Μεταξύ άλλων, προωθούνται ρυθμίσεις που θα θέτουν όριο τα 2.000 ευρώ σε τραπεζικούς λογαριασμούς -τα οποία δεν θα μπορεί να συμψηφίζει η τράπεζα- και διευρύνουν τις ήδη υφιστάμενες διατάξεις για τους υπερχρεωμένους δανειολήπτες.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε σε ομιλία του ο γενικός γραμματέας Καταναλωτή κ. Δ. Σπυράκος:
– Καθιερώνεται το δικαίωμα κάθε πολίτη να διατηρεί έναν τραπεζικό λογαριασμό, του οποίου ποσόν κατάθεσης μέχρι το ύψος των 2.000 ευρώ δεν μπορεί να κατασχεθεί και θα προστατεύεται και από κάθε πράξη μονομερούς συμψηφισμού απαιτήσεων της τράπεζας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται η ομαλή πρόσβαση των καταναλωτών σε τραπεζικές συναλλαγές που είναι εξαιρετικής σημασίας για τη σύγχρονη καθημερινότητά τους, καθώς διευκολύνει καθοριστικά τη συμμετοχή τους στην οικονομική και κοινωνική ζωή (διενέργεια συναλλαγών, πληρωμή λογαριασμών, εξοικονόμηση χρόνου, διαφύλαξη ενός ελάχιστου ποσού για την κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών).
– Δεν είναι πλέον υποχρεωτική για τον οφειλέτη η απόπειρα εξώδικης ρύθμισης των χρεών πριν την κατάθεση της αίτησης για δικαστική ρύθμισης των χρεών. Τα αποτελέσματα από τη μέχρι σήμερα εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης δεν είναι ικανοποιητικά, εξαιτίας κυρίως της απροθυμίας των πιστωτικών ιδρυμάτων να επεξεργαστούν κατά ουσιαστικό τρόπο τα σχετικά αιτήματα των οφειλετών. Η επιδίωξη της εξώδικης ρύθμισης καθίσταται έτσι τυπική, προκαλώντας αδικαιολόγητα επιβάρυνση και επιβράδυνση της διαδικασίας.
– Η περίοδος ρύθμισης των χρεών που θα ανέρχεται σε πέντε έτη θα αρχίζει με την κατάθεση της αίτησης και όχι από την έκδοση της απόφασης. Αν οι καταβολές που πραγματοποιούνται από τον οφειλέτη κατά την περίοδο που μεσολαβεί μέχρι την έκδοση της απόφασης υπολείπονται αυτών που ορίζονται με την απόφαση, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να καταβάλει το ποσόν αυτό και μέχρι ένα έτος από τη λήξη της περιόδου ρύθμισης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονται και οι δυσμενείς συνέπειες για τον οφειλέτη από τυχόν καθυστέρηση στην εκδίκαση της αίτησής του.
– Στις περιπτώσεις οφειλετών με πλήρη αδυναμία καταβολής η απαλλαγή από τα χρέη θα επέρχεται στα τρία έτη.
– Το ποσόν μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, την εξόφληση του οποίου πρέπει να ρυθμίσει ο οφειλέτης για να την εξαιρέσει από τη ρευστοποίηση, θα μπορεί πλέον να ρυθμίζεται και σε μεγαλύτερο των είκοσι ετών χρονικό διάστημα.
– Στις περιπτώσεις που οι απαιτήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων έχουν εκχωρηθεί σε εταιρείες που έχουν την έδρα τους στο εξωτερικό, πρέπει να ορίζουν αντίκλητο στην Ελλάδα ώστε να διευκολύνεται η συμπερίληψή τους στην αίτηση του οφειλέτη.
– Ενισχύεται ο συλλογικός χαρακτήρας της ρύθμισης των χρεών, που άλλωστε εξυπηρετεί και το συμφέρον του οφειλέτη. Δηλαδή, πρέπει καταρχήν η ρύθμιση να περιλαμβάνει τα χρέη όλων των πιστωτών (δεν θίγονται οι προβλεπόμενες στο νόμο εξαιρέσεις).
– Καθορίζεται χαμηλότερο κόστος για τις επιδόσεις δικογράφων της διαδικασίας.
– Προβλέπεται η δυνατότητα ρύθμισης του ποσού που θα κληθεί αναδρομικά να καταλάβει ο οφειλέτης σε περίπτωση αύξησης των μηνιαίων καταβολών με την εφετειακή απόφαση.
– Επιτρέπεται η αίτηση αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης, σε περίπτωση που η πρωτόδικη απόφαση είναι απορριπτική, μέχρι την έκδοση εφετειακής απόφασης.
Τι αλλαγές, που προέκυψαν από πολύμηνες συζητήσεις με τα προεδρεία των Ειρηνοδικείων, του εκπροσώπους των καταναλωτών και των τραπεζών, παρουσίασε ο Δ.Σπυράκος σε ομιλία του σε ημερίδα της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και της ΕΚΠΟΙΖΩ για με την εφαρμογή του νόμου για τη ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων.