Η φράση «It ain’t over ’til the fat lady sings» («Τίποτα δεν έχει τελειώσει μέχρι να τραγουδήσει η χοντρή κυρία») είναι η πιο διάσημη φράση με την οποία ο κόσμος της όπερας έχει μπολιάσει την καθημερινή ζωή. Η πρώτη χρήση της, κατά μία εκδοχή, εντοπίζεται στον 19ο αιώνα και «φωτογράφιζε» την τελευταία εντυπωσιακή άρια στην Grand Opera. Κυρίως όμως την άρια της Βρουγχίλδης (την ενσάρκωνε συνήθως ευτραφής σοπράνο, με κερασφόρο κράνος και δόρυ), στο φινάλε της όπερας «Το λυκόφως των θεών» του Ρίχαρντ Βάγκνερ, ύστατης στο 15ωρο έπος «Το δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν». Σήμαινε δε ότι το ογκώδες σπονδυλωτό έργο δεν τελειώνει προτού ακουστεί η εν λόγω άρια.

Η φράση φέρεται να μετατέθηκε στον 20ό αιώνα στην εύσωμη αμερικανίδα τραγουδίστρια Κέιτ Σμιθ, που στους αγώνες χόκεϊ στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ απέδιδε το «God Bless America». Εκτοτε άρχισε να χρησιμοποιείται κατά κόρον από τους αμερικανούς αθλητικογράφους, παρότι ο εν λόγω ύμνος ή ο αμερικανικός εθνικός ύμνος –όχι υποχρεωτικά από εύσωμες τραγουδίστριες –ακουγόταν στην αρχή ή και στο διάλειμμα αγώνων χόκεϊ, μπέιζμπολ και άλλων. Με την έννοια ότι το παιχνίδι δεν έχει τελειώσει, αν δεν… τελειώσει.