Ο Τένεσι Ουίλιαμς (1911-1983) πέθανε όπως πέθαναν και έζησαν οι ήρωες κι οι ηρωίδες του, όπως φοβόταν και προμάντευε: μόνος, άρρωστος, αποτυχημένος, απελπισμένος, αβοήθητος σ΄ ένα άξενο δωμάτιο ξενοδοχείου έγραψε, ο μεταφραστής του, Μάριος Πλωρίτης (Διαβάζω, 139/1986). Αυτός ο ανεξάντλητος ευρηματίας δραματικών συμβόλων, που εξάγνιζε τον τρόμο με τον πόνο,τη φρίκη με τη συμπόνια, την αγωνία με τη μουσική. Ο ίδιος βέβαια δεν αποδεχόταν για τα έργα του τον χαρακτηρισμό του ποιητικού, ούτε ακόμη και του ρεαλιστικού. Όλοι οι χαρακτήρες μου είναι μεγαλύτεροι από τη ζωή,έλεγε, την οποία προσπαθώ να δώσω σε στιγμές κρίσης, σε στιγμές ηλεκτρικής εκκένωσης .

Ο Μπόρχες στο βιβλίο του «Εισαγωγή στην αμερικάνικη λογοτεχνία» (Γλάρος, 1987) θεωρούσε το «Καμίνο Ρεάλ» μια ονειρική σύνθεση που διαφέρει από τα υπόλοιπα έργα του και στην οποία εμφανίζονται ανάμεσα στα πρόσωπα ο Λόρδος Μπάιρον, ο Καζανόβα, ο Δον Κιχώτης, ο Σάντσο και η Κυρία με τις Καμέλιες. Από τις «Αναμνήσεις» του Τ.Ο. πληροφορούμαστε ότι ο τίτλος του έργου προέρχεται από τον ομώνυμο εθνικό δρόμο, που διέτρεξε χαρούμενος με ποδήλατο όταν του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο για μια ομάδα μονόπρακτών του.