Τηρείται ευλαβικά από το 1830 στη Θήβα, γενέτειρα του Βάκχου. Το έθιμο του «Βλάχικου Γάμου» συνεχίζει να «παντρεύει» τη νεότερη ελληνική παράδοση με την αρχαία διονυσιακή λατρεία…
Μένει ως η πλέον χαρακτηριστική εικόνα στα μάτια ντόπιων κι επισκεπτών της Βοιωτίας τώρα τις Απόκριες. Στη Θήβα ο επισκέπτης δεν είναι απλός θεατής σ’ ένα ξενόφερτο καρναβάλι, όπως ξεκαθαρίζει κι ο Δημήτρης Κουντούπης, πρόεδρος του τοπικού Δημοτικού Οργανισμού. Αντιθέτως, βιώνει ένα αυθεντικό ελληνικό λαϊκό έθιμο, παρακολουθεί μια παρωδία ενός ποιμενικού γάμου, με έναν άντρα σε ρόλο… ψευτονύφης.
Από την Κυριακή το μεσημέρι αρχίζουν να μαζεύονται τα παλικάρια του μπουλουκιού. Οι παρέες αυτές συγκεντρώνονται στα κεντρικά σημεία, όπου κατά τις 5 λαμβάνουν χώρα το «προξενιό» και τ’ «αρραβωνιάσματα» και ακολουθούν χοροί μέχρι τα χαράματα.
Την Καθαρή Δευτέρα το πρωί η φωτιά ανάβει, για να ψηθεί η «προπύρα», η πίτα της νύφης. Σειρά έχει ο πυρρίχιος – ο χορός των παλικαριών – γύρω από κάθε φωτιά. Γλέντι, χορός και οινοποσία δίνουν και παίρνουν ώς τις 12, οπότε οι «Βλάχοι» αποτραβιούνται στο ξωκκλήσι της Αγίας Τριάδας για τις τελευταίες ετοιμασίες της «τελετής». Εκεί στρώνουν και τραπέζια με νηστίσιμα, που μοιράζονται στον κόσμο.
Στις 3 η γαμήλια πομπή ξεκινά, με το ζεύγος ανεβασμένο σε άμαξα. Στο κέντρο της πόλης γίνεται και το ξύρισμα του «Γαμπρού». Εχει έρθει η ώρα για τον σκωπτικό διάλογο σε βλάχικη προφορά μεταξύ των «συμπεθέρων», που αποκαλύπτουν το μεγάλο μυστικό-τη χαμένη… αγνότητα της «Νύφης». Τελικά ξεδιαλύνουν τις διαφορές τους, συμφωνούν και για τα προικιά, οπότε το γλέντι κορυφώνεται!