Αέρα-δηλητήριο «εμπλουτισμένο» με τοξικά μικροσωματίδια και αέριους ρύπους που συνδέονται με αύξηση της θνησιμότητας αναπνέουν οι κάτοικοι έξι ελληνικών πόλεων, σύμφωνα με πρόσφατη ευρωπαϊκή Έκθεση.
Η Θεσσαλονίκη καταλαμβάνει την πρώτη θέση όσον αφορά τις υπερβάσεις των ορίων στα αιωρούμενα μικροσωματίδια. Η Αθήνα ακολουθεί στην 3η θέση, η Λάρισα στην 5η, η Πάτρα στην 7η, ο Βόλος στην 13η και το Ηράκλειο στην 20ή.
Όσο για τις υπερβάσεις των ορίων συγκέντρωσης διοξειδίου του αζώτου, η Αθήνα βρίσκεται στη δεύτερη και η Θεσσαλονίκη στη 10η θέση των πιο επιβαρημένων πόλεων της Ευρώπης, ενώ για τις υπερβάσεις όζοντος το Ηράκλειο καταλαμβάνει τη 10η θέση και η Αθήνα τη 15η.
Τα αποτελέσματα αυτά περιλαμβάνονται στην τελευταία Έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για «την κατάσταση των ευρωπαϊκών πόλεων» (Μάιος 2007).
«Τα τελευταία 20 χρόνια τα περισσότερα αποτελέσματα για βλάβες στην υγεία αποδίδονται στη ρύπανση από μικροσωματίδια. Στη χώρα μας έχουμε πολύ υψηλές τιμές και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλες πόλεις της περιφέρειας» λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Κλέα Κατσουγιάννη, καθηγήτρια Υγιεινής και Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία συμμετέχει στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα ΑΡΗΕΑ για τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία.
Άμεσες επιπτώσεις. «Τα ευρήματά μας αναφέρουν ότι οι βραχυχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία των κατοίκων είναι 0,5 με 1% αύξηση θνησιμότητας κατά τις ημέρες με υψηλές συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων, ενώ η μακροχρόνια έκθεση στα τρέχοντα επίπεδα ρύπανσης μειώνει από μισό έως ένα έτος το προσδόκιμο ζωής. Επιπλέον, τις ημέρες που έχουμε υπερβάσεις παρατηρείται αύξηση των εισαγωγών επειγόντων περιστατικών στα νοσοκομεία, καθώς και αύξηση στα αναπνευστικά προβλήματα. Άλλωστε, οι υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου επηρεάζουν τη θνησιμότητα, ανεξάρτητα από τα μικροσωματίδια. Μάλιστα έχει υπολογιστεί ότι για κάθε 10 μικρογραμμάρια αύξηση της συγκέντρωσης του διοξειδίου του αζώτου η θνησιμότητα αυξάνεται κατά 0,3%», επισημαίνει η κ. Κατσουγιάννη.
«Υπάρχουν αναφορές για περιοχές της Ευρώπης που εμφανίζουν υψηλότερες συγκεντρώσεις αιωρούμενων μικροσωματιδίων συγκριτικά με τη Θεσσαλονίκη. Αυτές εντοπίζονται στη Βόρεια Ιταλία και στο Βέλγιο. Την προηγούμενη δεκαετία υπήρξε πτωτική τάση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη, ενώ κατά την τρέχουσα δεκαετία οι συγκεντρώσεις έχουν σταθεροποιηθεί. Κατά προσέγγιση εκτιμάται ότι οι τιμές βρίσκονται 70% πάνω από τα όρια», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Κωνσταντίνη Σαμαρά, αναπληρώτρια καθηγήτρια Τμήματος Χημείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης, που αυτή την περίοδο ερευνά τη χημική σύσταση των αιωρούμενων μικροσωματιδίων της πόλης. «Βρήκαμε ότι τα πλέον επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία μικροσωματίδια είναι τα ΡΜ2,5, καθώς περιέχουν βαρέα μέταλλα, τοξικά στοιχεία και καρκινογόνες ουσίες. Λόγω του μικρού μεγέθους τους καταλήγουν στα βαθύτερα τμήματα του αναπνευστικού, ενώ αυτά με διάμετρο από 7 έως 10 εκατομμυριοστά του μέτρου μένουν στη μύτη και δεν έχουν μεγάλο ποσοστό τοξικών. Όλα αυτά που είναι μικρότερα από 7 διεισδύουν στο αναπνευστικό σύστημα», επισημαίνει η κ. Σαμαρά. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχουν εφαρμοστεί ευρωπαϊκά όρια για την έκθεση στα ΡΜ2,5 και ως εκ τούτου οι συγκεντρώσεις τους δεν παρακολουθούνται στην Ελλάδα.
Διάτρητα φίλτρα. «Όταν έχουμε τόσο μεγάλες συγκεντρώσεις κοντά σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, το πιο πιθανό είναι ότι κατά τη συγκεκριμένη ώρα κάποια φίλτρα δεν λειτουργούσαν κανονικά», λέει στα «ΝΕΑ» ο δρ Ευάγγελος Μαραζιώτης, διευθυντής του Εργαστηρίου Πυρηνικής Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών και υπεύθυνος του προγράμματος παρακολούθησης των ατμοσφαιρικών ρύπων στην πόλη της Πάτρας. «Σύμφωνα με τις μετρήσεις μας, οι υπερβάσεις των ανώτατων ορίων στην Πάτρα κυμαίνονται στις 130 με 140 ημέρες τον χρόνο. Μία από τις βασικές πηγές ρύπων είναι το λιμάνι, το οποίο συμβάλλει τουλάχιστον κατά 20% στο πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης της πόλης. Για το διοξείδιο του θείου ενοχοποιούνται κατά κύριο λόγο οι πηγές καύσης πετρελαίου, ενώ για τα οξείδια του αζώτου, τα μικροσωματίδια και το όζον κυρίως η οδική κυκλοφορία», επισημαίνει ο κ. Μαραζιώτης, που αυτή την περίοδο επιχειρεί να χαρτογραφήσει τις μεγαλύτερες πηγές ρύπων της Πάτρας.
Ακόμα μία πόλη που πλήττεται από την ατμοσφαιρική ρύπανση είναι ο Βόλος, ο οποίος, από τους πρώτους δύο μήνες του 2008 έχει εξαντλήσει τις 35 υπερβάσεις σε συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων που έχει θέσει ως όριο η Ε.Ε., σύμφωνα με τις μετρήσεις του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Ειδικότερα, τον Ιανουάριο, στον σταθμό του Πεδίου του Άρεως καταγράφηκαν 20 ημέρες υπέρβασης του ορίου των 50 μgr/m3 και τον Φεβρουάριο 15, ενώ η υψηλότερη μέση ημερήσια τιμή κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα έφτασε τα 92 μgr/m3– σχεδόν 100% πάνω από τις ανώτατες επιτρεπόμενες τιμές.
Θάλαμος αερίων το Θριάσιο
Ανάμεσα στις πόλεις που εξετάστηκαν στην ευρωπαϊκή έκθεση δεν περιλαμβανόταν ο Ασπρόπυργος και η Ελευσίνα. Όπως αναφέρεται στο δελτίο μετρήσεων ρύπανσης του Θριάσιου Πεδίου για το 2007, οι ημέρες υπέρβασης των ανώτατων επιτρεπόμενων ορίων συγκέντρωσης μικροσωματιδίων έφτασαν τις 257 στην Παραλία Ασπροπύργου και τις 181 στις εργατικές κατοικίες Μάνδρας. Η μέγιστη ημερήσια συγκέντρωση στην Παραλία Ασπροπύργου έφτασε για το 2007 τα 212,6 μικρογραμμάρια ΡΜ10 ανά κυβικό μέτρο αέρα, ενώ στις εργατικές κατοικίες τα 141 μgr/m3- δηλαδή, 4 και 3 φορές αντίστοιχα πάνω από τα επιτρεπόμενα όρια των 50 μgr/m3.
«Σε αυτές τις δύο περιοχές ζουν συνολικά 5.000 άνθρωποι, εκ των οποίων οι περισσότεροι παραπονιούνται για προβλήματα υγείας- κυρίως αναπνευστικά. Και στην παραλία Ασπροπύργου και στις εργατικές κατοικίες της Μάνδρας η κατάσταση είναι ιδιαίτερα επιβαρημένη εδώ και χρόνια- φανταστείτε ότι το 2006 καταγράφηκε μέγιστη ωριαία συγκέντρωση μικροσωματιδίων που ανερχόταν στα 2.381 μικρογραμμάρια ΡΜ10 ανά κυβικό μέτρο αέρα. Και οι δύο περιοχές βρίσκονται κοντά σε τσιμεντοβιομηχανία, διυλιστήρια και βιομηχανία χαλυβουργίας, ενώ η τελευταία μελέτη για τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία των κατοίκων έγινε το 1982 και από τότε δεν έχει επικαιροποιηθεί», αναφέρει ο κ. Χρήστος Χρηστάκης, δημοτικός σύμβουλος Ελευσίνας. Σημειώνεται ότι κατά τις μετρήσεις του 2007 η μέγιστη ωριαία συγκέντρωση μικροσωματιδίων στην Παραλία Ασπροπύργου ανήλθε στα 1.093,5 μgr/m3.
Δηλητηριώδη τα νέφη της αφρικανικής σκόνης
Βομβαρδισμό από μικροσωματίδια δέχθηκε η Ελλάδα κατά την προηγούμενη Δευτέρα και την Τρίτη, λόγω της μεταφοράς σκόνης από τη Βόρεια Αφρική. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του Εργαστηρίου Ανάπτυξης Λέιζερ του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, η συγκέντρωση των μικροσωματιδίων διαμέτρου έως ΡΜ10 ξεπερνούσε τα ανώτατα επιτρεπόμενα όρια των 50 μgr/m3 αέρα σε ύψος έως και 1,5 χιλιομέτρου στην Αθήνα.
«Τη Δευτέρα 21 Απριλίου είχαμε υπέρβαση των ορίων κατά 100% στο κέντρο της Αθήνας, όπου παρατηρείται και έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα. Θα έπρεπε λοιπόν να αναθεωρηθεί η πολιτική της χώρας αναφορικά με την ποιότητα του αναπνεύσιμου αέρα, κυρίως σε περιόδους κατά τις οποίες παρατηρείται μεταφορά σκόνης από την Αφρική και μάλιστα για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η σκόνη αυτή περιέχει κυρίως ενώσεις πυριτίου, σιδήρου, αργιλίου, ψευδαργύρου, τιτανίου και κοβαλτίου, που είναι αρκετά επιβαρυντικές για τον άνθρωπο. Πιο ανησυχητική όμως είναι η αύξηση της έντασης των επεισοδίων μεταφοράς σκόνης, αλλά και της διάρκειας αυτών, καθώς πρόκειται για φαινόμενα συνδεδεμένα με τις κλιματικές αλλαγές. Αυτά θα επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την ποιότητα του αέρα στο Λεκανοπέδιο», λέει ο δρ Αλέξης Παπαγιάννης, επικεφαλής του εργαστηρίου ανάπτυξης λέιζερ και αναπληρωτής καθηγητής στον Τομέα Φυσικής του ΕΜΠ.
Μειώνουν το προσδόκιμο ζωής κατά εννιά μήνες
«Οι αυξημένες συγκεντρώσεις αιωρούμενων μικροσωματιδίων μειώνουν το προσδόκιμο της ζωής κατά 9 μήνες, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επιπλέον, εμφανίζονται σοβαρά προβλήματα στο αναπνευστικό, καθώς και αύξηση των εισαγωγών στα επείγοντα περιστατικά. Για αυτό τον λόγο η νέα οδηγία που μόλις υιοθετήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αναμένεται να ενσωματωθεί στις εθνικές νομοθεσίες των χωρών μελών μέσα στα επόμενα δύο χρόνια εισάγει για πρώτη φορά όρια για τις συγκεντρώσεις των ΡΜ2,5. Αν και τα κράτη-μέλη φαίνεται να τα πηγαίνουν όλο και πιο καλά στην εφαρμογή των μέτρων, ωστόσο η ποιότητα του αέρα σε πολλές πόλεις δεν εμφανίζει βελτίωση, όπως καταδεικνύουν πρόσφατες έρευνες. Γι΄ αυτή την κατάσταση δεν μπορούμε να ενοχοποιήσουμε μόνο τις εκπομπές από τις πηγές ρύπων, καθώς υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως οι μετεωρολογικές συνθήκες, ο ιστός των πόλεων, αλλά και η συνεργία μεταξύ των ρυπογόνων ουσιών που επηρεάζουν τα επίπεδα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Σε αυτό το επίπεδο θα πρέπει κανείς να δει τι επιπλέονσε εθνική αλλά και σε τοπική κλίμακα- μέτρα μπορεί να πάρει ώστε να λύσει το πρόβλημα».
Θα είχαμε 11.000 λιγότερους ασθενείς αν ήταν καθαρός ο αέρας
«Καθημερινές διακυμάνσεις στις συγκεντρώσεις των αιωρούμενων μικροσωματιδίων ΡΜ2,5 συνδέονται άμεσα με τη θνησιμότητα και τις εισαγωγές στα νοσοκομεία. Πρόσφατη πανεθνική έρευνα στις ΗΠΑ αποδεικνύει ότι με τη μείωση των ετήσιων συγκεντρώσεων των ΡΜ2,5 κατά 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα θα είχαμε 11.000 λιγότερες εισαγωγές στα νοσοκομεία για καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις. Γι΄ αυτό πιστεύω ότι θα πρέπει άμεσα να υπάρξουν και στη χώρα σας όρια για τα ΡΜ2,5», λέει στα «ΝΕΑ» ο δρ Ρότζερ Πενγκ, καθηγητής Βιοστατιστικής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Johns Ηopkins στη Βαλτιμόρη των ΗΠΑ, όπου τα όρια των «φονικών» μικροσωματιδίων ανέρχονται στα 15 μgr/m3 αέρα.
«Όσο για τα μεγαλύτερα ΡΜ10, έχουμε υπολογίσει ότι αύξηση των συγκεντρώσεων κατά 10 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα προκαλεί αύξηση της θνησιμότητας κατά 0,2%. Αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τη 13χρονη έρευνα που ξεκίνησε το 1987 και ολοκληρώθηκε το 2000 στο πλαίσιο Πανεθνικής Μελέτης για την ατμοσφαιρική ρύπανση των πόλεων», συμπληρώνει ο δρ Πενγκ.