Ποια είναι τα συμπτώματα ενός ατόμου που έχει διαγνωσθεί από ψυχίατρο με οριακή διαταραχή προσωπικότητας;
Οι διαταραχές της προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από μια σειρά χρόνιων και άκαμπτων τρόπων σκέψης, δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών και διαταραγμένων διαπροσωπικών σχέσεων.
Στην οριακή (ή αλλιώς μεταιχμιακή/borderline personality) το άτομο χαρακτηρίζεται από έντονη αστάθεια ως προς τον τρόπο που συνδέεται με τους άλλους ανθρώπους, την εικόνα του εαυτού του, την ένταση των συναισθημάτων του και τις εναλλαγές της συμπεριφοράς του.
Η προσωπικότητά του λειτουργεί ανάμεσα στον πόλο της ψύχωσης και της νεύρωσης. Εξιδανικεύει και απομυθοποιεί τους άλλους, καταλήγοντας εύκολα να τους κατατάσσει σε «καλούς» ή «κακούς» με αποτέλεσμα να εισχωρεί σε σχέσεις «αγάπης – μίσους».
Ο φόβος της εγκατάλειψης είναι κεντρικός, κάτι το οποίο πασχίζει να αποφύγει, αναπτύσσοντας έντονα εξαρτητικές συμπεριφορές στις σχέσεις του. Στην ιδέα και μόνο της εγκατάλειψης μπορεί να εμφανίσει παροδικές παράλογες σκέψεις ως αντίδραση στο στρες.
Η ταυτότητά του είναι κατακερματισμένη, έχει χρόνια συναισθήματα κενού και δεν ξέρει ποιος πραγματικά είναι. Καταφεύγει σε παρορμητισμούς ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές για να διαχειριστεί τα διάσπαρτα και χαοτικά συναισθήματά του.
Η οριακή διαταραχή εμφανίζεται τρεις φορές συχνότερα στις γυναίκες.
Ποια θεραπεία ενδείκνυται για την οριακή διαταραχή προσωπικότητας;
Στις διάφορες θεραπείες ο στόχος των παρεμβάσεων δεν είναι τόσο η ίαση, όσο ο έλεγχος και η διαχείριση των δυσπροσαρμοστικών μοτίβων συμπεριφοράς, η οριοθέτηση και η βελτίωση της ποιότητας των σχέσεων του ατόμου. Η ατομική ψυχοθεραπεία κρίνεται απαραίτητη.
Σε γενικές γραμμές (και ανάλογα με την ειδική κατεύθυνση του ψυχοθεραπευτή) στοχεύει στη δημιουργία μιας σταθερής, δομημένης και οριοθετημένης θεραπευτικής σχέσης. Ομως η διαπροσωπική αστάθεια και οι ευμετάβλητες συναισθηματικές αντιδράσεις του ατόμου προβάλλονται στον θεραπευτή και η θεραπεία δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Σε βαρύτερες περιπτώσεις, η φαρμακευτική αγωγή με χαμηλές δόσεις νευροληπτικών, αντικαταθλιπτικών, λιθίου ή βενζοδιαζεπινών μπορεί να μειώσει τη δυσφορία, τις έντονες συναισθηματικές διακυμάνσεις, τα παρανοειδή ή καταθλιπτικά συμπτώματα και έτσι να ενισχύσει τόσο την αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας, όσο και τη συνολική λειτουργικότητα του ατόμου.
Η Μυρσίνη Κωστοπούλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια (PhD), myrsi@hol.gr