Ο Λι Στέρλινγκ ήξερε πως η αδελφή του δεν είχε επιζήσει σε εκείνο το βασανιστικό ταξίδι που επέτρεψε σε εκείνον και την οικογένειά του να δραπετεύσουν από τον ναζισμό. Πριν από 73 χρόνια, έφυγαν από το σπίτι τους στις Βρυξέλλες για να μεταβούν στη Λισαβώνα και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη. Ηταν τότε μόλις τεσσάρων ετών. Μόλις που τη θυμάται. Ανατρέχοντας στα πορτογαλικά αρχεία, έμαθε ότι η αδελφή του Ρέιμοντ Εστέλε πέρασε έξι εβδομάδες στο νοσοκομείο προτού πεθάνει από σηψαιμία στα επτά της. «Δεν είχα κλάψει για πολλά χρόνια. Οταν όμως το έμαθα, δεν μπορούσα να σταματήσω», αποκαλύπτει. Ο Στέρλινγκ, ο οποίος σήμερα ζει στην Καλιφόρνια, ήταν ανάμεσα στους δεκάδες ανθρώπους που πραγματοποίησαν ένα έντονα συγκινησιακά φορτισμένο προσκύνημα τον περασμένο μήνα στην Κεντρική Πορτογαλία με σκοπό να εντοπίσουν τα ίχνη των οικογενειών τους, αλλά και για να αποτίσουν φόρο τιμής στον άνθρωπο που τους έσωσε τη ζωή, τον Αριστίδες ντε Σόουζα Μέντες.
Ο Σόουζα Μέντες ήταν πρόξενος της Πορτογαλίας στο Μπορντό όταν η Γερμανία εισέβαλε στη Γαλλία. Με αυτήν του την ιδιότητα εξέδωσε περίπου 30.000 πορτογαλικές βίζες σε ανθρώπους που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν από τη ναζιστική καταδίωξη. Πολλές τις εξέδωσε ο ίδιος προσωπικά, ενώ έπεισε άλλους πορτογάλους διπλωμάτες στη Γαλλία να κάνουν το ίδιο ενάντια στις εντολές της ουδέτερης μεν αλλά φασιστικής κυβέρνησής του.
ΤΙΜΩΡΙΑ. Οταν η κυβέρνηση αντιλήφθηκε το μέγεθος της ανυπακοής του, ο Σόουζα Μέντες ανακλήθηκε στη Λισαβώνα, εκδιώχθηκε από το διπλωματικό σώμα και του αφαιρέθηκαν τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Πέθανε μέσα στη φτώχεια το 1954.
Για την προσπάθειά του αναγνωρίστηκε μετά θάνατον. Αρχικά από το Ισραήλ, όπου το Μνημείο του Ολοκαυτώματος Yad Vashem τον τίμησε το 1966 με τον τίτλο του Δικαίου των Εθνών. Η σοβαρή αναζήτηση όμως για εκείνους που εξασφάλισαν τότε μια βίζα ή για τους απογόνους τους άρχισε πρόσφατα ως μέρος μιας εκστρατείας με σκοπό να του αποδοθεί η αναγνώριση που του αξίζει, ιδιαίτερα στη χώρα του, όπου παραμένει σχετικά άγνωστος.
Από τον Δεκέμβριο του 2011, το Ιδρυμα Σόουζα Μέντες –το οποίο λειτουργούν απόγονοι των ανθρώπων που είχαν πάρει βίζα –έχει καταφέρει να δημιουργήσει μια βάση δεδομένων για όλους εκείνους που βοήθησε. Σε μεγάλο βαθμό, τα αρχεία στηρίζονται σε ένα βιβλίο που ανακαλύφθηκε στο Μπορντό, όπου καταχωρίζονταν τα μητρώα θεώρησης. Μέχρι σήμερα έχει ταυτοποιήσει περίπου 3.200 ανθρώπους από τους περίπου 30.000 που σώθηκαν χάρις στις πορτογαλικές βίζες.
Κάποιοι από όσους έλαβαν μέρος στο προσκύνημα δεν είχαν επιστρέψει στην Πορτογαλία από τον πόλεμο. Για την ακρίβεια πολλοί δεν είχαν καν ακούσει για τον Σόουζα Μέντες, μέχρι που ήρθαν σε επικοινωνία με μέλη του Ιδρύματος∙ είτε γιατί οι γονείς τους δεν τους είχαν μιλήσει ποτέ για την περίοδο του πολέμου είτε γιατί δεν είχαν συνειδητοποιήσει τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξε ο πορτογάλος πρόξενος στη διαφυγή τους.
ΕΜΑΘΕ ΓΙΑ ΤΗ ΒΑΡΣΟΒΙΑ. Ο Σόουζα Μέντες άρχισε να αγνοεί τις διαταγές της Λισαβώνας και να εκδίδει βίζες το 1939, αρκετούς μήνες πριν από την εισβολή της Γερμανίας στη Γαλλία. Ενας από τους λόγους ήταν οι μαρτυρίες του δίδυμου αδελφού του, ο οποίος ήταν επίσης διπλωμάτης με πόστο στη Βαρσοβία και τον ενημέρωνε για τη ναζιστική θηριωδία εκεί. Πολλές από τις βίζες, ωστόσο, εκδόθηκαν τον Ιούνιο του 1940, όταν ο γερμανικός κλοιός έσφιγγε γύρω από τη Γαλλία και η πορτογαλική κυβέρνηση προσπαθούσε να ανακαλέσει από το Μπορντό τον αντάρτη πρόξενό της. Τελικά, ο Σόουζα Μέντες εγκατέλειψε τον αγώνα του και επέστρεψε στη Λισαβώνα στις αρχές Ιουλίου, αφότου η πορτογαλική κυβέρνηση είχε δώσει οδηγία στην ισπανική αστυνομία να γυρίσει πίσω όσους ταξίδευαν με τα έγγραφα που είχε εκδώσει εκείνος.
Σχεδόν όλοι όσοι συμμετείχαν στο προσκύνημα ήταν Εβραίοι. Ο Σόουζα Μέντες ήταν καθολικός, είχε αποκτήσει 15 παιδιά και δεν έκανε «διακρίσεις ανάμεσα σε θρησκείες, φτωχούς και πλούσιους», τονίζει ο Στέρλινγκ, που σήμερα είναι συνταξιούχος δικηγόρος. Πράγματι, οι Εβραίοι αντιπροσώπευαν μόνο το ένα τρίτο όσων παρέσχε βίζα ο πορτογάλος πρόξενος. Στον μακρύ κατάλογο περιλαμβάνονται επίσης μέλη του Οίκου των Αψβούργων και του Λουξεμβούργου, μέλη του υπουργικού συμβουλίου του Βελγίου, καθώς και καλλιτέχνες όπως ο Σαλβαδόρ Νταλί και η ρωσικής καταγωγής σύζυγός του Γκαλά.
Ποτέ δεν είναι αργά
«Η δημοκρατία μας είναι νέα και πρέπει να κάνουμε ακόμη πολλά για να καταλάβουμε το παρελθόν μας», δήλωσε η Σελέστε Αμάρο, αξιωματούχος του πορτογαλικού υπουργείου Πολιτισμού, σχολιάζοντας τη στάση της Πορτογαλίας απέναντι στον Αριστίδες ντε Σόουζα Μέντες