Θα ήταν άραγε δυνατόν να δημιουργηθεί κάπου στη Γη ένας κήπος της Εδέμ, ένα μέρος όπου θα μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά τα διάφορα οικοσυστήματα, όπως την εποχή που δεν υπήρχε η παρέμβαση του ανθρώπου; Η πιο λογική απάντηση θα ήταν «όχι». Τα πράγματα όμως εξελίχθηκαν διαφορετικά, και ο κήπος της Εδέμ ή επί το βρετανικότερον Εden Ρroject, δημιουργήθηκε στην Κορνουάλη και μάλιστα σήμερα είναι ένα από τα πιο διάσημα αξιοθέατα της Βρετανίας.
Oλα άρχισαν γύρω στο 1996-1998 στη Βρετανία, όταν μια ομάδα φίλων άρχισε να συζητά το μέλλον των διαφόρων οικοσυστημάτων του πλανήτη. Τα νέα που έφταναν από διάφορα μέρη της Γης ήταν κάθε άλλο παρά ευχάριστα: δεκάδες είδη φυτών χάνονταν για πάντα, χιλιάδες εκτάρια δάσους καταστρέφονταν, συμπαρασύροντας σπάνιες μορφές ζωής. Επιπλέον, οι άνθρωποι στις πόλεις συνέχιζαν να αποξενώνονται από τον φυσικό κόσμο, παρατηρώντας τον με απορία σε βιβλία και εκπαιδευτικές ταινίες. Η παρέα σύντομα μεγάλωσε, εμπλουτίστηκε με επιστήμονες και άρχισε να παίρνει τη μορφή ενός πάρκου για την προστασία των φυτών του πλανήτη.
Ο «Κήπος της Εδέμ» ήταν μια περίεργη «συνταγή» με απίστευτα σε σύλληψη υλικά. Σκηνικό ήταν ένα παλιό ορυχείο πορσελάνης κοντά στην πόλη Σεντ Οστελ της Κορνουάλης. Εκεί, σε μια άγονη έκταση ίση με 35 γήπεδα ποδοσφαίρου ρίχτηκαν 83.000
τόνοι χώματος από ανακυκλωμένα σκουπίδια και φυτεύτηκαν περισσότερα από 5.000 είδη φυτών από τις πιο απομακρυσμένες και άγνωστες γωνιές του πλανήτη, αλλά και ευρέως διαδεδομένων φυτών που βρίσκονται κοντά μας χωρίς να το γνωρίζουμε.
Τεχνολογικό θαύμα
Ποτίστηκαν με νερό της βροχής που μαζεύτηκε σε δεξαμενές και προφυλάχθηκαν από τον καιρό με μια κατασκευή που θυμίζει τεράστιες κυψέλες μελισσών, μάτια εντόμων, διαστημική αποικία ή απλά ένα υπερμέγεθες παιγνίδι Μecccano. Οι κυψέλες αυτές είναι τόσο μεγάλες που μπορούν να κρύψουν μέσα τους ακόμη και τον διάσημο Πύργο του Λονδίνου, και ονομάζονται Βiomes. Ηδη έχουν πάρει τη θέση τους στο Βιβλίο Γκίνες ως το μεγαλύτερο θερμοκήπιο του κόσμου. Για την κατασκευή χρησιμοποιήθηκε κάθε τεχνολογική δυνατότητα που δεν βλάπτει το περιβάλλον και εξοικονομεί ενέργεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα διαφανή «τζάμια» των θόλων είναι φτιαγμένα από υλικό χάρη στο οποίο δεν υπάρχει απώλεια φωτός, είναι αυτοκαθαριζόμενα, πρακτικά άθραυστα και ζυγίζουν το 1% του βάρους του συνηθισμένου τζαμιού. Το κόστος του όλου εγχειρήματος, που ξεπέρασε τα 120 εκατομμύρια βρετανικές λίρες, καλύφθηκε στο μεγαλύτερο μέρος του από δωρεές απλών ανθρώπων, ιδρυμάτων και σε ένα μικρό ποσοστό από δάνεια τραπεζών.