Πριν από λίγες ημέρες στην Υδρα γιορτάστηκαν τα «Κουντουριώτεια 2012», γιορτές αφιερωμένες στον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη (1855-1935), ο οποίος, μεταξύ άλλων, υπήρξε αρχηγός του Στόλου στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Ως κυβερνήτης του θωρηκτού «Αβέρωφ», μάλιστα, το 1912-13, κατέλαβε και απελευθέρωσε από τους Τούρκους τη Λήμνο, τη Θάσο, την Ιμβρο, την Τένεδο, τα Ψαρά, τον Αγιο Ευστράτιο, τη Σαμοθράκη… ‘Ως τις 21 Δεκεμβρίου είχε ελευθερώσει σχεδόν όλα τα νησιά του Αιγαίου, της Χίου συμπεριλαμβανομένης. Διετέλεσε επίσης δύο φορές Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο ζωγράφος Παύλος Τέτσης, με ρίζες στην Υδρα, περιγράφει τι θυμάται από τον θρυλικό ναύαρχο.
Οι ημέρες τούτες ήταν αφιερωμένες στη μνήμη του μεγάλου πρωταγωνιστή των Βαλκανικών Πολέμων, του άκαμπτου μαχητή της θάλασσας, ως υπέρτατη τιμή• στον Παύλο Κουντουριώτη. Από ό,τι θυμάμαι γι’ αυτόν… Γεννήθηκα με τον θρύλο Κουντουριώτη. Από τα γεννοφάσκια μου έμαθα για τα ανδραγαθήματά του• για το μεγάλο του κατόρθωμα ώστε η χώρα μας και το έθνος να ελέγχει ολόκληρο πέλαγος.
Δεν θυμάμαι αν τον είδα όσο ήταν στη ζωή• τον είδα νεκρό. Αλλά τον έβλεπα καθημερινά και μπορούσα να τον καλημερίζω μπρος στην προτομή του πάνω στα ψηλά, στο αναμνηστικό γλυπτό συγκρότημα που προβαλλόταν, πρώτο πλάνο, το αδέξιας τέχνης λιοντάρι.
Είχα εθιστεί μ’ αυτήν, σαν να είχε ζωή και μας συντρόφευε• αν και δεν παρέλειπε να ‘ρχεται στο αρχοντόσπιτό του δίνοντας την παρουσία του ίσος μεταξύ ίσων στην πατρίδα.
Οπως αψηφούσε άλλοτε τον κίνδυνο στις ναυμαχίες – που η αποτυχία θα ήταν επιβαρυντική, μια και είχε υπερβεί τα προβλεπόμενα σχέδια του επιτελείου -, το ίδιο αψηφούσε και τον θάνατο• φιλοσοφημένος όντας ήξερε ότι κάποτε έρχεται• είχε προνοήσει.
Τα ηλιόλουστα απογεύματα των χειμωνιάτικων ημερών, όταν τότε Τετάρτες και Σάββατα το σχολείο δεν είχε μαθήματα, η μητέρα μου μας συνόδευε ώς τα πεύκα κάτω από του Κουντουριώτη για περίπατο. Εκεί, σ’ αυτή την κατηφοριά, υπήρχε ένα όρυγμα, ένα λάκκος• είχε φροντίσει να τον ανοίξουν για την ώρα που θα ‘ρθει. Παίζοντας ανεβοκατεβαίναμε στον μελλοντικό τάφο. Το βρίσκαμε διασκεδαστικό.
Στην αρχή ήταν ανοιχτός, αργότερα τον σκέπασαν με τάβλες για την πρόληψη ατυχήματος ή και για να μη γεμίσει χώματα ξανά από το ανεβο-κατέβα.
Μετά τα ύπατα αξιώματα, αντιβασιλέως και προέδρου Δημοκρατίας, έπαψε να έχει ανάμειξη στα πολιτειακά και μετά παρέλευση λίγων ετών άφησε τον επίγειο κόσμο• ως ταπεινός και συνεπής, εκτός από τη μόνιμη κατοικία που είχε προβλέψει εκεί κάτω από την τεράστια προσωρινή, για να αντικρίζει τη θάλασσα, είχε θελήσει και την απλή κηδεία του.
Πέθανε στην Αθήνα• ήταν το 1935. Η σορός του μετεφέρθη με πολεμικό πλοίο, όπως του έπρεπε, στην πατρίδα και που τον συντρόφευσε μέχρι του ενταφιασμού.
Το φέρετρο, με τη σορό, είχε τοποθετηθεί στη μεγάλη σάλα, ξέσκεπο όπως συνηθιζόταν, όπου προσήλθε και πέρασε όλη η Υδρα να τον ασπασθεί, καταθέτοντας φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στον μεγάλο και άδολο γόνο της• μεταξύ εκείνων ήμουν και εγώ.
Επειδή το φέρετρο ήταν τοποθετημένο σε κάποιο ύψος, για να τον ασπασθώ ή με σήκωσαν ή πάτησα σε ένα σκαμνί. Είχε τη γαλήνη ανθρώπου που έκανε αυτό που έπρεπε, το χρέος του. Τότε μόνο τον είδα τόσο πλησίον.
Είχε προβλέψει τη νεκρώσιμη ακολουθία ώστε να γίνει στην άλλοτε ενορία του, στον Αγιο Γεώργιο – που είχε σταματήσει να λειτουργεί ως ενορία τότε -, από έναν παπά• είχε επιλέξει τον παπά Δημήτρη Χελιώτη. Ο τότε Μητροπολίτης Προκόπιος παρίστατο αμέτοχος.
Σιωπή και θλίψη σε όλο το νησί.
Λίγες στιγμές αργότερα κατέβαινε η σορός στον τάφο της επιλογής του, υπό τον βροντερό ήχο είκοσι ενός κανονιοβολισμών του αντιτορπιλικού. Η ηρωική προσωπικότητα έκλεινε την ιστορία της εποχής.
Λίγα χρόνια μετά διευθετήθηκε ο τάφος στη μορφή που είχε σήμερα με τον σταυρό και που έχω ζωγραφίσει επανειλημμένα αυτόν τον ιερό χώρο μαζί με το αρχοντόσπιτό του.
Η ανάκληση της μνήμης, όπως τούτη η σημερινή, είναι στυλοβάτης• είναι δίχως πανηγύρια δίδαγμα.
Ο Παύλος Τέτσης, ο οποίος έχει διατελέσει πρύτανης της ΑΣΚΤ, είναι ζωγράφος και ακαδημαϊκός