Εντεκα ημέρες μάς χωρίζουν από την 6η Μαΐου, όταν θα κληθούμε να ψηφίσουμε την αυριανή κυβέρνηση του τόπου, και ακόμη μία φορά παρατηρώ ότι κανένα κόμμα δεν ανακοινώνει μία ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση σχετικά με το αυτοκίνητο. Η σιγή ασυρμάτου διακόπτεται μόνο με δηλώσεις για την κατάργηση του – έτσι κι αλλιώς, άνευ ουσίας – φόρου πολυτελείας στα Ι.Χ., την προοπτική της δημιουργίας νέων αυτοκινητοδρόμων και την πεζοδρόμηση κεντρικών σημείων της Αθήνας ή την απελευθέρωση του κλάδου των ταξί.
Δυστυχώς, επιβεβαιώνεται ακόμη μία φορά ότι κανένας πολιτικός φορέας δεν ασχολείται εμπεριστατωμένα με τον τρόπο που θα μετακινούμαστε στο μέλλον. Πώς θα φτάνουμε στον προορισμό μας και πόσο θα μας κοστίζει η διαδρομή; Θα μετακινούμαστε γρηγορότερα; Θα επιβαρύνουμε λιγότερο το περιβάλλον και θα μειωθεί ο αριθμός των τροχαίων ατυχημάτων και των θυμάτων τους; Οσο και να ψάξουμε στις εξαγγελίες των υποψήφιων πολιτευτών, στην καλύτερη περίπτωση θα ανακαλύψουμε αποσπασματικές προτάσεις και ευχολόγια.Τι πρεσβεύουν τα κόμματα για τα διόδια; Θα συνεχίσουν να αυξάνουν τη φορολογία στα καύσιμα; Μήπως δούμε να εκτοξεύεται και η τιμή του υγραερίου στα ύψη, αν στραφούν ακόμη περισσότεροι οδηγοί προς το συγκεκριμένο καύσιμο; Πώς θα υπολογίζονται στο μέλλον τα τέλη κυκλοφορίας, θα αναπροσαρμοστούν προς τα πάνω τα εισιτήρια στα μέσα μαζικής μεταφοράς; Θα εξακολουθήσουμε να στρουθοκαμηλίζουμε ως κράτος στο κρίσιμο κεφάλαιο της κυκλοφοριακής αγωγής και της οδικής ασφάλειας; Ο κατάλογος των ερωτημάτων είναι τεράστιος. Και όμως. Σε μια χώρα που πληρώνει δυσανάλογα υψηλό φόρο αίματος στην άσφαλτο και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες αναγκάζονται να καταθέσουν τις πινακίδες των Ι.Χ. τους επειδή δεν μπορούν να τα συντηρήσουν, τα κόμματα επιμένουν σε μεγαλόστομες γενικολογίες, αντί να ασχοληθούν πραγματικά με την καθημερινότητά μας.