Η αρχαία Τραχίνα ήταν μια μικρή κι ασήμαντη κωμόπολη. Γειτόνευε, βεβαίως, με το ένδοξο βασίλειο της Θήβας, κι είναι βέβαιο ότι οι Τραχιναίοι θα την είχανε μια ζήλεια –ανάλογη της ζήλειας που έχουμε εμείς για τη Γερμανία, π.χ., ή τις ΗΠΑ. Μπορεί και στην αρχαία Τραχίνα να πίστευαν ότι στα περίλαμπρα παλάτια της Θήβας έχουν συμβάλει και εκείνοι, ασφαλώς θύματα εκμετάλλευσης των ηγεμόνων.
Ο,τι κι αν πίστευαν για τον εαυτό τους, πάντως, οι κάτοικοι της Τραχίνας, η πραγματικότητα δεν άλλαζε: δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα μικρό και ανυπόληπτο χωριό. Τίποτα πραγματικά μεγάλο δεν συνέβαινε εκεί. Και οι άνθρωποι ζούσαν την πλήξη τους λατρεύοντας τον Ηρακλή, που θεωρούσαν κάτι σαν προστάτη τους από τους δαίμονες –το σημερινό αντίστοιχο, ας πούμε, του πολιούχου της Θήβας, του Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένη. Στην κοινωνία εκείνη της ακινησίας, μια ημέρα οι γυναίκες του χωριού, οι Τραχίνιες, ανακαλύπτουν ότι ο Ηρακλής δεν είναι ακριβώς ο προστάτης τους αλλά (τι τρομερό!) είναι δαίμονας ο ίδιος, κήρυκας μιας καταστροφής. Της δικής τους καταστροφής. Και καταρρέει μπροστά τους ο κόσμος.
Σε αυτό το φόντο ξετυλίγεται η πλοκή των «Τραχινιών» του Σοφοκλή, ενός από τα πιο ενδιαφέροντα κείμενα του αρχαίου δράματος, που ανεβαίνουν απόψε στην Επίδαυρο, σε παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου σκηνοθετημένες από τον Θωμά Μοσχόπουλο. Είναι φόντο που, τηρουμένων των αναλογιών, θα μπορούσε να παραπέμπει στη σύγχρονη Ελλάδα. Μια χώρα που πορευόταν απρόσκοπτα προς την ευημερία, ώσπου ξαφνικά οι πολίτες της διαπίστωσαν ότι ο τρόπος για να κατακτηθεί αυτή η ευημερία ήταν δηλητηριώδης. Τα χρήματα με τα οποία προοδεύαμε δεν ήταν δικά μας, η πολιτική δεν εξασφάλιζε τη φρόνιμη διακυβέρνηση. Και κάπως έτσι, όταν ό,τι νομίζαμε επωφελές αποδείχθηκε δηλητηριώδες, πήγε και ο δικός μας κόσμος κατά διαβόλου.
Στην υπέροχη αλληγορία του Σοφοκλή, η λύση δίνεται από έναν νέο ηγέτη, τον Υλλο –κατά σύμπτωση είναι γιος του Ηρακλή, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει σημασία από πού κατάγεσαι αλλά αν είσαι έτοιμος για τη δουλειά. Με το που παίρνει στα χέρια του τα ηνία, καλεί τις γυναίκες της Τραχίνας και, κατ’ επέκταση, τους συγχωριανούς του, αν θέλουν να μην παραδοθούν στη δυστυχία να πάψουν να περιμένουν οτιδήποτε από τους θεούς (δεν πρόκειται αυτοί να ασχοληθούν μαζί τους, έχουν πράγματα σοβαρότερα να κάνουν) και να κουνήσουν τα χέρια τους. Επιλέγοντας με βάση τη λογική και εμπιστευόμενοι πρόσωπα –όχι επειδή ξέρουν να λένε ωραία λόγια.
Μας αρέσει να μιλάμε επιδοκιμαστικά για την τρισχιλιετή αρχαιότητα, να λέμε ότι είμαστε κατευθείαν απόγονοι των αρχαίων. Αντί να επαιρόμαστε για έναν πολιτισμό που ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα, θα ήταν απείρως σημαντικότερο να προσπαθήσουμε να τον καταλάβουμε.