – 15οι στη βαθμολογία

της ΟΥΕΦΑ – και πέφτουμε και πέφτουμε.

Μες στη μαυρίλα, δύο «μικρότερες» ομάδες δείχνουν, μέχρις στιγμής, στο

πρωτάθλημα, τους δύο ενδιαφέροντες δρόμους μιας κάποιας ανάκαμψης. Ο ΟΦΗ, παρά

τον Μπόρχα, τον δρόμο της βελτιωμένης συνέχειας – ίδιος σε γενικές γραμμές

σκελετός, με λίγες καλές προσθήκες και πολλή δουλειά στο δέσιμο – και ο Άρης

τον δρόμο της εντελώς εξωτικής – λατινοαμερικανικής στην προκειμένη περίπτωση

– επανάστασης. Το γκολ του Οφορίκουε ήταν μια κάποια δικαίωση. Εκείνο του

Νασιμέντο μια στιγμή μαγείας. Από αυτές που λείπουν, αλλά και που να έρθουν

δεν σώζουν τη γενική εικόνα που στέλνουν για το ποδόσφαιρό μας οι δήθεν

γίγαντες με τα πήλινα πόδια.