Τέτοιες ημέρες, πριν από ακριβώς εκατό χρόνια, δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄. Ηταν 5 Μαρτίου 1913, σύμφωνα με το τότε ισχύον ιουλιανό ημερολόγιο, θα ήταν 18 Μαρτίου αν ίσχυε το σημερινό.
Ο Γεώργιος Α΄ δεν ήταν ένα τυχαίο πρόσωπο. Ηταν ο δεύτερος βασιλιάς της Ελλάδας μετά τον Οθωνα και ο ιδρυτής της δυναστείας των Γλύξμπουργκ. Ηταν επίσης ο μακροβιότερος έλληνας βασιλιάς –φέτος συμπληρώνονται επίσης 150 χρόνια από την ενθρόνισή του και την εγκατάσταση του βασιλικού του οίκου στην Ελλάδα.
Η δολοφονία του είχε σημαντικές συνέπειες. Πραγματοποιήθηκε μέσα στη δίνη των Βαλκανικών Πολέμων, έπαιξε ρόλο στη μάχη αναδιανομής των οθωμανικών εδαφών και λόγω του χαρακτήρα του διαδόχου του, του γιου του Κωνσταντίνου, έσπρωξε την Ελλάδα στον εθνικό διχασμό. Το ποιος σκότωσε τον Γεώργιο Α΄ είναι γνωστό. Ηταν ο Αλέξανδρος Σχινάς. Το γιατί όμως τον δολοφόνησε, αποτελεί μέχρι σήμερα ένα ανοιχτό ερώτημα.
Ο ιστορικός Γ. Θ. Μαυρογορδάτος, στην «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού» που είχαν εκδώσει «ΤΑ ΝΕΑ» και τα Ελληνικά Γράμματα υπό τη διεύθυνση του ιστορικού Βασίλη Παναγιωτόπουλου, επιλέγει αφαιρετικά μια κατασταλαγμένη από τον χρόνο επιστημονική διατύπωση: «Στις 5 Μαρτίου 1913 δολοφονήθηκε ο Γεώργιος Α΄ στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε εγκατασταθεί από τις 29 Οκτωβρίου 1912 για να ενσαρκώνει την οριστική ελληνική κυριαρχία. Η περίεργη αυτοκτονία του δολοφόνου μετά τη σύλληψή του άφησε να αιωρούνται υποψίες (που ουδέποτε επαληθεύθηκαν) ότι υπήρξε “ξένος δάκτυλος”, αφού η Γερμανία είχε να ωφεληθεί από την άνοδο του Κωνσταντίνου στον θρόνο. Στις 8 Μαρτίου 1913 ορκίστηκε βασιλιάς ο Κωνσταντίνος Α΄».
Αν όμως ο ιστορικός οφείλει να παρουσιάσει στοιχεία και να αποφύγει την ακατάσχετη σεναριολογία, επιλέγοντας απλώς να καταθέσει το μόνο αντικειμενικό δεδομένο στην περίσταση («η Γερμανία είχε να ωφεληθεί»), ο πεζογράφος δεν έχει κανένα λόγο να μην παίξει με όλα τα πιθανά σενάρια που στοίχειωσαν την κοινωνία και τον Τύπο της εποχής.
Και το κάνει κυριολεκτικά και αριστοτεχνικά: η Αρίστη Προυσσιώτη, στο βιβλίο της που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μελάνι με τον εύγλωττο τίτλο «Οι δολοφονίες του βασιλέως Γεωργίου Α΄», το οποίο θα συζητηθεί τόσο για το περιεχόμενο όσο και για τη δομή του, παίζει –θα πούμε αμέσως μετά, πώς –με τα τέσσερα βασικά σενάρια που συζητήθηκαν εκείνη την εποχή, έχοντας πρώτα αποδελτιώσει κάθε πιθανό δημοσίευμα που αναφερόταν στο γεγονός.
Το πρώτο σενάριο ήταν ότι πίσω από τον Σχινά βρισκόταν η Βουλγαρία, που διεκδικούσε ακόμη τη Θεσσαλονίκη. Το δεύτερο σενάριο ήταν ότι από πίσω κρυβόταν η Αυστρία, που επίσης επιθυμούσε να πάρει τη Θεσσαλονίκη. Το τρίτο ότι πίσω από το φονικό ήταν η Γερμανία, αφού ο Γεώργιος θεωρούνταν αγγλόφιλος ενώ ο γιος του Κωνσταντίνος, που θα τον διαδεχόταν, στο παρά πέντε μάλιστα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, θεωρούνταν γερμανόφιλος.
Σκοτεινοί έρωτες, παράξενοι θάνατοι
Οσο σκαλίζει κανείς τη δολοφονία του Γεωργίου Α’ τόσο πιο μυστηριώδης φαίνεται. Ηταν απόγευμα, γύρω στις 5, της Τρίτης 5 Μαρτίου 1913. Ο βασιλιάς που είχε κατανοήσει τη σημασία της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης, ήταν εγκατεστημένος εκεί και επέστρεφε στα ανάκτορα από έναν απογευματινό περίπατο. Τον ακολουθούσαν δύο κρήτες χωροφύλακες, σωματοφύλακές του, 5-6 στρατιώτες και γύρω στους 15 πολίτες που τους άρεσε να συνοδεύουν εξ αποστάσεως το σημαίνον αυτό πρόσωπο στον περίπατό του. Ενας από αυτούς, ο Αλέξανδρος Σχινάς, πλησίασε, έβγαλε ένα παλιό μαυροβουνιώτικο πιστόλι, τον σημάδεψε και τον πυροβόλησε. Ολα έγιναν μπροστά από ένα κτίριο που φρουρούσαν βούλγαροι στρατιώτες, οι οποίοι έκαναν σαν να μην είδαν τίποτα.
Ο Σχινάς ήταν αλλοπρόσαλλος. «Ηταν ρακένδυτος. Την ώρα της σύλληψής του μάλιστα φαινόταν αξιολύπητος. Μια μαδημένη φυσιογνωμία, χτισμένη μέσα σ’ ένα παλιό σταχτί παλτό με ραβδώσεις μολυβδόχρους. Τα μπλε του ρούχα, παλιά, καταλερωμένα. Τα αυτιά του, όχι αυτιά αλλά δύο μεγάλα σαρκώματα», έγραφε τότε η «Ακρόπολις» και μεταφέρει η Αρίστη Προυσσιώτη.
Ακόμα και η καταγωγή του ήταν ασαφής. Το πιθανότερο, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1870 από πατέρα παντοπώλη από το Λιτόχωρο που άλλοτε λεγόταν Φλόκας. Η μητέρα του ήταν μάλλον Βουλγάρα από τις Σέρρες. Η εμφάνισή του δεν συμβάδιζε με το μορφωτικό του επίπεδο. Είχε κάνει σπουδές Ιατρικής στο Καποδιστριακό της Αθήνας (είχε και θείο γιατρό), για τις οποίες ήταν περήφανος. Μιλούσε καλά την καθαρεύουσα, η σκέψη του ήταν διαυγής, ήξερε γαλλικά. Είχε ταξιδέψει αρκετά και στο εξωτερικό. Με τι λεφτά άραγε; Είχε πάντως μανία καταδιώξεως, νόμιζε ότι τον κυνηγούσαν να τον σκοτώσουν. Και ήταν ομοφυλόφιλος, που είχε συνάψει σχέσεις με άνδρες από ποικίλες κοινωνικές τάξεις, τους οποίους ενδεχομένως εκβίαζε για να βγάζει τα προς το ζην. Για τον ίδιο λόγο είχε κάνει μικροαπάτες και χαρτόπαιζε.
Δήλωνε σοσιαλιστής και διεθνιστής. Μια τουρκική εφημερίδα έγραψε ότι ήταν και κομιτατζής, γνωστός ως Αλέξιος Κνιάζωφ, καταδικασθείς ερήμην εις θάνατον το 1902 από το Κακουργιοδικείο Μοναστηρίου.
Στις ανακρίσεις έδειχνε ευφυΐα και θόλωνε τα νερά. Εφαγε πολύ ξύλο και στην πορεία αράδιαζε διάφορα ονόματα εραστών του. Κάποια στιγμή ειπώθηκε ότι το όπλο τού το έδωσε βούλγαρος αξιωματικός. Μετά όμως ισχυρίστηκε ότι είχε συνάψει ερωτική σχέση και με τον υπασπιστή του βασιλιά, αντισυνταγματάρχη Ιωάννη Φραγκούδη!
Η Γερμανία τότε είχε θέσει σε εφαρμογή σχέδιο διείσδυσης στην Ανατολή. Σκοπός, η μείωση των ερεισμάτων της Αγγλίας στο Σουέζ και στην Ινδία. Η αγγλόφιλη Ελλάδα ήταν ένα μικρό εμπόδιο. Ο Κάιζερ περνούσε στον γαμπρό του Κωνσταντίνο την ιδέα ότι με την απομάκρυνση του Σουλτάνου, θα μπορούσε να διεκδικηθεί από αυτόν ο τίτλος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου!
Ο Σχινάς που κατά κάποιο τρόπο υπερηφανευόταν για τη δολοφονία, η οποία θα του χάριζε μια θέση στην Ιστορία, δήλωσε ότι θα πει την αλήθεια μόνο στη βασίλισσα Ολγα, χήρα πλέον του Γεωργίου. Εκείνη πήγε να τον βρει στη φυλακή. Ο Σχινάς της είπε, θολώνοντας ακόμα περισσότερο τα νερά, ότι ιθύνων νους της δολοφονίας ήταν ο ίδιος ο… Γεώργιος!
Αυτό όμως δεν φάνταζε εντελώς απίθανο. Υπήρχε υπόνοια ότι ακόμη μία απόπειρα εναντίον του, μετά την ήττα του 1897, υπήρξε σκηνοθετημένη για να τον καταστήσει συμπαθή στον λαό. Θα μπορούσε να έχει σκηνοθετηθεί και εδώ μια αποτυχημένη απόπειρα, δηλαδή το χέρι του Σχινά θα μπορούσε πράγματι να το έχει οπλίσει ο υπασπιστής Φραγκούδης, με τη διαφορά ότι η βολή, κατά λάθος ή όχι, βρήκε τον στόχο που δεν έπρεπε να βρει. Ο λόγος μιας αποτυχημένης απόπειρας θα ήταν να κατηγορηθεί γι’ αυτήν η Γερμανία και ο Κωνσταντίνος να απαγκιστρωθεί από τον μέντορα πεθερό του.
Η αλήθεια δεν θα μαθευτεί ποτέ, όπως φαίνεται. Ο Σχινάς, σε μια στιγμή που βρέθηκε μόνος στο ανακριτικό γραφείο, πήδησε από το παράθυρο και σκοτώθηκε. Τι λόγο είχε να αυτοκτονήσει πριν από τη δίκη που θα διαφήμιζε ακόμη περισσότερο το έγκλημα για το οποίο επαιρόταν; αναρωτήθηκε σε άρθρο του ο Ιωάννης Κονδυλάκης. Εξού και κάποιοι πιστεύουν ότι δεν αυτοκτόνησε, αλλά εκπαραθυρώθηκε. Αν ενεργούσε για λογαριασμό της Βουλγαρίας, αυτό έπρεπε να κουκουλωθεί για να μην ξαναγίνει πόλεμος. Ακόμα περισσότερο, αν ήταν γερμανικός δάκτυλος ή συνωμοσία του παλατιού.
Το άλλο πρόσωπο-κλειδί, ο Φραγκούδης, που θα μπορούσε να ενεργεί για λογαριασμό του Γεωργίου αλλά και της Σοφίας, είχε επίσης περίεργο τέλος. Τον είχαν στείλει στις ΗΠΑ για λόγους… ασφαλείας. Στις 20 Οκτωβρίου 1916, οι «New York Times» έγραψαν: «Ο Ι. Φραγκούδης, πρώην υπασπιστής του βασιλιά της Ελλάδας, σκοτώθηκε σήμερα στο Στάτεν Αϊλαντ από καλώδιο υψηλής τάσης. Διέσχιζε μια λεωφόρο με φίλο του όταν σκόνταψε σε πεσμένο καλώδιο, μπερδεύτηκε σε αυτό και πέθανε από ηλεκτροπληξία πριν προλάβει να τον ελευθερώσει ο φίλος του».
Ενα βιβλίο σαν παζλ
Η Αρίστη Προυσσιώτη (πρόκειται για ψευδώνυμο) παίζει με τα διάφορα σενάρια με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο. Κάθε σελίδα του βιβλίου έχει χωριστεί σε τεταρτημόρια. Τα τέσσερα τέταρτα της σελίδας μπορούν να διαβαστούν με τέσσερις τρόπους: μόνο τα δύο πάνω κάθε σελίδας, μόνο τα δύο κάτω κάθε σελίδας, μόνο τα δύο αριστερά ή μόνο τα δύο δεξιά. Ετσι μπορούν να διαβαστούν τέσσερις διαφορετικές αφηγήσεις. Το παζλ ήταν δύσκολο, πέτυχε όμως. Στην πραγματικότητα μάλιστα μπορεί κάποιος να διαβάζει σχεδόν με τυχαία σειρά. Ενδιαφέρον πείραμα γραφής για μια συγγραφέα που γνωρίσαμε σε ένα ακόμη πειραματικό βιβλίο, «Το θρόισμα των εκδοχών». Ενώ δεν αποκλείεται να την έχουμε γνωρίσει και με άλλο επίθετο στο παρελθόν, ως άνδρα συγγραφέα που δεν είναι από την Προύσα, όπως δηλώνει το επίθετο, αλλά από την Κρήτη…
Στο θέμα της δολοφονίας του Γεωργίου Α’ το ευαίσθητο ζήτημα, τα ποικίλα πιθανά κίνητρα, το σπουδαιοφανές του πράγματος αποτελούν ιδανικό πεδίο ξεδιπλώματος «επάλληλων αναδιηγήσεων», κατά την έκφραση της ίδιας της Προυσσιώτη στο εξώφυλλο του βιβλίου. Η επιτυχία της έγκειται στο ότι η σοβαρότητα με την οποία χειρίστηκε το δικό της λογοτεχνικό παίγνιο συνάντησε τη σοβαρότητα των παιγνίων στην άσκηση υψηλής πολιτικής.