Για το ΠΑΣΟΚ οι καλοκαιρινές νύχτες του 1996 ήταν «γκαστρωμένες». Κανείς δεν ήξερε τι θα συμβεί την επόμενη ημέρα. Ο Κώστας Σημίτης είχε διαδεχθεί στην πρωθυπουργία τον Ανδρέα Παπανδρέου από τον περασμένο Ιανουάριο, αλλά οι εσωκομματικές εκκρεμότητες έμεναν ανοικτές. Το κόμμα ήταν κομμένο στα δύο. Από τη μια, οι εκσυγχρονιστές υπό την καθοδήγηση του Θ. Τσουκάτου, συνεχίζουν να συγκεντρώνονται στις «γιάφκες» τους με στόχο να αλώσουν και το κόμμα.
Από την άλλη, οι οπαδοί του Ακη Τσοχατζόπουλου θέλουν να επιβεβαιώνουν την ισχύ τους στη Χαρ. Τρικούπη και να δημιουργήσουν όρους για ρεβάνς. Αυτή ήταν η κατάσταση λίγο πριν από το συνέδριο που είχε οριστεί στις 27-30 Ιουνίου 1996.
Η ιδιαιτερότητα του συνεδρίου ήταν ότι ο νικητής δεν θα αναλάμβανε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αλλά θα έπαιρνε τη θέση του αντιπροέδρου. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι εν ζωή, ουδείς διανοείται να τον αποκαθηλώσει. Αλλωστε, στην Εκάλη πηγαινοέρχονται στελέχη τα οποία βεβαιώνουν ότι η ανάρρωσή του – τρεις μήνες μετά την έξοδό του από το Ωνάσειο – εξελίσσεται κανονικά.
Τον επισκέπτεται το προεδρείο της ΚΟ και τα μέλη του ισχυρίζονται ότι έκαναν μαζί του κανονική πολιτική συζήτηση. Ο γραμματέας του κόμματος Κώστας Σκανδαλίδης φωτογραφίζεται μαζί του και το ποτήρι με το ουίσκι που κρατάει ο πρόεδρος είναι τεκμήριο της ετοιμότητάς του να παρέμβει στο συνέδριο.
Το ενδεχόμενο να μην εμφανιστεί καθόλου δεν εξετάζεται από κανέναν.
Προτού κριθεί όμως τι θα πει, έπρεπε να λυθεί ένα άλλο πρόβλημα: πώς θα το πει. Παρότι από το περιβάλλον του διακινούσαν ότι θα παρίσταται στην έναρξη του συνεδρίου, όσο πλησιάζουν οι ημέρες καθίσταται προφανές ότι αυτό ήταν αδύνατον. Ακόμη και αν κάποιοι ήθελαν να τον μεταφέρουν σηκωτό, όπως έγινε και άλλες φορές στο παρελθόν, ο Δημήτρης Κρεμαστινός ήταν αποφασισμένος να μην επιτρέψει αυτή τη φορά τη μετακίνησή του για κανένα λόγο και με κανένα τρόπο.
Από αυτή την άποψη, το θέμα της παρουσίας του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν ήδη λυμένο από τον γιατρό του. Απλώς οι περί τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν το έλεγαν και αναζητούσαν τρόπους για να ρίξουν τη σκιά του, τουλάχιστον, στο συνέδριο. Ενας ήταν να εμφανιστεί σε απευθείας τηλεοπτική σύνδεση από το σπίτι του, σε γιγαντοοθόνη. Σε μια άλλη παραλλαγή, να προβληθεί ένα μαγνητοσκοπημένο μήνυμά του.
Τι θα έλεγε, όμως, ήταν επτασφράγιστο μυστικό.
Αμέσως μετά την προκήρυξη του συνεδρίου ο Νίκος Αθανασάκης και ο Τηλέμαχος Χυτήρης είχαν αρχίσει να διαμορφώνουν ένα κείμενο. Σύμφωνα με όσα ελέγοντο τότε, το δούλευαν κομμάτι – κομμάτι με τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου τα βράδια στην Εκάλη, ύστερα από το δείπνο. Υπήρχαν μόνο εικασίες για όσα θα ήθελε να πει ο ιδρυτής του Κινήματος στο πρώτο συνέδριο, που θα αποφάσιζε με κάλπη. Σε όλα τα προηγούμενα εκλεγόταν ο ίδιος, ως μόνος υποψήφιος, διά βοής.
Στις 22 Ιουνίου το βραδινό σκηνικό στην Εκάλη επαναλήφθηκε. Αυτή τη φορά, στο δείπνο ήταν παρών και ο Γιώργος Παπανδρέου με την Αντα. Ισως γι’ αυτό εκείνο το βράδυ δεν έγινε καμιά συζήτηση για το κείμενο του συνεδρίου. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα ο Ανδρέας Παπανδρέου σηκώθηκε από το τραπέζι και βαδίζοντας προς το δωμάτιό του έκανε κάτι ασυνήθιστο: γύρισε και προσπάθησε να τους χαιρετήσει με σηκωμένα χέρια, όπως έκανε στις ομιλίες του. Το θεώρησαν κάτι σαν παιχνίδι από την πλευρά του και οι περισσότεροι άρχισαν να αποχωρούν.
Κάποια στιγμή η νοσοκόμα που ξενυχτούσε στο δωμάτιο του Ανδρέα Παπανδρέου έβαλε τις φωνές: «Τρέξτε, ο πρόεδρος δεν είναι καλά». Μία ώρα αργότερα όλα είχαν τελειώσει και δεν έμενε παρά το τελευταίο ανακοινωθέν:
«Περί ώραν 01.30 ο πρόεδρος Ανδρέας Παπανδρέου αιφνιδίως αισθάνθηκε δυσφορία και ανέπτυξε κοιλιακή ταχυκαρδία, η οποία εντός δύο λεπτών εξελίχθηκε σε ηλεκτρομηχανικό διαχωρισμό. Εγένετο παρατεταμένη προσπάθεια ανανήψεως. Η γενική εικόνα και τα εργαστηριακά ευρήματα είναι συμβατά με οξύ ισχαιμικό επεισόδιο, το οποίο τελικώς επέφερε και τον θάνατο, στις 02.30 το πρωί Κυριακής 23 Ιουνίου 1996».
Το ζήτημα της εμφάνισής του στο συνέδριο λύθηκε αυτομάτως με δραματικό τρόπο.
Ο θάνατος του Ανδρέα Παπανδρέου άλλαξε τα δεδομένα και στην ατζέντα του συνεδρίου μπήκε το θέμα της διαρχίας: «Πρωθυπουργός ο Σημίτης – πρόεδρος του Κινήματος ο Ακης». Υπέρ της διαρχίας τάχθηκε ο Κ. Λαλιώτης και άλλα στελέχη που είχαν ταχθεί υπέρ του Σημίτη στην ψηφοφορία για τη θέση του πρωθυπουργού. Αυτά έφεραν σε δεύτερη μοίρα το περιεχόμενο της παρέμβασης που επρόκειτο να κάνει – αν επρόκειτο – ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Το κείμενο που προετοιμαζόταν, πάντως, δεν έγινε ποτέ γνωστό. Απλώς, κοινοποιήθηκε ότι ήταν ακόμη ημιτελές και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως τελευταία βούληση του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ.
Ο Τηλέμαχος Χυτήρης και ο Νίκος Αθανασάκης διαβεβαίωσαν ότι μια από τις πρώτες ενέργειές τους όταν διαπιστώθηκε ο θάνατος, ήταν να σπεύσουν στον υπολογιστή όπου δούλευαν και να το διαγράψουν από τον σκληρό δίσκο. Από κοινού με τον Αντώνη Λιβάνη, που επίσης φέρεται να γνώριζε το περιεχόμενό του, δήλωσαν ότι αυτό το κείμενο: «Είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ».
Πράγματι δεν ξανάγινε λόγος γι’ αυτό το θέμα. Τα πρώτα χρόνια στις ενδοκομματικές παρέες ακούγονταν διάφορες εκδοχές, που δεν ήταν δυνατόν να επιβεβαιωθούν. Π.χ., κάποιοι έλεγαν ότι κείμενο δεν υπήρξε, τουλάχιστον σε γνώση και με τη βούληση του Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να μετάσχει σε κάτι τέτοιο.
Μια άλλη εκδοχή θεωρούσε ότι υπήρχε πράγματι ένα κείμενο, το οποίο όμως συνέτασσε μια ομάδα προεδρικών που αναζητούσαν τρόπο να επηρεάσουν το συνέδριο, εξ ονόματος του Ανδρέα Παπανδρέου.
Ακόμη και αυτοί που έλεγαν ότι πράγματι ο Ανδρέας Παπανδρέου μετείχε, όσο μπορούσε, στη σύνταξη ενός κείμενου για το συνέδριο, διαφωνούσαν για το περιεχόμενο. Αλλοι έλεγαν ότι απλώς θα επιδίωκε να θεμελιώσει την υστεροφημία του και άλλοι, να σηματοδοτήσει με κάποιο τρόπο το μέλλον που ίδιος θα ήθελε για το ΠΑΣΟΚ.
Υπήρξε όμως από κάποιες πλευρές και η άποψη ότι θα μιλούσε μόνο για τα εθνικά θέματα.
Σε κάθε περίπτωση, οι τρεις – τουλάχιστον – γνώστες εκείνου του κείμενου δεν μίλησαν πότε. Συγγενικό πρόσωπο του Ανδρέα Παπανδρέου έλεγε πως τους ρώτησε για το περιεχόμενό του και πήρε την απάντηση ότι «ορκιστήκαμε να μη μιλήσουμε ποτέ».
Πάντως, ο Νίκος Αθανασάκης και ο Τηλέμαχος Χυτήρης συνέχισαν την πολιτική σταδιοδρομία τους δίπλα στον Κ. Σημίτη και αργότερα στον Γ. Παπανδρέου, ενώ ο Αντώνης Λιβάνης αποσύρθηκε. Μέχρι σήμερα το αίνιγμα του μηνύματος που δεν έφτασε ποτέ στους παραλήπτες του δεν έχει λυθεί.
Ενδεχομένως επειδή δεν χρειάστηκε. Στις 26 Ιουνίου έγινε η κηδεία του Α. Παπανδρέου και την άλλη μέρα άρχισαν οι εργασίες του συνεδρίου. Σαν σήμερα – και με τη βοήθεια του Γ. Παπανδρέου όπως είχε γίνει και τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου – η ψηφοφορία κρίθηκε υπέρ του Σημίτη, ο οποίος εξαρχής απείλησε να παραιτηθεί από πρωθυπουργός αν δεν εκλεγόταν και πρόεδρος. Ετσι παρέλαβε το κόμμα σε μια κατάμεστη αίθουσα στην Καλογρέζα για να το παραδώσει οκτώ χρόνια αργότερα σε ένα διαμέρισμα στην οδό Αναγνωστοπούλου. Ο ιδρυτής του όμως δεν πρόλαβε ποτέ να πει την τελευταία λέξη.