Ο ερωτικός καημός και το παράπονο δεν είναι αποκλειστικότητα κανενός μουσικού είδους. Από το ρεμπέτικο μέχρι τη soul και από το δημοτικό μέχρι τα blues οι δημιουργοί έχουν κατά καιρούς διατυπώσει πλευρές της ερωτικής απογοήτευσης. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να λείπει απ’ το εν λόγω πεδίο του πικρού συναισθήματος ένας μεγάλος έλληνας δημιουργός και μάλιστα στην πιο πρώιμη φάση του έργου του. Και ειδικότερα, σε νεαρή ηλικία – εν μέσω του αδελφοκτόνου Εμφυλίου Πολέμου. Είπατε τίποτε;
Ο Μανώλης Χιώτης, λοιπόν, συνέθεσε τον περίφημο «Πασατέμπο» στα 25 του, το 1946 – το έτος που γεννιέται ο Σιλβέστερ Σταλόνε και η Πάτι Σμιθ – και σε στίχους του θεατρικού συγγραφέα Γιώργου Γιαννακόπουλου. Το τραγούδι ερμήνευσε περίφημα η Ιωάννα Γεωργακοπούλου συνοδεία του Στελλάκη Περπινιάδη και στην πρώτη εκτέλεση μπουζούκι παίζει ο ίδιος ο Χιώτης. Λίγο μετά μάλιστα βγαίνει και σε άλλη εταιρεία με ερμηνευτές τη Ρόζα Εσκενάζυ και τον Ζαχαρία Κασιμάτη. Οι μεταγενέστερες επανεκτελέσεις του τραγουδιού είναι εκατοντάδες – ανάμεσά τους και η πιο πρόσφατη και ευφάνταστη των Ιμάμ Μπαϊλντί – αν και μία είναι που ξεχωρίζει και αποτελεί μια διαφορετική προσέγγιση του κομματιού. Μιλώ για την ηχογράφηση που έχουμε το 1961 στη συγκινητική ερμηνεία του Στράτου Παγιουμτζή και στα μπουζούκια δύο δεξιοτέχνες που έγραψαν τη δική τους σελίδα στο λαϊκό τραγούδι: τον δαιμονικό Γιαννάκη Αγγέλου και τον Γιάννη Παλαιολόγου.
Ας δούμε, όμως, πώς εμπνεύστηκε ο Γιαννακόπουλος τους στίχους του «Πασατέμπου» και μάλιστα με δικά του λόγια, από την εξαίρετη έκδοση «Αληθινές ιστορίες» που επιμελήθηκε και έβγαλε το 2006 ο ακάματος ερευνητής και συγγραφέας Κώστας Χατζηδουλής. Διαβάζουμε λοιπόν από το «Εδώ Αθήναι» – αθηναϊκό περιοδικό ποικίλης ύλης – τον Ιανουάριο του 1948:
«Επειδή όμως ο λόγος για μάγκικα τραγούδια, επειδή πρέπει να αφήσουμε τα κομπολόγια και να ξαναπιάσουμε τις γυναίκες, επειδή δεν θέλω να πούνε οι συνάδελφοί μου ότι τα δικά μου κουσούρια τα κρύβω, κι επειδή ακόμη νομίζω πως θα έχετε την περιέργεια να πληροφορηθείτε για ποια εγράφτηκε και από ποιον διάολο ο “Πασατέμπος”, που οπωσδήποτε σας έχει τριβελίσει τα αυτιά και σας έχει ενοχλήσει κατά κόρον, διά ταύτα σας γνωστοποιώ ότι ο διάολος… είμαι εγώ. Θα με ρωτήσετε από πού κι ώς πού έγραψα ρεμπέτικο τραγούδι;
Φαίνεται λοιπόν ότι ο διχασμός του Εγώ δεν αποτελεί σπάνια περίπτωση. Κι έτσι ένα βράδυ, πλημμυρισμένος από έρωτα, παραπονεμένος για τη συμπεριφορά της απέναντί μου, φτιαγμένος από κρασί και επηρεασμένος από μια συντροφιά που τραγουδούσε όλο ζεϊμπέκικα και χασάπικα, έγινα άλλος άνθρωπος. Οσο για τη μούσα μου, τη λένε… πάλι Μαρίνα Σμυρνάκη. Σας ξάφνιασε μήπως το “πάλι”; Θα σας εξηγήσω: Από τη μέρα που κυκλοφόρησε ο “Πασατέμπος”, όσοι φίλοι και γνωστοί ξέρανε την ιστορία καταργήσανε τελείως το όνομά της και Πασατέμπο την ανεβάζανε, Πασατέμπο την κατεβάζανε».
Να, λοιπόν, τα υλικά για ένα δραματικό και ερωτικό συνάμα τραγούδι: παράπονο, λίγο κρασί και η σύμπραξη ενός δημιουργού του λαϊκού και ενός δημιουργού του ελαφρού τραγουδιού. Και μάλιστα σε ένα κοινωνικό φόντο άγριο, όπου ο Εμφύλιος έχει μόλις αρχίσει και οι στρατοί έχουν στοιχιστεί για τα καλά. Σημειώστε επίσης πως οι ρωγμές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής έχουν αναγκάσει την παύση της φωνογράφησης και κοπής των δίσκων για περίπου πέντε χρόνια.
Ο Μανώλης Χιώτης είναι αυτός που ηχογραφεί τον πρώτο μετά τον πόλεμο δίσκο με δικές του συνθέσεις, που είναι ταυτόχρονα και ο πρώτος μεταπολεμικός δίσκος της εταιρείας His Master’s Voice. Σε αυτόν ακριβώς τον δίσκο τραγουδά η Γεωργακοπούλου τον «Πασατέμπο» και ένα άλλο τραγούδι με τον τίτλο «Ψιλό γαζί». Πάνω στη ρωγμή λοιπόν, μεταξύ Κατοχής και Εμφυλίου – και σε δυσμενείς για τη δημιουργία συνθήκες – ο Χιώτης και ο Γιαννακόπουλος άφησαν ένα απολύτως ερωτικό και δραματικό κομμάτι. Ισως για να εκφράσουν τη «ρωγμή» των απανταχού αδικημένων απ’ τον έρωτα. Και για να την απαλύνουν.