Ο καθηγητής Διαμαντής Πεπελάσης –που γνώρισε όσο κανείς άλλος την οικογένεια του Ανδρέα Παπανδρέου προτού εμφανιστεί στην ελληνική πολιτική σκηνή –λέει συχνά ότι «χωρίς τη Μαργαρίτα ο Ανδρέας δεν θα ήταν αυτός που ξέρουμε». Οσοι μελετούν την ιστορία της οικογένειας Παπανδρέου προσθέτουν πόσο συνέβαλε στην εξέλιξή της σε πολιτική δυναστεία η ψηλή ξανθιά διαφημίστρια από το Σικάγο, που παντρεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην Αμερική τον υφηγητή στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, γόνο ελληνικής πολιτικής οικογένειας. Η αλήθεια είναι ότι από τότε εκείνη κινήθηκε ανάμεσα στην πολιτική ισχύ και στην προσωπική ταλαιπωρία, ιδιαίτερα μετά το 1981. Μετείχε στη νομή της εξουσίας, αλλά πλήρωσε και το ανάλογο τίμημα.

Οταν συνάντησε πρώτη φορά τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν μόλις 26 ετών και αυτός σχεδόν τριαντάρης και παντρεμένος. Στον προθάλαμο ενός οδοντιατρείου στη Μινεσότα τον Φεβρουάριο του 1948, τον ρώτησε αν μιλάει γαλλικά για να τη βοηθήσει σε κάτι που διάβαζε, καθώς περίμεναν και οι δύο τον κύπριο γιατρό Αρη Δημητριάδη. Το ίδιο βράδυ θα βγουν για χορό, θα χαθούν για ένα διάστημα, αλλά θα ξανασυναντηθούν τυχαία το 1950, όταν προσπαθούσε να στήσει δικό της γραφείο δημοσίων σχέσεων. Τελικά, στις 30 Αυγούστου 1951 παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στην Πολιτεία της Νεβάδα.

Δέκα χρόνια αργότερα θα υποχρεωθούν να ξαναπαντρευτούν! Στις 8 Ιανουαρίου 1961 έγινε και το θρησκευτικό μυστήριο προκειμένου να αναγνωριστεί ο γάμος τους και στην Ελλάδα. Την ίδια ημέρα η Μαργαρίτα, διαμαρτυρόμενη στο θρήσκευμα έως τότε, βαπτίστηκε ορθόδοξη. Κουμπάροι τους στα δύο μυστήρια είναι η Ελλη και ο Διαμαντής Πεπελάσης, αχώριστοι φίλοι τους από το 1954 στο Σαν Φρανσίσκο.

Θα εγκατασταθούν στο συγκρότημα κατοικιών Κορόνα Κορτ, έξω από το Σαν Φρανσίσκο. Η Μαργαρίτα, από την εφηβεία της πολιτικοποιημένη, θα προσπαθήσει να βγάλει τον σύζυγό της από την αδιαφορία που έδειχνε εκείνη την περίοδο για την πολιτική. Με δική της πρωτοβουλία θα ενταχθούν στην επιτροπή στήριξης του υποψηφίου των Δημοκρατικών Αντλάι Στίβενσον. Το 1952 θα γεννηθεί ο πρώτος γιος τους και το 1953 θα έλθουν στην Ελλάδα προκειμένου να γνωρίσει ο Γεώργιος Παπανδρέου τη νύφη του. Εγραψε η ίδια: «Ο Ανδρέας αποφάσισε ότι ήθελε να με γνωρίσει στον πατέρα του και να μου δείξει τη χώρα του. Για μένα ήταν ένα από τα όνειρά μου να δω την Ελλάδα και τον παρότρυνα να κάνει τα απαραίτητα βήματα για να την επισκεφθούμε. Πήγαμε το μωρό μας και τη μητέρα του Ανδρέα στο σπίτι της μητέρας μου στο Ιλινόι, για τις πέντε εβδομάδες που θα μέναμε στην Ελλάδα».

ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.Εγκαταστάθηκαν στο Κινγκ Τζορτζ, όπου ο Γέρος τους συναντούσε κάθε μέρα. Η Μαργαρίτα ήταν ενθουσιασμένη. «Εντυπωσιάστηκα πάρα πολύ από τον πατέρα του Ανδρέα. Δεν μιλούσα ελληνικά, αλλά παρατηρώντας και βλέποντας πώς του φέρονταν οι άλλοι άνθρωποι κατάλαβα ότι ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα». Εκαναν εκδρομές κυρίως σε αρχαιολογικούς χώρους και συνάντησαν φίλους των Παπανδρέου. Το ταξίδι δεν κράτησε πολύ, αλλά η Μαργαρίτα κατέγραψε την επιθυμία του πεθερού της να φέρει οριστικά πίσω τον γιο του, που έλειπε από τον Μάιο του 1940.

Το 1959 πέρασαν δεύτερη φορά τον Ατλαντικό, αλλά ούτε αυτό θα κρατήσει πολύ παρότι η πίεση του Γέρου είναι καθημερινή. Επιστρέφουν στην Αμερική το 1960, αλλά τελικά στις 16 Ιανουαρίου 1961 μια πτήση της Ολυμπιακής Αεροπορίας μέσω Λισαβώνας τους έφερε, μαζί με το ζεύγος Πεπελάση και τον Δημήτρη Κουλουριάνο, στο Ελληνικό για μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα με τα τέσσερα παιδιά τους. Οπως όμως θα γράψει αργότερα: «Ο χειμώνας του 1961 δεν ήταν ευτυχισμένος. Η προσαρμογή και των δυο μας ήταν δύσκολη».

ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Ενας από τους λόγους που ο Ανδρέας, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του, μπήκε εντέλει στην πολιτική ήταν ότι η Μαργαρίτα προσέθεσε τη συζυγική επιρροή της στην πατρική επιμονή του Γέρου να δει τον γιο του στη Βουλή. Οταν άφησε την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία του για την πολιτική, εκείνη έκανε αυτό που ήξερε ότι έκαναν στην Αμερική οι σύζυγοι των πολιτικών: μεγάλωνε τα παιδιά τους, έδινε ιδέες και υποδεχόταν στο σπίτι του Ψυχικού την πολιτική τάξη της Αθήνας. Ενα από τα ζευγάρια που θα τους συντροφεύουν τις βραδινές εξόδους τους μέχρι το 1965 είναι η Μαρίκα και ο Κώστας Μητσοτάκης. Η ίδια περιέγραψε με χαρακτηριστικό τρόπο εκείνη την περίοδο στο βιβλίο της «Εφιάλτης στην Αθήνα».

Οταν κηρύχθηκε η δικτατορία η Μαργαρίτα πέρασε έξι μήνες έξω από τις φύλακες Αβέρωφ –έως τα Χριστούγεννα του 1967, όταν η χούντα ελευθέρωσε τον άνδρα της. Το 1968 παρακολούθησε την κηδεία του Γέρου στο Α’ Νεκροταφείο, πάνω σε ένα καπό αυτοκίνητου, έχοντας μαζί της την κόρη και τον μεγάλο γιο της. Ακολούθησε τον Ανδρέα Παπανδρέου στις μετακινήσεις του μεταξύ των δύο ηπείρων με το ΠΑΚ και επέστρεψε μαζί του τον Αύγουστο του 1974, χωρίς να είναι γνωστό αν είχε ενημερωθεί για μια δεύτερη κόρη που είχε προστεθεί στην οικογένειά του όταν ζούσαν στη Σουηδία.

Το 1976 ίδρυσε την Ενωση Γυναικών Ελλάδος που έφτασε μετά το 1981 να έχει 20.000 μέλη. Ηταν ένα είδος άτυπου γυναικείου κόμματος και μάλιστα το 1986, σε μια συνεδρίαση του ΔΣ η Μαρία Κυπριωτάκη έγραψε σε μια… χαρτοπετσέτα την ιδέα της να δημιουργήσουν κανονικό κόμμα γυναικών. Για πολλά χρόνια οι «ΕΓΕς» είχαν επιρροή και ένα είδος ποσόστωσης στην εξουσία. Αρκετοί «άνθρωποι της Μαργαρίτας» –όχι μόνο γυναίκες –έβρισκαν σημαντικές θέσεις στην κυβέρνηση και στον κρατικό μηχανισμό.

ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ. Από το 1986 στις σχέσεις της με το ΠΑΣΟΚ σημειώθηκε ένταση, απολύτως συνδεδεμένη με την εμφάνιση της αεροσυνοδού που σερβίριζε έως τότε το ζεύγος Παπανδρέου στο πρωθυπουργικό αεροσκάφος. Τελικά το φθινόπωρο του 1987, ο Ανδρέας ανέθεσε στον τότε κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Ρουμπάτη να δηλώσει ότι «η Μαργαρίτα Παπανδρέου είναι απλή πολίτις». Πιο απλά, δεν πρέπει να την αντιμετωπίζουν πλέον ως σύζυγο πρωθυπουργού. Αργότερα από το Χέρφιλντ, όπου ανανήφει μετά την εγχείρηση καρδιάς, φτάνουν διαρροές για εξομολογήσεις του τύπου, «η Μαργαρίτα δεν μου έβρασε ποτέ ένα αυγό» και «δεν περίμενα τόση αχαριστία».

Το Μάρτιο του 1989 θα εγκαταλείψει την ΕΓΕ και δύο μήνες αργότερα, παραμονές εκλογών, ο δικηγόρος του Α. Παπανδρέου θα της κοινοποιήσει την αγωγή διαζυγίου, στην οποία αναφέρει ότι «από τις αρχές του 1984 είμαστε σε πλήρη διάσταση και από το 1986 ζω σε ξεχωριστή οικία, ενώ έως τότε η συστέγαση ήταν για να τηρηθούν τα προσχήματα, λόγω της ιδιότητός μου ως πρωθυπουργού». Ο δικηγόρος της θα καταθέσει τη δική της ανταγωγή: «Δεν με βρίσκει αντίθετη ένα διαζύγιο όταν ο γάμος έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει». Το διαζύγιο θα εκδοθεί στις 10 Ιουνίου 1989 και θα κλείσει 38 χρόνια γάμου.

ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ. Ο κύκλος της Μαργαρίτας στον εγχώριο δημόσιο βίο, όμως, δεν θα κλείσει εκεί και ουσιαστικά δεν έκλεισε ακόμη. Σκληρός άνθρωπος, ορθολογική στις κρίσεις της και με στόχους πάντα στη ζωή της, πέρασε άκαμπτη από πολιτικές και οικογενειακές δυσκολίες. Στα περίπου εξήντα χρόνια που έχουν παρέλθει από τον γάμο της με τον Ανδρέα Παπανδρέου, βρέθηκε πολλές φορές στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Γύρω από το πρόσωπό της διαπλάθεται μέχρι σήμερα μια ιδιαίτερη μυθολογία, που εκτείνεται από την αδιάκοπη δράση της ως ακτιβίστριας μέχρι τη μητριαρχική κουλτούρα της.

ΟΙ ΜΥΘΟΙ. Η ίδια μυθολογία την τοποθετούσε συχνά στο παρασκήνιο πολιτικών και κομματικών κινήσεων με στόχο να δει τον πρωτότοκο γιο της στην πρωθυπουργία, ή ακόμη να αναδειχθεί και τέταρτη γένια Παπανδρέου. Ωστόσο οι μύθοι είναι κυρίως μύθοι. Στην πραγματικότητα, δεν είχε με τα παιδιά της τίποτε περισσότερο από τις τυπικές σχέσεις μιας μητέρας και αντιστρόφως: ούτε απολύτως τα επηρέαζε ούτε απολύτως την υπολόγιζαν. Πολλοί θεωρούν πως αδικεί τη Μαργαρίτα Παπανδρέου ότι κατά περιόδους απασχόλησε την ελληνική κοινή γνώμη περισσότερο για την εμφάνιση κάποιων άλλων γυναικών, πάρα για την ικανότητά της να παρακολουθεί έναν «πολύ δύσκολο άνδρα» –κατά τη δική της έκφραση –στα σκαμπανεβάσματά του και να μετατρέπει τις εσωτερικές κρίσεις στην άψογη οικογενειακή εικόνα που χρειάζεται ένας πολιτικός. Τα τέσσερα παιδιά που χαμογελούν στην οικογενειακή φωτογραφία και η διακριτική διευθέτηση της ταραχώδους καθημερινότητας των Παπανδρέου είναι δικό της έργο.

Μετά τα 80 της δεν δίστασε να μετακινηθεί σε ένα παλιό παραθαλάσσιο εξοχικό των Παπανδρέου στην Αλμυρή Κορινθίας, με σκοπό να δημιουργήσει επιχείρηση κέτερινγκ. Παράλληλα, και ενώ τα ελληνικά της δεν απέκτησαν ποτέ τοπική προφορά, θα παρακολουθεί ανελλιπώς τις πολιτικές εξελίξεις και δεν θα λείψει ούτε μία ημέρα από την οθόνη του υπολογιστή της, από όπου κινεί τις δραστηριότητες Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που δημιούργησε μετά την ΕΓΕ, όπως το Κέντρο Ερευνας και Δράσης για την Ειρήνη. Σχεδόν ακατάβλητη θα αντέξει ακόμη και ατυχήματα που δυσκόλεψαν τις μετακινήσεις της και, σε κάθε περίπτωση, θα υπογραμμίζει –όπως έκανε και στην τελευταία της ανακοίνωση για την υπόθεση του ΣΔΟΕ –με έμφαση τη σχέση της με τρεις γενιές Πρωθυπουργών. Αλλωστε, αν πράγματι αυτή ήταν η θεμελιώδης επιδίωξή της, ευτύχησε να δει τον Γιώργο στη θέση του πρώην συζύγου της και του πεθερού της. Εν μεταξύ είχε καταγράψει μια νίκη που πέρασε απαρατήρητη: το οικόσημο των Παπανδρέου δεν άλλαξε χέρια.