Την παρήγγειλε ένας πρόσφυγας. Τη δημιούργησε ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους της εποχής του. Επεσε θύμα αρχαιοκαπήλων και κόπηκε σε εννιά κομμάτια για να μπορέσει να πωληθεί. Και ύστερα από αναρίθμητες περιπέτειες σήμερα η εικόνα από τον βίο του Προφήτη Ηλία αποτελεί ένα από τα ωραιότερα αλλά και σπουδαιότερα έργα των συλλογών του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας.
Τρέχει προς τον ουρανό πάνω σε ένα άρμα με κατακόκκινα άλογα. Τα σύννεφα σχίζονται για να περάσει. Με μια πρώτη ματιά θα μπορούσε να είναι ο Ηλιος της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας πάνω στο άρμα του. Ομως ο πρωταγωνιστής αυτής της σκηνής δεν είναι άλλος από τον Προφήτη Ηλία, που αναλαμβάνεται στους ουρανούς.
Εκείνη την ύστατη στιγμή δεν ξεχνά να ρίξει τον μανδύα του στον μαθητή του Ελισαίο, χρίζοντάς τον συνεχιστή του, σύμφωνα και με την εκκλησιαστική παράδοση. Εκείνος στέκεται κάτω αριστερά στην όχθη του Ιορδάνη κρατώντας τον μανδύα, ενώ στην απέναντι όχθη του ποταμού εικονίζονται κάτοικοι της Ιεριχούς.
Η μεγάλων διαστάσεων εικόνα προέρχεται από το ξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στην Ανω Κορακιάνα της Κέρκυρας. Η χρήση της είχε πιθανότατα τη θέση αφιερωματικού πίνακα στο εσωτερικό της εκκλησίας, αντί τοιχογραφικού διακόσμου. Ζωγράφος της είναι ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους του 17ου αιώνα, ο Θεόδωρος Πουλάκης. Χαμηλά πάνω στο έδαφος είναι γραμμένη με μικρά μαύρα γράμματα η επιγραφή: Κόπος και σπουδή Θεοδώρου Πουλάκη.
Τι γύρευε όμως η εικόνα ενός φημισμένου κρητικού ζωγράφου σε ένα χωριό της Κέρκυρας του 17ου αιώνα; Για όλα φταίει… ο παραγγελιοδότης. Ο ιερομόναχος και εφημέριος του ναού του Προφήτη Ηλία στην Ανω Κορακιάνα, Σωφρόνιος Φασκόμηλος του Ηλία, ο οποίος υπήρξε πρόσφυγας του Κρητικού Πολέμου, ενώ η οικογένειά του μαρτυρείται το 1644 στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο. Και βεβαίως δεν θα μπορούσε να επιλέξει παρά έναν συμπατριώτη του για την εικόνα που θέλησε να αφιερώσει. Πόσω μάλλον που ο ζωγράφος ζούσε και εργαζόταν στην Κέρκυρα.
Γιατί όμως ο Θεόδωρος Πουλάκης, ένας από τους πιο παραγωγικούς ζωγράφους της εποχής του που καταγόταν από τα Χανιά της Κρήτης – γεγονός που εξηγεί την ισχυρή ιδιομορφία του στην εικονογραφία και στην τεχνοτροπία -, επέλεξε για να φτιάξει την εντυπωσιακή αυτή εικόνα να αντιγράψει φλαμανδική χαλκογραφία του Ιωάννη Sadeler, που έγινε σε σχέδια Μαρτίνου de Vos;
Για ποιον λόγο δημιούργησε μια εικόνα που παντρεύει μπαρόκ στοιχεία – όπως τα ρούχα και το άρμα – με μεταβυζαντινά χαρακτηριστικά – όπως η απόδοση του Ελισαίου λευκογένειου και φαλακρού – στην εικόνα που εκτιμάται πως έφτιαξε περί το 1660; Γιατί επέλεξε έντονα χρώματα όπως το κόκκινο, το τριανταφυλλί, το βαθυπράσινο; Διότι νέος ακόμη εγκαταστάθηκε στη Βενετία, όπου έμεινε ώς το 1657. Εκεί όχι μόνο επηρεάστηκε από τη δυτική ζωγραφική, αλλά, δεδομένου πως η Βενετία ήταν εμπορικό κέντρο, ήταν εύκολο να δει πολλές ευρωπαϊκές χαλκογραφίες.
Εντυπωσιακή αλλά και πολύτιμη η εικόνα έκανε φτερά από την εκκλησία το 1976. Ασυνείδητοι οι αρχαιοκάπηλοι δεν περιορίστηκαν μόνο στο να την κλέψουν, αλλά την έκοψαν και σε εννιά κομμάτια για να μπορέσουν ευκολότερα να τη χωρέσουν σε μια βαλίτσα, ώστε να τη μεταφέρουν ανενόχλητοι και να την πουλήσουν.
Το σχέδιό τους όμως δεν κατέληξε όπως το είχαν φανταστεί, με αποτέλεσμα να συλληφθούν λίγα χρόνια αργότερα. Η εικόνα όμως είχε πληγωθεί βαριά και χρειάστηκε να μπει δύο φορές στο «χειρουργείο», μία το 1984 και μία δεύτερη το 2010 στα εργαστήρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου. Τελικά όμως κατάφερε να αντέξει και σήμερα αποτελεί εμβληματικό έκθεμα του μουσείου που κοσμεί ακόμη και την αφίσα του.