Ο ήλιος έχει αρχίσει να πέφτει στον θεσσαλικό κάμπο. Το μαύρο Skoda έχει μόλις αφήσει το καφενείο του Ξυρογαλά στη Βαμβακού και κινείται προς τα Φάρσαλα. Στο πίσω κάθισμα ο Φίλιππος Σαχινίδης τσεκάρει τα μηνύματά του στο Blackberry. Τηλεφωνεί: «Ελα. Είδες το μήνυμα του Μαζούχ;» λέει στον συνεργάτη του στην άλλη άκρη της γραμμής. «Περίμενε, να πάρω και τον Ζανιά». Η τηλεδιάσκεψη διαρκεί όσο το υπουργικό Skoda διασχίζει τα καταπράσινα φυτεμένα με βίκο χωράφια.

Ο υπουργός Οικονομικών κατευθύνεται στο πολιτιστικό κέντρο των Φαρσάλων για την πρώτη του προεκλογική ομιλία. Μέχρι την περασμένη Πέμπτη δεν είχε αναπτύξει καμία άλλη προεκλογική δραστηριότητα. Το πρόγραμμα προβλέπει κοινή εμφάνιση με τους υπόλοιπους δέκα υποψηφίους του ΠΑΣΟΚ στον Νομό Λάρισας. Η γραμμή του κόμματος είναι σαφής: Πρέπει να προβληθούν και όσοι δεν έχουν τον απαραίτητο μηχανισμό.

ΣΤΟΝ ΔΡΟΜΟ. Ο Σαχινίδης χρησιμοποιεί ακόμη το αυτοκίνητο και τη συνοδεία που είχε από το 2009. Δεν πήρε ποτέ την τεθωρακισμένη BMW του υπουργού Οικονομικών. Οι άνδρες που τον συνοδεύουν ανησυχούν για την ασφάλειά του. Στα Φάρσαλα ένας ευτραφής άνδρας δικαιώνει τους φόβους των αστυνομικών. Μόλις αντιλαμβάνεται την παρουσία του υπουργού θα του φωνάξει: «Δεν σας είχαμε τάξει γιαούρτια αλλά ένα κιλό νιτρική αμμωνία». Αυτός θα συνεχίσει να περπατά ψύχραιμος. Είναι μόλις το δεύτερο περιστατικό οργής που αντιμετώπισε την τελευταία διετία. Το πρώτο ήταν στην Αθήνα, όταν κάποιος κατέβασε το παράθυρο του αυτοκινήτου του που έφερε λαρισαϊκές πινακίδες και του φώναξε «Μην τολμήσεις να πατήσεις στη Λάρισα».

Οι αγρότες της Βαμβακούς τον υποδέχονται με την ερώτηση: «Πώς τα βλέπεις τα πράγματα;». «Πώς τα βλέπω; Θέλετε να ακούσετε την αλήθεια ή όχι;» διερωτάται. Μιλά για το δημόσιο χρέος. «Δεν με νοιάζουν αυτά» του λέει ένας ασπρομάλλης με μπάσα φωνή και το τσιγάρο κολλημένο στο χέρι. «Σαράντα χρόνια στο ΠΑΣΟΚ. Σας δώσαμε 160 βουλευτές. Τι συνέβη και φτάσαμε ώς εδώ;». Ο Σαχινίδης δεν διστάζει και συνεχίζει σε μακροοικονομικό μήκος κύματος. Ομως αφού περάσεις τα όρια της πρωτεύουσας του νομού, στα χωριά του Κάμπου, το Μνημόνιο δεν είναι το πρώτο θέμα στην ατζέντα.

«Σκεφτόμαστε να πατήσουμε τη μίζα του τρακτέρ τόσο που ακρίβυνε το πετρέλαιο». «Πουλήσαμε ντομάτα και είμαστε απλήρωτοι από τον Αύγουστο». «Να μας μειώσεις λίγο τη σύνταξη δεν μας νοιάζει. Τους βιομήχανους γιατί τους αφήνετε έτσι;». «Να πληρώσουν πρώτα οι πολιτικοί και μετά κι εμείς». Τους ακούει όλους, σπανίως διακόπτει για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Οσο φουντώνει η κουβέντα και ο θόρυβος από τα μπεγλέρια κάθεται σιωπηλός. Στο τέλος παίρνει τον λόγο. «Εγώ δεν έχω δικαίωμα να βάλω κανέναν φυλακή. Να με κρίνετε για το αν έστειλα το ΣΔΟΕ για ελέγχους. Ομως, θυμάμαι, όταν παλιά στέλναμε το ΣΔΟΕ πέφταν τα τηλεφωνήματα να μαζέψουμε το ΣΔΟΕ. Τι θέλετε λοιπόν; Να ελέγχει το κράτος ή να μην ελέγχει;».

Δεν έχει κανέναν δισταγμό να τους επισημάνει πως κάποιοι αγρότες δηλώνουν άλλες τιμές από αυτές που πουλάνε για να πάρουν την επιστροφή του ΦΠΑ. Ή πως πρέπει να έχουν βιβλία εσόδων – εξόδων. Οι νέοι αγρότες, εκεί γύρω στα 40, επικροτούν: «Πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία. Να αναλάβουμε κι εμείς τις ευθύνες που μας αναλογούν».

Η συζήτηση είναι ζεστή, ο χρόνος όμως είναι περιορισμένος. Η «ψυχή» του πολιτικού του γραφείου στη Λάρισα, ο Γιάννης Καστρινός, θα δώσει το σύνθημα για την αποχώρηση. Ο Καστρινός θυμάται το 2004. Ο οικονομολόγος τότε στην Εθνική Τράπεζα Σαχινίδης ήταν για πρώτη φορά υποψήφιος. «Γράψανε» μαζί 22.500 προεκλογικά χιλιόμετρα με μια παλιά Alpha Romeo 1.400 κυβικών χωρίς εκλογική επιτυχία, που έμελλε να έρθει το 2007. Το 2009 επισκέπτονταν επτά χωριά κάθε απόγευμα. Τώρα, που η έδρα βρίσκεται στην οδό Νίκης και η χώρα στο δεύτερο Μνημόνιο, ο Σαχινίδης «τρώει» συνέχεια τα χιλιόμετρα μεταξύ Αθήνας και Λάρισας.

ΣΤΗΝ ΕΛΑΣΣΟΝΑ. Την Παρασκευή έπρεπε να είναι παρών στο Υπουργικό Συμβούλιο για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Εφυγε στις 8 το πρωί από τη Λάρισα και ξαναγύρισε στις 6 το απόγευμα για να επισκεφθεί την Ελασσόνα, τη γενέτειρά του. Εκεί είχε προγραμματιστεί μια ακόμη κοινή εμφάνιση των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ στην αίθουσα δεξιώσεων Δίας Παλάς.

Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ήταν στην Ουάσιγκτον με την Κριστίν Λαγκάρντ. Εξι μέρες μετά βρισκόταν στους πρόποδες του Ολύμπου, ανάμεσα σε σερβιτόρους με κόκκινα πουκάμισα και παπιγιόν, που πηγαινοέφερναν ποτήρια με τσίπουρα και «αγροτικά» ουίσκι. Haig σε ψηλό ποτήρι.

Η Ρίτα Απρίλη και η Ιφιγένεια Μάκου, οι επιστημονικές συνεργάτιδες του γραφείου του, το έχουν παράπονο. Την τελευταία διετία τού κανονίζουν συναντήσεις στη Λάρισα αλλά ακόμη και πέντε λεπτά αφού έχει φύγει από την Αθήνα τρεις στις τέσσερις φορές κάτι συμβαίνει και επιστρέφει στο πόστο του, στη Βουλή ή στο υπουργείο. Στις εκλογές, λένε οι παλιοί κομματάρχες, παίζεις με τον χρόνο. Ο «Φίλιππας» όμως, όπως τον αποκαλούν όλοι εντός της λαρισαϊκής επικράτειας, δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου. Η γυναίκα του, η Ράνια Καραγεώργου, είναι ικανοποιημένη όποτε αυτός καταφέρνει να συμπληρώσει τέσσερις ώρες ύπνου. Η ίδια εξομολογείται ότι το μπλε φωτάκι του Blackberry που ειδοποιεί για mails και SMS αναβοσβήνει νύχτα – μέρα. Η τρόικα δεν κοιμάται ποτέ.

Στις κοινές του εμφανίσεις με τους συνυποψηφίους του δεν μοιράζει προεκλογικά φυλλάδια και καρτ-βιζίτ. Μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές και δεν έχει τυπώσει τίποτα. Ούτε μια διαφήμιση δεν υπάρχει στον τοπικό Τύπο. Οταν ανεβαίνει στο βήμα, ένατος στη σειρά, τα ντεσιμπέλ πέφτουν απότομα. Και στα Φάρσαλα και στην Ελασσόνα. «Εγώ δεν υπόσχομαι ότι τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα είναι ανέφελα. Αλλά θα καθορίσουν το μέλλον του τόπου». Δεν μιλά με στόμφο. Ούτε με καμπύλες ως οικονομολόγος. «Αν πηγαίνατε εσείς στην Αγροτική και ζητούσατε ένα δάνειο 1 εκατ. ευρώ, θα τους λέγατε φέρτε μου κι ένα χαρτί να σας γράψω τους όρους;». «Πόσο μπορεί να ζει ένα νοικοκυριό βγάζοντας 1.000 ευρώ τον μήνα και ξοδεύοντας 2.000;» ρωτά από βήματος.

Η «ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ». Οι συνεργάτες του θυμούνται γελώντας πως «έκαναν αμάν» να τον πείσουν να μην κουράζει το ακροατήριό του με PSI, τοκοχρεολύσια και τα ρέστα. Ο ίδιος παρ’ όλα αυτά νιώθει την ανάγκη να εξηγήσει σε όλες τις φυλές των λαρισαίων ψηφοφόρων, Βλάχους, Καραγκούνηδες, Κοπατσαραίους, Πόντιους, Μικρασιάτες, Σαρακατσαναίους και Χασιώτες, την οικονομική κατάσταση της χώρας και τις αποφάσεις που ελήφθησαν τα τελευταία δυόμισι χρόνια. Μόνο που τώρα το κάνει στη γλώσσα τους, την οποία άλλωστε γνωρίζει καλά.

«Το άρμεγμα κρατάει πολλές ώρες και ξαφνικά μια στιγμή κάτι παθαίνει η αγελάδα και κλωτσάει την καρδάρα και πάνε χαμένος και ο κόπος σου και το γάλα» θα πει στους θαμώνες του καφενείου La Boom στην Ολυμπιάδα Ολύμπου, το Σάββατο το πρωί. Θέλει να τους πείσει πως πρέπει να μην πάνε χαμένες οι θυσίες του ελληνικού λαού και να παραμείνει η χώρα στην ευρωζώνη μετά τις εκλογές. Πάντως φαίνεται προετοιμασμένος για όλα τα ενδεχόμενα. Στην ερώτηση «κι αν δεν εκλεγείτε;» απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη και με αυθόρμητο χαμόγελο: «Μα, φυσικά θα γυρίσω στη δουλειά μου».