Ολοι οι µεταλλωρύχοι τα κατάφεραν. Οµως ήταν ο Μάριο Σεπούλβεδα εκείνος που λειτούργησε ως η «ψυχή» της οµάδας, που έκανε αστεία, έφερε δώρα στους διασώστες και που όπως είπε «ήµουν µε τον Θεό και τον διάβολο».

Ο 39χρονος Σεπούλβεδα ήταν ο δεύτερος που βγήκε στην επιφάνεια και η πρώτη του κίνηση, αφού αγκάλιασε τη γυναίκα και τα παιδιά του και τους ρώτησε «τι κάνει ο σκύλος;», ήταν να µοιράσει δώρα στους άνδρες των σωστικών συνεργείων, ακόµα και στον πρόεδρο της Χιλής Σεµπαστιάν Πινιέρα:

πέτρες από το καταφύγιο στο οποίο βρίσκονταν και οι 33 εγκλωβισµένοι επί 69 ηµέρες, τυλιγµένες µάλιστα σε αλουµινόχαρτο.

Οι κραυγές χαράς του Σεπούλβεδα ακούγονταν πριν ακόµα φθάσει η κάψουλα στην επιφάνεια και λίγο αργότερα ο µεταλλωρύχος έτρεξε σε µια οµάδα φίλων του, τους αγκάλιασε και όλοι µαζί άρχισαν να φωνάζουν το σύνθηµα: «Ζήτω οι χιλιανοί µεταλλωρύχοι!».

Σε έναν ολιγόλεπτο µονόλογό του που µεταδόθηκε από την τηλεόραση ο Σεπούλβεδα ακούστηκε να λέει:

«Ηµουν µε τον Θεό και τον διάβολο.

Τσακωθήκανε για µένα, για το ποιος θα µε πάρει. Τελικά, πιάστηκα από το χέρι του θεού, το καλύτερο χέρι.

Ηξερα πάντα ότι ο Θεός θα µας σώσει», πρόσθεσε φανερά συγκινηµένος και σε υπερδιέγερση, ζητώντας από τους παρισταµένους να µην αντιµετωπίσουν τους 33 µεταλλωρύχους «σαν καλλιτέχνες. Θέλω να µε αντιµετωπίσουν ως τον Μάριο Αντόνιο Σεπούλβεδα, εργάτη, µεταλλωρύχο. Θέλω να συνεχίσω να εργάζοµαι διότι πιστεύω ότι έχω γεννηθεί για να πεθάνω στη δουλειά. Και είµαι περήφανος για τη διαπαιδαγώγησή µου». Απηύθυνε επίσης έκκληση «για µεταβολές στον κόσµο της εργασίας, που δεν µπορεί να παραµείνει στη σηµερινή του κατάσταση».

Ο «παρουσιαστής»

Ο Σεπούλβεδα ήταν εκείνος που είχε στα χέρια του την κάµερα και ξενάγησε όλο τον κόσµο στο µικρό καταφύγιο των µεταλλωρύχων κάτω από τη γη, παρουσιάζοντας τη ζωή τους – γι’ αυτό και του έδωσαν το παρατσούκλι «ελ πρεζενταδόρ», ο παρουσιαστής.

Ισως δεν ήταν ο ηγέτης τους, αλλά ο εκπρόσωπός τους. Ο ηλεκτρολόγος από το Σαντιάγο, που είχε υπάρξει στο παρελθόν και ηγέτης συνδικάτου, δεν ξέχασε να πει µια καλή κουβέντα και για τους διασώστες.

«Αυτοί µας έβγαλαν.

Εµείς βάλαµε τους εαυτούς µας, την τρέλα µας, την εµπειρία και την καρδιά µας του µεταλλωρύχου, αλλά οι επαγγελµατίες έβαλαν όλα τα άλλα. Είναι απίστευτο, µας έβγαλαν από το 700 µέτρα».

Λίγο πριν τον µεταφέρουν στο νοσοκοµείο, ο Σεπούλβεδα µουρµούρισε: «Η ζωή µού φέρθηκε σκληρά, αλλά έµαθα…».

ΔΩΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ

Ο 39χρονος µεταλλωρύχος πήρε µαζί του από το ορυχείο µερικές πέτρες και τις χάρισε στους σωτήρες του

Πρώτος, γερός και χαµογελαστός

ΗΤΑΝ Ο πρώτος µεταλλωρύχος που βγήκε στην επιφάνεια. Κρίθηκε από τους διασώστες ως ο πιο γερός, σωµατικά και ψυχολογικά, από τους 33. Ο διασώστης Μανουέλ Γκονζάλες χρειάστηκε 17 λεπτά για να κατεβεί στο καταφύγιο και µόλις λίγα λεπτά, µετά τις απαραίτητες αγκαλιές µε τους 33 άνδρες, προκειµένου να τοποθετήσει τον 31χρονο Αβάλος µέσα στον «Φοίνικα». Η κορυφή του θαλαµίσκου φάνηκε στο άνοιγµα του φρέατος, 625 µέτρα πιο πάνω, στις 12.11

π.µ. τοπική ώρα (06.11 π.µ. ώρα Ελλάδας)

και αµέσως, διασώστες, συγγενείς και φίλοι ξέσπασαν σε ζητωκραυγές. Για µερικές στιγµές, η κάµερα γύριζε µία στο χαµογελαστό πρόσωπο του 31χρονου Αβάλος, που έδειχνε εντυπωσιακά υγιής δεδοµένου της δοκιµασίας που υπέστη, και µία στο πρόσωπο του επτάχρονου γιου του Μπάριο, που άρχισε να κλαίει γοερά λίγο πριν εµφανιστεί ο θαλαµίσκος. Μπαµπάς, µαµά και γιος έγιναν µια σφιχτή αγκαλιά. «Αυτό είναι ένα θαύµα από τον Θεό», δήλωσε ο Αβάλος, ο οποίος τράβηξε πολλά από τα βίντεο που έστελναν οι µεταλλωρύχοι στην επιφάνεια. Κατόπιν, και ενώ το συγκεντρωµένο πλήθος φώναζε ρυθµικά «Χιλή! Χιλή!», ο 31χρονος µεταλλωρύχος αγκάλιασε τον πρόεδρο της χώρας Σεµπαστιάν Πινιέρα – η συγκεκριµένη σκηνή έµελλε να επαναληφθεί µε ακρίβεια κάθε φορά που ανέβαινε ο «Φοίνιξ» στην επιφάνεια.

Ο διασώστης ήρωας

«ΤΟ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟ όνοµα του Ιουλίου Βερν είναι Μανουέλ Γκονζάλες», αποφάνθηκε µέσω του Τwitter ο Εδουάρδο Μπερλίν, ένας µεταπτυχιακός φοιτητής στο Χάρβαρντ. Ηταν ο δικός του τρόπος να τιµήσει τον πρώτο διασώστη που ταξίδεψε «στο κέντρο της γης» για να βοηθήσει τους µεταλλωρύχους να βγουν – και τον τελευταίο άνθρωπο που θα βγει. Οταν µπήκε στον Φοίνικα, λίγο πριν από τις 6 χθες το πρωί (ώρα Ελλάδας), οι σύντροφοί του τον συµβούλευσαν «όσο κατεβαίνει, να σκέφτεται µια ωραία παραλία». «Καλή τύχη.

Είθε να σε συνοδεύσει ο Θεός και να φέρεις πίσω τους µεταλλωρύχους», του είπε ο πρόεδρος της Χιλής. «Ετσι θα το κάνουµε, πρόεδρε», απάντησε εκείνος. Δεκαέξι λεπτά αργότερα, ο ασύρµατος µετέδιδε τα πρώτα λόγια του σε βάθος 624 µέτρων: «Αγαπάω τη ζωή αλλά πεθαίνω από τη ζέστη». Ο Μανουέλ Γκονζάλες, ήδη ήρωας στον κυβερνοχώρο, σύντοµα θα τιµηθεί ως ήρωας και στον πραγµατικό κόσµο.

Τον βοήθησαν το τρέξιµο και ο… Ελβις

Ο ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΣ στα 625 µέτρα κάτω από την επιφάνεια της Γης ήταν για τον 34χρονο Πένια δυσβάσταχτος. Ειδικά στις αρχές, έστειλε ένα γράµµα στη σύντροφό του όπου της έγραφε «είµαι πολύ, πολύ απελπισµένος εδώ κάτω.

Είναι Κόλαση των ζωντανών αυτό το µέρος». Μια µέρα ζήτησε από τους διασώστες να του στείλουν µια φωτογραφία του ήλιου! Δύο πράγµατα τον έκαναν να αντέξει: το τρέξιµο και ο Ελβις Πρίσλεϊ, ο αγαπηµένος του τραγουδιστής. Ο Πένια απέκτησε τη συνήθεια να τρέχει καθηµερινά από πέντε µέχρι δέκα χιλιόµετρα πέρα – δώθε στο µήκος ενός χιλιοµέτρου καταφύγιο, µε τη µουσική του Ελβις στα αυτιά, χάρη στο iΡod που ζήτησε και έλαβε από τους διασώστες. Στην έξοδο, η σύντροφός του τον περίµενε πλάι στον πρόεδρο της Χιλής Σεµπαστιάν Πινιέρα. Λίγες ώρες αργότερα, έγινε γνωστό πως οι υπεύθυνοι για την Γκρέισλαντ, τη θρυλική έπαυλη του Ελβις Πρίσλεϊ, προσφέρουν ελευθέρας στον Πένια να πάει και να µείνει όσο επιθυµεί.

Ο «παππούς» γονάτισε και προσευχήθηκε

ΜΕ ΤΟ που έφτασε στην επιφάνεια και βγήκε µε τη βοήθεια των διασωστών από τον θαλαµίσκο, ο 63χρονος Μάριο Γκόµες έπεσε στα γόνατα, χαµήλωσε το κεφάλι και προσευχήθηκε, σφίγγοντας στα χέρια του µια σηµαία της Χιλής. Είναι ο µεγαλύτερος και ο πιο πεπειραµένος από τους 33 µεταλλωρύχους, φοράει κράνος στο κεφάλι του εδώ και σχεδόν 50 χρόνια. Υποφέρει όµως από πνευµονοκονίαση, τη νόσο των µεταλλωρύχων, παίρνει αντιβιοτικά και αντιφλεγµονώδη, καθώς ανέβαινε µε τον θαλαµίσκο φορούσε µάσκα οξυγόνου, και η σύζυγός του, η Λίλιαν Ραµίρες, επ’ ουδενί θέλει να επιστρέψει στα ορυχεία: «Είναι καιρός να ξεκουραστεί», λέει. Εκείνη ήταν που τον σήκωσε από το έδαφος για να τον αγκαλιάσει. Κατόπιν, υπό τις επευφηµίες των χαµογελαστών διασωστών, ο Γκόµες σήκωσε ψηλά πάνω από το κεφάλι του τη χιλιανή σηµαία. Λίγα λεπτά αργότερα, µεταφέρθηκε στο πρόχειρο νοσοκοµείο που έχει στηθεί στον Καταυλισµό της Ελπίδας. «Εχω αλλάξει, είµαι άλλος άνθρωπος», δήλωσε εκεί απευθυνόµενος στους προέδρους της Χιλής και της Βολιβίας. «Συχνά, χρειάζεται να συµβεί κάτι για να σκεφτείς και να συνειδητοποιήσεις πως η ζωή είναι µία και µοναδική». «Ευχαριστούµε πολύ», έλεγε ξανά και ξανά στον Πινιέρα.

«Πάντοτε πιστεύαµε πως θα µας βρίσκατε». «Αν ο Θεός σας κράτησε στη ζωή, είναι γιατί έχει σηµαντικά σχέδια για σάς» απάντησε εκείνος.

Η ερωµένη περίµενε τον «γιατρό»

ΑΝΕΒΗΚΕ 21ος κατά σειρά, δοκιµάζοντας τις αντοχές όσων αδηµονούσαν να δουν ποια θα τον υποδεχόταν στην επιφάνεια: η επί 28ετία σύζυγός του Μάρτα Σαλίνας, η φιλενάδα του Σουζάνα Βαλενσουέλα ή µήπως η µοναδική αδελφή του; Ο 50χρονος Μπάριος, «ο γιατρός», ήταν από τα πιο σηµαντικά πρόσωπα τις 69 ηµέρες που πέρασαν παγιδευµένοι οι µεταλλωρύχοι. Η προσωπική του ζωή όµως υπήρξε κάπως… περίπλοκη:

σύζυγος και ερωµένη κατέφτασαν στο ορυχείο µε φωτογραφία του στα χέρια, αγνοώντας η πρώτη την ύπαρξη της δεύτερης. Οι φήµες τις θέλουν να ήρθαν, µάλιστα, στα χέρια κάποια στιγµή, στην καντίνα του Καταυλισµού.

Πληροφορίες θέλουν επίσης τον Μπάριος να καθόρισε ως νόµιµη εκπρόσωπό του τη φιλενάδα του, όταν ερωτήθηκε σχετικά στο καταφύγιο. Τελικά, όταν έφτασε στην επιφάνεια, τον περίµενε µία µόνο γυναίκα, η Σουζάνα.

Δώρο από τον Μοράλες στον Βολιβιανό

ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ «ΞΕΝΟΣ» της οµάδας, ο 24χρονος Κάρλος Μαµάνι στάθηκε αφορµή να µεταβεί επί τούτου στη Χιλή, για την απελευθέρωσή του, ο πρόεδρος της Βολιβίας Εβο Μοράλες. Αµέσως µετά την έξοδό του από τον θαλαµίσκο, η σύζυγός του Βερόνικα τον αγκάλιασε και του έδωσε ένα φιλί τόσο δυνατά, που της έπεσε το λευκό κράνος. «Gracias, Chile!» φώναξε ο 24χρονος Βολιβιανός δείχνοντας τη χιλιανή σηµαία πάνω στην µπλούζα του. Είχε µόλις αρχίσει να εργάζεται στο ορυχείο του Σαν Χοσέ όταν συνέβη το ατύχηµα, στις 5 Αυγούστου.

Ωστόσο ο Μαµάνι δεν χρειάζεται να ανησυχεί εφεξής.

Στην κοντινή κλινική όπου τον επισκέφθηκε αργότερα, ο Μοράλες του είπε ότι δεν θα χρειαστεί ποτέ ξανά να επιστρέψει στα ορυχεία και πως στη Βολιβία τον περιµένει ένα αγρόκτηµα, δώρο του προέδρου.