«Η μουσική της ταινίας “Μamma Μia” μου θυμίζει τα νιάτα μου. Επαναφέρει μια νοσταλγία και μια γλυκιά πίκρα για τα όμορφα αυτά χρόνια που πέρασαν. Γυρίζω πίσω στα πάρτι της εποχής», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Χριστίνα Μπονόρη.


Εκατοντάδες ήταν εκείνοι που έσπευσαν από τις πρώτες κιόλας μέρες να απολαύσουν την κινηματογραφική μεταφορά του μιούζικαλ «Μamma Μia». Για τους μικρούς στην ηλικία είναι απλώς μία ακόμη ταινία που προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες. Για τους πιο μεγάλους, η ιστορία της χίπισσας Ντόνα που ξαναζεί σε ένα ελληνικό νησί την ανεμελιά των νεανικών της χρόνων είναι κάτι πολύ περισσότερο.

Δεκάδες ήταν οι άντρες και οι γυναίκες που γέμισαν μέχρι και την τελευταία καρέκλα στον θερινό κινηματογράφο στην Αίγλη του Ζαππείου για να απολαύσουν την ταινία. Οι περισσότεροι από αυτούς με τη μουσική των ΑΒΒΑ θυμήθηκαν τα παλιά: τα πάρτι της εποχής του ΄70, την απλότητα των σχέσεων,

ΑΡΩΜΑ ΄70S

Η ατμόσφαιρα της ταινίας θυμίζει στους μεγαλύτερους χρώματα, αισιόδοξα χαμόγελα, φλερτ και πάρτι με βερμούτ

αλλά και τα τεχνάσματα που ανακάλυπταν κάθε τόσο για να παρατείνουν λίγο το Σαββατόβραδο ακούγοντας την αγαπημένη τους μουσική.

«Το πρώτο τετραήμερο στον δικό μας κινηματογράφο έχουν έρθει τουλάχιστον 1.000 άτομα, όταν ο μέσος όρος για μια καλοκαιρινή ταινία είναι 800 εισιτήρια την εβδομάδα. Όσο για το κοινό, οι μεγαλύτεροι έρχονται επειδή νοσταλγούν, άλλοι επειδή γυρίστηκε σε ελληνικά νησιά και άλλοι επειδή είναι μια ανάλαφρη, δροσερή ταινία μετά την πίεση του χειμώνα. Κάτι βρίσκει ο καθένας για να ταυτιστεί», λέει ο κ. Άλκης Γούναρης, υπεύθυνος κινηματογράφου στην περιοχή των Αμπελοκήπων. Πανελλαδικά, τα εισιτήρια που έκοψε η ταινία τις τέσσερις πρώτες μέρες ξεπέρασαν τα 130.000, ενώ μόνο στην Αθήνα ήταν περισσότερα από 97.000!

Στον ρυθμό!

Την ώρα που άρχισε η ταινία δύσκολα κάποιοι μπορούσαν να κρύψουν τον ενθουσιασμό τους, κουνώντας ρυθμικά τα πόδια τους ή και τραγουδώντας τις παλιές επιτυχίες των ΑΒΒΑ. «Η μουσική δένει τέλεια τόσο με τα ελληνικά νησιά μας όσο και με το υποκριτικό ταλέντο της Μέριλ Στριπ. Αυτή η μουσική μού θυμίζει τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, που ήταν γεμάτα με χορό στις ντίσκο και τα σπίτια», λέει η κ. Λιλή Σγουρού, συνταξιούχος υπάλληλος της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Όπως επισημαίνει η δρ Λίζα Βάρβογλη, ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια, η συγκεκριμένη ταινία, όπως άλλωστε και κάθε ταινία που έχει αναφορές στο παρελθόν, ξυπνά στους θεατές ευχάριστες αναμνήσεις. «Παράλληλα όμως αφυπνί ζει σε ακόμα περισσότερους, και σε αυτούς δηλαδή που δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν στην εποχή που περιγράφει η ταινία, τη χαρά της ζωής, φέρνοντάς τους σε επαφή με ένα υγιές κομμάτι του εαυτού τους, αυτό που αναζητά την ευτυχία, την ξεγνοιασιά, την εσωτερική ισορροπία και την αίσθηση πληρότητας», επισημαίνει. Παραμονές του καύσωνα, Δευτέρα βράδυ και το θερινό σινεμά στους Αμπελοκήπους είναι γεμάτο. Γιαγιάδες, μητέρες με τα παιδιά τους, αλλά και νέοι 25ρηδες και 30ρηδες, κυρίως κοπέλες, παρακολουθούν στην οθόνη τα ελληνικά τοπία όπου γυρίστηκε η ταινία και αρκετοί σιγοψιθυρίζουν τραγούδια των ΑΒΒΑ.

«Τότε υπήρχε ελπίδα»

Για την 63χρονη Ρένα Καρακατσάνη, η ταινία είναι ένα διάλειμμα σε μια βαριά καθημερινότητα. «Συγκριτικά με άλλες εποχές, η δεκαετία του ΄70 ήταν πιο ξέγνοιαστη. Δεν ωραιοποιώ καταστάσεις. Τα οικονομικά και τότε για τους περισσότερους ήταν περιορισμένα, δεν υπήρχε η δυνατότητα κατανάλωσης όπως σήμερα, αλλά ο κόσμος είχε ελπίδα. Είναι θέμα αξιών. Σήμερα υπάρχει τόση διαφθορά που δεν μπορεί πια κανείς να εμπιστευθεί τίποτα. Εκείνη η γενιά- παρά τα προβλήματα- είχε αθωότητα, αίσθηση των ιδανικών, κίνητρα και προσπαθούσε να ανέβει. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα όταν ακούει κάποιος ειδήσεις, μελαγχολεί. Είναι πολύ μουντή η εποχή μας», λέει.

Όπως τονίζει η κ. Βάρβογλη για τους φανατικούς της ταινίας, το σημαντικό είναι ότι αποκωδικοποιούν ένα μήνυμα αισιοδοξίας και πίστης. «Όσο δύσκολα και αν είναι τα πράγματα, υπήρχαν στο παρελθόν και θα υπάρξουν στο μέλλον ωραίες στιγμές. Αυτή η υπενθύμιση έχει ψυχοθεραπευτική αξία, με την έννοια ότι “θεραπεύει” την ψυχή, της δίνει μια τονωτική ένεση και την ελπίδα για ένα καλύτερο σήμερα και αύριο, κάτι που τόσο έχει ανάγκη να επιβεβαιώσει ο σύγχρονος άνθρωπος».

Η νέα γενιά

Μπορεί ηλικιακά να μην πρόλαβε τα ντίσκοπάρτι, ούτε χόρεψε με τα τραγούδια των ΑΒΒΑ, ωστόσο η ανεμελιά της εποχής που βγαίνει από τη συγκεκριμένη ιστορία τράβηξε την 23χρονη οικονομολόγο Λυδία Αναστασοπούλου. Ήρθε μαζί με τις δύο μικρές βαφτιστήρες της να τη δει, αν και δεν ήταν η πρώτη φορά. «Την είχα δει και στο θέατρο. Γινόταν χαμός. Ο κόσμος στο τέλος σηκωνόταν και χόρευε», λέει.

Μαμά, κόρη και εγγονή μαζί στον κινηματογράφο


Η κ. ΑΣΠΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ, η κόρη της Χρυσούλα και η 17χρονη εγγονή της Μαριαλένα, μαθήτρια της Β΄ Λυκείου, περίμεναν τη Δευτέρα το βράδυ στα ταμεία θερινού σινεμά στην περιοχή των Αμπελοκήπων για να δουν την ταινία. «Είναι σίγουρα η μουσική που μας τράβηξε, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι και η εποχή. Και δεν το λέω αυτό επειδή συνδέεται με τα νιάτα μου. Ήταν εποχή αθωότητας, οι σχέσεις ήταν διαφορετικές, υπήρχε ακόμα γειτονιά. Είχαμε μάθει να ζούμε με λιγότερα και ό,τι αποκτούσαμε το ευχαριστιόμασταν και το ζούσαμε», λέει η κ. Άσπα.

Για την κόρη της Χρυσούλα η δεκαετία του ΄70 έχει αφήσει, όπως λέει, «καλές μνήμες από μια εποχή γεμάτη ζωντάνια και χρώματα. Και το κυριότερο, υπήρχε αισιοδοξία και ελπίδα στον κόσμο ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν. Και τότε υπήρχαν οικονομικά προβλήματα. Η φτώχεια μας όμως δεν φαινόταν τόσο βαριά και η κατάσταση δεν ήταν αδιέξοδη, όπως σήμερα. Εμείς στην εποχή μου χορέψαμε και διασκεδάσαμε πολύ περισσότερο. Είχαμε λιγότερα, αλλά τα χαρήκαμε. Αντίθετα από τη σημερινή γενιά. Ακόμα και τα ρούχα ήταν γεμάτα χρώματα. Υπερβολικά μεν αλλά χαρούμενα. Υπήρχε εξωστρέφεια».

Με σκηνικό την Ελλάδα


Η κινηματογραφική μεταφορά του μιούζικαλ «Μamma Μia» έκανε πολλούς σινεφίλ να αναπολήσουν τα νεανικά τους χρόνια και να θαυμάσουν τα τοπία της Σκοπέλου. Δεν είναι όμως η μόνη. Αρκετές είναι οι ξένες παραγωγές που έχουν για σκηνικό κάποια ελληνική γωνιά « Απέραντο Γαλάζιο »: γυρίστηκε στην Αμοργό, με πρωταγωνιστές τη Ροζάνα Αρκέτ και τον Ζαν Ρενό « Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» : γυρίστηκε στην Κεφαλονιά, με πρωταγωνιστές τον Νίκολας Κέιτζ και την Πενέλοπε Κρουζ « Τα κανόνια του Ναβαρόνε»: γυρίστηκε στη Ρόδο, με πρωταγωνιστές τον Γκρέγκορι Πεκ και τον Άντονι Κουίν «Το παιδί και το δελφίνι»: γυρίστηκε στην Ύδρα, με πρωταγωνιστές τη Σοφία Λόρεν και τον Άλαν Λαντ

«Είναι η 4η φορά που το βλέπω»


Η κ. ΑΘΗΝΑ ΜΙΧΕΛΑΚΗ είδε πρώτη φορά το θεατρικό «Μamma Μia» στο Λονδίνο πριν από 20 χρόνια. Αφορμή, όπως λέει, ήταν η μουσική του σουηδικού συγκροτήματος.

«Μου άρεσε τόσο πολύ, που αυτή είναι η τέταρτη φορά που το βλέπω. Οι μελωδίες μού θυμίζουν τα νεανικά μου χρόνια που ήταν γεμάτα από έναν εκπληκτικό ρυθμό», σημειώνει η κ. Μιχελάκη που ακόμα και σήμερα διασκεδάζει βάζοντας την αγαπημένη της μουσική στο σπίτι. «Την εποχή που μεσουρανούσαν οι ΑΒΒΑ, τα ήθη στην Ελλάδα ήταν λίγο πιο αυστηρά από ό,τι συμβαίνει σήμερα. Υπήρχε όμως συναίσθημα. Η αγκαλιά στον χορό ενός σλόου τραγουδιού είχε τότε σημασία», λέει.