Αρχίζω με αριθμούς. Ο Νίκος Γκάτσος άφησε 360 δισκογραφημένα τραγούδια. Με αφετηρία την τελευταία περίοδο των 78 στροφών και μάλιστα στην αρχή με τρία… ψευδώνυμα: ως Βασίλης Καρδής, ως Νίκος Καρύδης και ως Νίκος Γεωργίου.
Μάλιστα στο όνομα Βασίλης Καρδής βρίσκουμε και δύο άγνωστα τραγούδια του λαϊκού συνθέτη Γιώργου Λαύκα με τίτλο «Τα συντρίμμια της κοινωνίας» και «Στερνή σταλαγματιά». Παρ’ όλα αυτά θα παραμείνει αίνιγμα αν οι Γκάτσος και Λαύκας συνεργάστηκαν. Κάτι πάντως όχι παράλογο αφού ο Γκάτσος – όπως επισήμανε και ο δημοσιογράφος Γιώργος Τσάμπρας σε συνέδριο για τον ποιητή στο Μουσείο Μπενάκη – ήταν συνεπής επαγγελματίας και κατείχε την τέχνη της συνεργασίας.
Το τραγούδι «Ετσι που το πας», ας πούμε, είναι σε μουσική του Αντώνη Βαρδή και περιλαμβάνεται στον πρώτο δίσκο της Χαρούλας Αλεξίου επιβεβαιώνοντας ότι έγραφε με άλλο λεξιλόγιο για τον καθένα χωρίς να παραιτείται του ποιητικού του σύμπαντος.
Ως στιχουργός μπαίνει στο επίκεντρο της δισκογραφικής παραγωγής την περίοδο 1967-1976 – και αν το 1973 έγραψε μόνο τρία τραγούδια, το 1976 έγραψε 33. Τα 151 από αυτά μελοποιήθηκαν από τον Μάνο Χατζιδάκι, τα 60 από τον Σταύρο Ξαρχάκο και τα 34 από τον Λουκιανό Κηλαηδόνη. Τα περισσότερα τραγούδια του Γκάτσου ερμήνευσε ο Μανώλης Μητσιάς (69 τον αριθμό). Και από γυναίκες η Νάνα Μούσχουρη (παρέστη την πρώτη ημέρα του συνεδρίου) που είπε 47.
Κι αν κουραστήκατε από τους αριθμούς του στιχουργικού έργου του Γκάτσου, ας δούμε ακόμη μία ενδιαφέρουσα πλευρά του: ο ποιητής υπήρξε βαθύτατα πολιτικός με αποκορύφωμα την περίοδο 1970-1990. Από το 1931 όταν σε ηλικία 21 ετών γράφει το πρώτο του και άγνωστο διήγημα «Ενας ασήμαντος άνθρωπος», ο Γκάτσος έχει μια θέση σταθερή και εμμένει στα απλά καθημερινά.
Από την άλλη πλευρά, «εντονότατο είναι το πολιτικό του σχόλιο και στην ποιητική συλλογή “Αμοργός” το 1943» όπως επισήμανε ο Σταύρος Καρτσωνάκης, διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μελετητής του Νίκου Γκάτσου.
Στα τραγούδια του, δε, πετυχαίνει μια θεματολογική διεύρυνση – όπως στο «Ματωμένο φεγγάρι» του Μίκη Θεοδωράκη που μεταβαίνει από το προσωπικό στο συλλογικό.
Το πολιτικό του ύφος γίνεται πιο συμπαγές στην πορεία, όπως στο 1965 όταν το «Πάει ο καιρός» αρχικά λογοκρίθηκε ενώ οι μεμονωμένες νύξεις του πληθαίνουν μετά το 1974. Ας μην ξεχνάμε πως, παρότι απέφευγε τις δημόσιες τοποθετήσεις, πήρε θέση – μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη – υπέρ της αριστοφανικής παράστασης «Ορνιθες» του Καρόλου Κουν, που σήκωσαν θύελλα αντιδράσεων αποδομώντας μια σειρά τοτέμ της εποχής.
Επίσης το 1972 μαζί με τον Ξαρχάκο και τον Χατζιδάκι υπερασπίστηκε το έργο του Μίκη Θεοδωράκη από τη φίμωση της χούντας. Δεν είναι τυχαίο – όπως αποκάλυψε ο Καρτσωνάκης – ότι το «Νυν και αεί» γράφτηκε το 1974 για την πολιτική επιθεώρηση «Για μια χούντα δολάρια» των Κυρ και Φρέντυ Γερμανού, και σε αυτό παρατηρούμε το συνταίριασμα με τη λιτότητα του δημοτικού τραγουδιού. «Μιλάει για τον βίαιο εκτοπισμό πάλι – όμως με απελέκητη γλώσσα», σημείωσε ο ερευνητής.
Στα δε μεταγενέστερα έργα του «Ρεμπέτικο» και «Κατά Μάρκον» αποτυπώνεται με δραματική ένταση η περιπέτεια του Νεοελληνισμού από το 1922 ώς το 1975.
Μια τρίτη πλευρά του στιχουργικού έργου τού Γκάτσου φώτισε ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου: «Είναι πολύ επιδεκτικά της μουσικής τα στιχουργήματά του – είναι σβηστός ο ήχος τους» είπε. «Το μεγάλο του θέμα είναι το μέτρο του που αποτινάζει τη δική του μουσική και είναι ελεύθερος για μελοποίηση. Πολλοί στιχουργοί διεκδικούν τον ρόλο του ποιητή. Ο Γκάτσος επέμενε να αυτοπροσδιορίζεται ως στιχουργός.
Ο Νίκος Γκάτσος είχε απόλυτη γνώση και μοναδική αρετή να ταυτίζεται η φόρμα με το περιεχόμενο. Η ομοιοκαταληξία σ’ ένα τραγούδι προσδιορίζει το περιεχόμενο και το φιλοσοφικό νόημα. Δείτε το τραγούδι “Ο εφιάλτης της Περσεφόνης” όπου η μέντα ομοιοκαταληκτεί με τα τσιμέντα, η ευλογία με τα ναυπηγεία και το κυκλάμινο με την υψικάμινο» συμπλήρωσε στο κατάμεστο θέατρο του Μουσείου Μπενάκη.
Η τοποθέτηση του καθηγητή Μιχάλη Μερακλή ήταν το καλύτερο επιστέγασμα: «Ο Γκάτσος αντιμετώπισε με παιδική έκσταση την πατρίδα, ενώ συναντήθηκε με τον υπερρεαλισμό μέσω του δημοτικού τραγουδιού, όχι μέσω ακαδημαϊκών προσεγγίσεων» είπε χειροκροτούμενος.
Και η βραδιά έκλεισε με το θεατρικό αναλόγιο «Ο γνωστός μας άγνωστος Κύριος Γκάτσος» σε σκηνοθεσία Μάνιας Παπαδημητρίου.