Το πρώτο Εκτελεστικό Γραφείο του ΠΑΣΟΚ σχηματίσθηκε αμέσως μετά την ίδρυσή του από τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου και περιελάμβανε εννέα μέλη. Οι οκτώ ήταν οι Α. Τσοχατζόπουλος, Κ. Σημίτης. Σ. Καράγιωργας, Β. Φίλιας, Α. Στάγκος, Κ. Μανωλκίδης, Ασπα Μανδηλαρά, Αθ. Τσούρας. Η έκπληξη ήταν στο ένατο μέλος: μια νεαρή από το ΠΑΚ Αγγλίας, με το όνομα Βάσω Παπανδρέου του Ανδρέα.
Οι φοιτητές της ΠΑΣΠ που δεν είχαν ξανακούσει το όνομά της έφτιαχναν μύθους.
– Μήπως είναι κόρη του; ρωτούσαν μερικοί.
Δεν ήταν κόρη του!

ΣΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ. Την είχε γνωρίσει μόλις λίγους μήνες νωρίτερα στο Λονδίνο, όπου βρέθηκε για να συναντήσει τον Τόνι Μπεν των Εργατικών. Η Βάσω ζούσε στην Αγγλία από το 1969, μετά την ΑΣΟΕΕ. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και στο Ρέντινγκ και από το 1971 δίδασκε στο Εξετερ. Στις αρχές του καλοκαιριού του 1974, όταν η μοίρα της την έφερε στο ίδιο δείπνο με τον Ανδρέα Παπανδρέου, μόλις είχε βρει δουλειά την Οξφόρδη ως βοηθός ερευνήτρια.
Σε τρεις μήνες η ακαδημαϊκή καριέρα πήγε περίπατο και βρέθηκε στην Αθήνα, στην κορυφή ενός νέου πολιτικού κόμματος στο οποίο δεν ήξερε κανέναν και δεν την ήξερε κανένας, πλην του αρχηγού του. Αυτό έπαιξε τον ρόλο του και ίσως η Βάσω είναι μια από τις «μαμές» των εξελίξεων της Μεταπολίτευσης. Αυτή έπεισε τον Ανδρέα να μείνει στην Ελλάδα μετά την απογοήτευση για το 13% των εκλογών του 1974. Και ίσως αυτό εννοούσε αργότερα όταν έλεγε: «Μου χρωστάει ο Παπανδρέου».
Τα επόμενα χρόνια η Βάσω αναδείχθηκε κεντρική φιγούρα του ΠΑΣΟΚ ως μέλος της ηγετικής ομάδας και υπεύθυνη για τη Διαφώτιση. Για την ίδια όμως ήταν δύσκολα χρόνια. Καθώς το ΠΑΣΟΚ πλησίαζε προς την εξουσία η παρουσία της ήταν «αγκάθι». Ορισμένα στελέχη του ΠΑΚ σχεδίαζαν να την… απαγάγουν για να «προστατεύσουν τον αρχηγό». Τελικά έφυγε μόνη της για την Αγγλία.
Επέστρεψε το 1981 και βρήκε μια θέση λέκτορα στην ΑΣΟΕΕ, αλλά το κλίμα στο κόμμα – που πανηγύριζε τη νίκη και μοίραζε την εξουσία – ήταν βαρύ για εκείνη. Με τη βοήθεια του Πέτρου Λάμπρου διορίστηκε πρόεδρος στον ΕΟΜΜΕΧ και μέλος στο ΔΣ της Εμπορικής Τράπεζας. Θα περάσουν τρία χρόνια μέχρι να «αποκατασταθεί».
Το 1984 θα εκλεγεί μέλος του ΕΓ και θα μείνει μέχρι το 1988, όταν πήρε τον δρόμο για τις Βρυξέλλες, ως πρώτη γυναίκα μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπό την προεδρία του Ζακ Ντελόρ. Στην αρχή το βίωσε σαν εξορία, αλλά σύντομα προσαρμόστηκε. Το χαρτοφυλάκιο των Κοινωνικών Υποθέσεων την εκτόξευε στο ρετιρέ της ευρωπαϊκής πολιτικής, με τον χαρακτηρισμό τής αντι-Θάτσερ, λόγω της αναμέτρησής της με τη Σιδηρά Κυρία για την Κοινωνική Χάρτα.

ΡΕΚΟΡ ΨΗΦΩΝ. Επέστρεψε το 1993 με το φωτοστέφανο της επιτυχημένης, που την έβαλε απευθείας στο «δελφινάριο» του ΠΑΣΟΚ. Ενώ προετοίμαζε την υποψηφιότητά της στην Α’ Αθηνών, μέσα σε μια νύχτα ο Ανδρέας Παπανδρέου την έστειλε στη Β’ Αθηνών. Αυτό την ωφέλησε. Πήρε τον μεγαλύτερο αριθμό σταυρών που έχει πάρει ποτέ έλληνας – ίσως και ευρωπαίος – βουλευτής: πάνω από 250.000!
Ωστόσο, θέση στις κυβερνήσεις της τελευταίας περιόδου του Ανδρέα Παπανδρέου δεν βρήκε. Αντίθετα, ανάμεσά τους άρχισε να κορυφώνεται η ένταση που ξεκίνησε από τον Μάρτιο του 1990, όταν η Βάσω παρέδωσε στον πρωθυπουργό Ζολώτα ένα σημείωμα του Ντελόρ που διεκτραγωδούσε την απορρύθμιση της ελληνικής οικονομίας στη δεκαετία του 1980.
Η κατάσταση θα επιδεινωθεί όταν εδραιώθηκε στη ζωή του η Δήμητρα Λιάνη, που της κήρυξε πόλεμο. Από τον Νοέμβριο του 1994 οπότε συγκεντρώθηκε στο σπίτι της η «ομάδα των τεσσάρων» – με τον Κ. Σημίτη, τον Θ. Πάγκαλο και τον Π. Αυγερινό – θα εξελιχθεί σε εσωκομματική αναμέτρηση. Σε μια σύνοδο της ΚΕ διέσχισε μόνη τον διάδρομο για να του δώσει ένα σημείωμα, με το οποίο του ζητούσε τον λόγο – επί προσωπικού. «Γνωριζόμαστε καλά εδώ μέσα», θα της απαντήσει.
Ηταν ένα παιχνίδι μεταξύ τους. Οσο ήταν επίτροπος δεν τη δέχθηκε ποτέ. Και δύο φορές ήλθε στο σημείο να τη διαγράψει. Οταν έκανε μια δήλωση για το Σκοπιανό αντίθετη με τη γραμμή του, είπε: «Να φύγει τώρα». Επενέβη ο Χρήστος Παπουτσής. Μια άλλη φορά την έσωσαν ο Ακης Τσοχατζόπουλος με τον Κώστα Λαλιώτη. Δεν της συγχωρούσε ότι δεν κατέθεσε στο Ειδικό Δικαστήριο, ενώ δεν είχε εκφράσει ποτέ τέτοιο παράπονο για τον Κ. Σημίτη, και τον γιο του.
Τον Ιανουάριο του 1996 όταν ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρωθυπουργός, η Βάσω είναι «Νο2 του εκσυγχρονισμού». Πήρε το υπουργείο Ανάπτυξης που διαμορφώθηκε ειδικά για την ίδια και επέστρεψε στο ΕΓ. Αλλά οι σχέσεις της με τον Σημίτη με τον καιρό ατόνησαν. Αλλωστε είναι δύσκολη στις συναναστροφές της.

ΣΚΛΗΡΕΣ ΦΡΑΣΕΙΣ. Οπως είναι συχνά και «ωμή» στις διατυπώσεις της, κάποιες από τις οποίες πέρασαν στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Οπως η φράση για τα «συντροφικά μαχαιρώματα» σε μια συγκέντρωση στο Σπόρτιγκ, ως επίτροπος ακόμη. Και αργότερα η καταγγελία της από το βήμα της ΚΕ: «Μερικοί ανάμεσά μας έκαναν περιουσίες από το ΠΑΣΟΚ».
Μετά το υπουργείο Ανάπτυξης παίρνει τα εξίσου ισχυρά χαρτοφυλάκια Δημόσιας Διοίκησης και ΠΕΧΩΔΕ. Το 2004, δείχνει να έχει κλείσει τους λογαριασμούς της με τους Παπανδρέου. Οι σχέσεις της με τον Γιώργο είναι καλές και θα τον στηρίξει το 2007 απέναντι στον Βαγγέλη Βενιζέλο. Αλλά μετά το 2009 μπήκε στο ψυγείο, καθώς σημείωνε από νωρίς το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται η κυβέρνηση. Ως πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής έγινε ο φόβος και ο τρόμος των υπουργών. Χωρίς να χαρίζεται ούτε στον ίδιο τον Παπανδρέου, όταν είχε την ευκαιρία.
Ισως αυτό που δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί η «Μπούλα», όπως την έλεγε ο Κώστας Λαλιώτης, ήταν ότι ένας Παπανδρέου θα την έθετε εκτός ΠΑΣΟΚ. Απομακρύνθηκε από την ΚΟ τον περασμένο Φεβρουάριο όταν αρνήθηκε να ψηφίσει το δεύτερο Μνημόνιο και τελικά αποφάσισε να μη δοκιμάσει ξανά την τύχη της στη Β’ Αθηνών. Επιφύλασσε όμως την τελευταία βολή για τον νεότερο Παπανδρέου. «Αποτέλειωσες τη χώρα», του διεμήνυσε. Και όταν πήγε να της απαντήσει τον έκοψε: «Μην εκτίθεσαι άλλο».
Η Βάσω υπήρξε αποφασιστική πολιτικός, με ισχυρή βούληση να πετύχει σε ό,τι ανέλαβε. Είναι μια γυναίκα σκληρή, ιδίως με τον εαυτό της, απότομη και μοναχική. Ενας παλιός συνεργάτης της λέει: «Μπορείς να της καταλογίσεις πολλά για τον χαρακτήρα της, αλλά ποτέ δεν θα ντραπείς που δούλεψες μαζί της».