Ήθελε να γίνει γιατρός από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Ίσως γιατί νωρίς-νωρίς βίωσε στο πετσί του τι θα πει σοβαρή αρρώστια, ίσως γιατί ήταν το απωθημένο της μητέρας του ή πάλι γιατί τον μάγεψε η καλοσύνη και η ανθρωπιά των γιατρών που βάλθηκαν να τον κρατήσουν στη ζωή.
Σαράντα μέρες πέρασε στο κρεβάτι παράλυτος ο Χαράλαμπτος Μουτσόπουλος, όταν τον κτύπησε το Guillain-Barre –αυτή η σπάνια, αυτοάνοση νευρολογική ασθένεια που μάθαμε το όνομά της πριν από δύο χρόνια, όταν εμφανίστηκε η νέα γρίπη Α(Η1Ν1) και κληθήκαμε να εμβολιαστούμε εναντίον της. Άλλο σήμερα, όμως, κι άλλο τότε, τη δεκαετία του ’50, όταν η παράλυση ήταν πρακτικά δεδομένη.
«Ήμουν τυχερός, η παράλυση δεν ανέβηκε πάνω από τα πόδια», λέει. «Μη με ρωτάς πως έγινα καλά – ήταν spontaneous η ανάρρωση». Spontaneous, δηλαδή κάτι σαν «από μόνη της».
Το ‘χει αυτό ο κ. Μουτσόπουλος: χρησιμοποιεί αρκετές αγγλικές λέξεις όταν μιλάει – πράγμα απολύτως κατανοητό αν σκεφτεί κανείς πόσα χρόνια πέρασε σπουδάζοντας και εργαζόμενος στο εξωτερικό, και βεβαίως τις εκατοντάδες ερευνητικές εργασίες που έχει παρουσιάσει στα κορυφαία ιατρικά συνέδρια παγκοσμίως.
O φημισμένος παγκοσμίως καθηγητής, έχει δηλώσει πως δεν ανήκει σε κανέναν ιδεολογικό χώρο διότι πολύ απλά ανήκει στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1944, στην Αθήνα πήρε το πρώτο ιατρικό πτυχίο και το πρώτο διδακτορικό καιεδώ ολοκληρώνει σε λίγους μήνες την πανεπιστημιακή σταδιοδρομία του, αφού «πιάνει» το όριο ηλικίας των 67 ετών και πρέπει να αφήσει την έδρα της Παθολογικής Φυσιολογίας που κατέχει από το 1993.
Ο ίδιος συμφωνεί με το όριο ηλικίας. «Πόσοι νομίζετε ότι είναι λαμπρά μυαλά από τους 82 που έχουν έδρες; Ασφαλώς και υπάρχουν κάποιοι, αλλά κάποιοι άλλοι δεν θα έπρεπε καν να έχουν αυτή τη θέση, γιατί το μόνο που τους νοιάζει είναι να βγάζουν λεφτά», λέει σε συνομιλητές του.
Ακόμα ένα χαρακτηριστικό του Χαράλαμπου Μουτσόπουλου: δεν μασάει τα λόγια του. «Έτσι είμαι, και τα λέω και τα γράφω όπως τα πιστεύω. Δεν τους αρέσει όμως να τα ακούνε, γι’ αυτό και με περνάνε τώρα πειθαρχικό», λέει, αναφερόμενος στον σάλο που ξέσπασε έπειτα από άρθρο του, στο οποίο έγραφε πως οι γιατροί έχουν συμβάλει στην οικονομική κρίση της χώρας. «Αν δεν τα πω, όμως, είναι σαν να συμμετέχω, γι’ αυτό κι εγώ θα τα λέω, κι όποιος θέλει ας τα ακούει».
Οι επιρροές. Ο ίδιος πάντως άκουγε πάντοτε τους γύρω του. Άκουσε και έμαθε πολλά από τη μητέρα του και από τους γιατρούς που τον φρόντισαν όταν αρρώστησε ως παιδί – όχι μόνο από το Guillain-Barre, αλλά και από την γυροειδή αλωπεκία που τον άφησε χωρίς μαλλιά στα 12 του χρόνια (και αυτή την νίκησε μόνος του).
«Η μητέρα μου ήταν μια μορφωμένη γυναίκα, γεννημένη το 1913, αριστούχος στο γυμνάσιο, η οποία ανήκε στη μέση ανώτερη τάξη και ήθελε πάρα πολύ να γίνει γιατρός, αλλά δεν της επιτρεπόταν, αφού έπρεπε να παντρευτεί και να κάνει παιδιά», εξομολογείται. «Εκείνη μου εμφύσησε τις αξίες της πρωτιάς και έβαλε μέσα μου την ιδέα της Ιατρικής». Όσο για τους γιατρούς της παιδικής ηλικίας του, «έβλεπα με πόση ευαισθησία με φρόντιζαν και έμαθα πόσο σημαντικό είναι το λειτούργημά τους».
Ο κύριος Μουτσόπουλος και η οικογένειά του έφτασαν στην Αθήνα όταν πήγαινε γυμνάσιο – «φύγαμε γιατί οι καθηγητές κυνηγούσαν εμένα και τον αδελφό μου και ενώ ήμασταν αριστούχοι μας έβαζαν στα προφορικά 10 με άριστα το 20». Καθισμένος πάντα στο πρώτο θρανίο – «εκεί που κάθονται οι άριστοι μαθητές» – διέπρεπε στα μαθηματικά και έτσι «κανείς δεν με πίστευε όταν έλεγα ότι θέλω να γίνω γιατρός».
Στόχος η πρωτιά. Η λέξη «άριστα» ήταν πάντα ο κανόνας στη ζωή του. Με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε με άριστα το 1968 και πήρε – πάλι με άριστα – το διδακτορικό του το 1971. «Το θέμα μου ήταν η τουλαραιμία (σ.σ. λοίμωξη των ζώων που μεταδίδεται εύκολα στον άνθρωπο και προκαλείται από βακτήριο). Αρχικά την μελέτησα στο εργαστήριο και μετά έκανα μεγάλη μελέτη για την επιδημιολογία της στην Ελλάδα, κάτι που έγινε για πρώτη φορά», λέει.
Στην Ιατρική της Αθήνας «είχα την ευτυχία να έχω για δάσκαλο τον ΓιάννηΠαπαβασιλείου, καθηγητή Μικροβιολογίας, που με πήρε βοηθό επειδή ήμουν αριστούχος και εκεί κατάλαβα την ομορφιά της ανοσολογίας». Επόμενος σταθμός, το Πανεπιστήμιο Τζώρτζταουν στην Ουάσινγκτον και ο καθηγητής Χάιμαν Ζίμερμαν, ο οποίος «με ρώτησε τι θέλω να κάνω, του είπα ανοσολογία και με έστειλε να συνεχίσω την μετεκπαίδευσή μου στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο».
Εκεί γνωρίστηκε με τον μεγάλο του δάσκαλο, όπως τον αποκαλεί, το καθηγητή Νόρμαν Ταλάλ, ο οποίος «μου έδειξε τις ομορφιές του μοντέλου που μελετάω από το 1974: του συνδρόμου Sjogren».
Η έρευνα. Η έρευνα του κυρίου Μουτσόπουλου έχει οδηγήσει σε σημαντικές ανακαλύψεις. Η πρώτη είναι πως τα αυτοάνοσα νοσήματα δεν οφείλονται σε δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος το οποίο εξαιτίας της επιτίθεται και καταστρέφει υγιείς ιστούς του σώματος, αλλά στην υπερλειτουργία του – «δουλεύει 10 φορές περισσότερο από το κανονικό», λέει ο καθηγητής.
Η δεύτερη είναι πως οι ασθενείς που έχουν κάνει μεταμόσχευση μυελού των οστών από ξένο δότη, μπορεί μετά από χρόνια να εκδηλώσουν κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, όπως ο λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και το σύνδρομο Sjogren.
Η τρίτη είναι πως για να βρεθεί μια θεραπεία για τα αυτοάνοσα νοσήματα, είναι πολύ καλύτερο να μελετάει κανείς τα κύτταρα που καταστρέφει το ανοσοποιητικό σύστημα παρά τα υπερδραστήρια ανοσολογικά κύτταρα. Αυτό το κομμάτι της έρευνας είχε ως επακόλουθο να εντοπίσουν ο κύριος Μουτσόπουλος και οι συνεργάτες του ορισμένες αλλαγές σε κύτταρα του στόματος, οι οποίες υποδηλώνουν πως για κάποιον εξωγενή λόγο έχει αλλοιωθεί η δομή τους.
Το μέλλον. Η ανακάλυψη αυτή άνοιξε τον δρόμο για την έρευνα που τώρα κάνει ο καθηγητής, και την οποία θα συνεχίσει και μετά την συνταξιοδότησή του από το πανεπιστήμιο. Η έρευνα αυτή έχει καταδείξει πως στα αλλοιωμένα κύτταρα υπάρχουν ίχνη ορισμένων εντεροϊών – «τώρα το δουλεύουμε αυτό με γερμανούς συναδέλφους, για να δούμε εάν και ποιον ρόλο έχουν παίξει στην καταστροφή των σιελογόνων αδένων που ευθύνονται για την ξηροστομία στο σύνδρομο Sjogren», λέει.
Όλες αυτές οι έρευνες, για τις οποίες κατ’ επανάληψιν έχει τιμηθεί σε Ευρώπη και Αμερική και οι οποίες τον οδήγησαν την Τετάρτη το απόγευμα στην απονομή του Αριστείου Μποδοσάκη 2011, του άφηναν πάντοτε χρόνο για να ασχολείται με την κλινική Ιατρική – την φροντίδα των ασθενών του δηλαδή, στους οποίους έχει τάξει την ζωή του.
Είπε
«Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι αυτός που είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Αυτόν υπηρετώ και γι’ αυτό είμαι σκληρός: γιατί προστατεύω τον αδύναμο».
Είπαν γι’ αυτόν
Αργύρης Ευστρατιάδης, βιολόγος, καθηγητής, επιστημονικός διευθυντής Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών, κατά την προσφώνησή του στα Αριστεία Μποδοσάκη 2011