Συνήθως με αυτούς που χάνονται γρήγορα υπάρχει κάτι άνισο, το ανολοκλήρωτο. Και όμως όταν σκέφτεσαι τον Ντράζεν Πέτροβιτς νιώθεις μια πληρότητα, τουλάχιστον σε αθλητικούς όρους: ο κροάτης μπασκετμπολίστας που σκοτώθηκε πριν από 20 χρόνια, την 7η Ιουνίου 1993 σε έναν γερμανικό αυτοκινητόδρομο σε ηλικία μόλις 28 ετών είχε ήδη προλάβει να αγαπηθεί από τους οπαδούς, να τρομάξει, να μισηθεί και να εκτιμηθεί από τους αντιπάλους του, να θριαμβεύσει στο ευρωπαϊκό μπάσκετ και να καταφέρει να κερδίσει επάξια τη θέση του αστέρα στο απλησίαστο ως τότε αμερικανικό ΝΒΑ, να μείνει στην ιστορία ως ο «Μότσαρτ» του παγκόσμιου μπάσκετ.

Αυτή η διαπίστωση επιχειρεί να συλλάβει το μπασκετικό μεγαλείο του Ντράζεν Πέτροβιτς, αναμφίβολα του καλύτερου ευρωπαίου μπασκετμπολίστα όλων των εποχών. Ασφαλώς υπήρχε το «θαύμα της φύσης» ο Αρβίντας Σαμπόνις, βεβαίως ο αξεπέραστος Νίκος Γκάλης, και αναμφίβολα υπάρχουν τώρα ευρωπαίοι μπασκετμπολίστες που θριαμβεύουν στο υψηλότερο επίπεδο, στο ΝΒΑ, όπως για παράδειγμα ο Γάλλος Τόνι Πάρκερ ή νωρίτερα οι συμπαίκτες του Ντράζεν: ο Βλάντε Ντίβατς, ο Nτίνο Ράτζα, ο Τόνι Κούκοτς, ο Ζάρκο Πάσπαλι ή και ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς. Αλλά ήταν ο Ντράζεν εκείνος που έριξε τους τοίχους και έκανε τους Αμερικανούς να κοιτάξουν με θαυμασμό έναν ευρωπαίο μπασκετμπολίστα.

Πρώτα ο Ντράζεν είχε μεγαλουργήσει επί ευρωπαϊκού εδάφους. Ακόμη και με τη Σιμπένικ που τώρα έχει διαλυθεί αλλά με εκείνον σε εφηβική ηλικία είχε φθάσει δύο φορές σε τελικούς Κυπέλλου Κόρατς. Σε εκείνη την ομάδα προπονητής ήταν ο Βλάντο Τζούροβιτς, ο οποίος μετά είχε δουλέψει στον Πανιώνιο. Τότε, στον Πανιώνιο, το είχε παράπονο και καμάρι: ότι το παιδί του, ο Ντράζεν, προτού πάει στο σχολείο έκανε 1.000 εύστοχα σουτ στην παιδική χαρά. «Δηλαδή 2.000 σουτ συνολικά» ελεγε ο Τζούροβιτς που έβλεπε τους παίκτες του Πανιωνίου να αράζουν το ταλέντο τους στις καφετέριες της πλατείας της Νέας Σμύρνης.

Ακολούθησε η θητεία του Ντράζεν με τη Τσιμπόνα του Ζάγκρεμπ, με την οποία κατέκτησε δύο φορές το Πρωτάθλημα Ευρώπης, για να μεταπηδήσει μετά – σπάζοντας και τα ταμπού των μεταγραφών μπασκετμπολιστών του ανατολικού μπλοκ στη Δύση – στη Ρεάλ Μαδρίτης. Την άνοιξη του 1989 με τη φανέλα της Βασίλισσας πρωταγωνιστεί σε αυτό που έμεινε στην ιστορία ως η καλύτερη παράσταση διασυλλογικού μπάσκετ: στο ΣΕΦ ο Βραζιλιάνος Οσκαρ Σμιτ πέτυχε 48 πόντους για τη Σναϊντέρο Γκαζέρτα, αλλά ο Ντράζεν Πέτροβιτς πέτυχε 62 για τη Ρεάλ την οποία οδήγησε στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπέλλούχων.

Παράλληλα υπήρχε η Γιουγκοσλαβία. Τον είχαμε νικήσει το 1987, όταν ο Φάνης Χριστοδούλου τον είχε εξουδετερώσει δύο φορές στο αξέχαστο Ευρωμπάσκετ ’87 – αλλά ο Ντράζεν βελτιώθηκε πολύ ενώ ο Φάνης έμεινε στις δάφνες των 80ς και έτσι το 1989 ζήσαμε τη ραψωδία της Γιουγκοσλαβίας στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα για να ακολουθήσει η παρέλαση στο Μουντομπάσκετ της Αργεντινής το 1990.

Είχε προηγηθεί το κομβικό 1988: η Γιουγκοσλαβία πήρε το ασημένιο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ και μετάέπαιξε με τους Μπόστον Σέλτικς. Και εκεί ο Ντράζεν έκανε θαύματα, κάνοντας τιτάνες του αθλήματος σαν τον Λάρι Μπερντ να ιδρώσουν.

Και τότε στις αρχές των 90s, ήρθε ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος. Και ο Ντράζεν Πέτροβιτς έγινε ο Κροάτης Ντράζεν. O οποίος μετά τα θαύματα με τη Ρεάλ Μαδρίτης και την εθνική Γιουγκοσλαβίας είχε ήδη γίνει στόχος του ΝΒΑ. To φθινόπωρο του 1989 έκανε το ντεμπούτο του με τους Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς. Για να ακολουθήσει η μεταγραφή στους Νετς του Νιου Τζέρσεϊ όπου μεγαλούργησε: ο απολογισμός ήταν ένας μέσος όρος 15,4 πόντων ανά παιχνίδι αλλά κυρίως η εκτίμηση όλου του κόσμου του ΝΒΑ που υποκλίθηκε στο κρυστάλλινο ταλέντο του Μότσαρτ. Ενός ταλέντου που χάθηκε μια ημέρα σαν και αυτή στον Autoban 9 κοντά στη Βαυαρία.

Η κληρονομιά του 28χρονου μπασκετμπολίστα υπήρξε ανάλογη της ακτινοβολίας του. Και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το αμερικανικό δίκτυο ESPN το 2010 γύρισε ντοκιμαντέρ για εκείνον και το δράμα εκείνης της γενιάς μπασκετμπολιστών της Γιουγκοσλαβίας με αφηγητή τον σπουδαίο Σέρβο Βλάντε Ντίβατς. Αξίζει να το δει κανείς…