Αιωνίως καταραμένοι εραστές, οι Λιζ και Ντικ (όπως ήταν τα χαϊδευτικά τους) ενώθηκαν από έναν έρωτα σαρκοβόρο που, παρεμπιπτόντως, κράτησε πολύ περισσότερα χρόνια από αυτά που καταγράφουν οι «επίσημες» βιογραφίες: το ζευγάρι έσμιξε ενώ, και οι δυο τους, ήταν παντρεμένοι (ο Μπάρτον με την ηθοποιό Σίμπιλ Ουίλιαμς και η Τέιλορ με τον… τέταρτο κατά σειρά σύζυγό της, τον τραγουδιστή Εντι Φίσερ). Και αυτή η ανίερη ένωση εξόργισε μέχρι και το Βατικανό! Που εξέδωσε ανακοίνωση καταδικάζοντας τον έρωτά τους ως «σαρκική αλητεία». Σας κάνει εντύπωση; Κι όμως, ήταν τέτοια η σαρωτική απήχηση του ζευγαριού, που ακόμη και ο Πάπας έπρεπε να πάρει θέση.
Το εκρηκτικό «κοκτέιλ» της σχέσης τους έκανε το ζεύγος εξαιρετικά δημοφιλές στα ταμπλόιντ –για χρόνια, δεν υπήρχε έντυπο του είδους δίχως Μπάρτον και Τέιλορ στο εξώφυλλο τουλάχιστον κάθε δύο εβδομάδες. Στο αμερικανικό «Truth or Dare» είχαν και… εβδομαδιαία μόνιμη στήλη που κατέγραφε τα νέα από το ερωτικό τους μέτωπο.
Η Λιζ και ο Ντικ λοιπόν γνωρίστηκαν στο σετ της πανάκριβης «Κλεοπάτρας», το 1962. Ηταν αυτό που λέμε «έρωτας κεραυνοβόλος». Κι όμως υπάρχει! Μέσα σε λίγες εβδομάδες οι εραστές ανακοινώνουν τα διαζύγιά τους και τους μελλοντικούς τους γάμους «μέσα στο 1964» –στις 15 Μαΐου εκείνης της χρονιάς, για την ακρίβεια. Και μαζί με τις κοινές τους εμφανίσεις στα κοινά, έρχονται και οι κοινές εμφανίσεις στη μεγάλη οθόνη. Η Τέιλορ άλλωστε θαύμαζε απεριόριστα το πομπώδες και άκρως θεατρικό του ύφος που τόσο αντιπαθούσαν οι αμερικανοί κριτικοί (τόσα καταλάβαιναν κι αυτοί).
ΖΗΛΕΥΕ ΤΗ ΛΟΡΕΝ. Στο «The VIPs» του 1963, η ομίχλη εμποδίζει ένα αεροπλάνο να απογειωθεί, καθώς και μια πανέμορφη ηθοποιό να πάρει διαζύγιο. Στο φινάλε, εκείνος κι εκείνη αποφασίζουν να μείνουν μαζί, παρά τις διαφορές τους. Το κλου της υπόθεσης είναι πως στο φιλμ επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει η Σοφία Λόρεν, αλλά η έντρομη Τέιλορ επέμεινε και εντέλει κατόρθωσε να δοθεί ο ρόλος στην ίδια, καθώς ζήλευε αφόρητα την ιταλίδα ηθοποιό. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Μπάρτον θα συνεργαστεί, επιτέλους, με τη Σοφία Λόρεν στο ριμέικ της «Σύντομης συνάντησης».
Στην άλλη μεριά του Ατλαντικού, ο παμπόνηρος Φράνκο Τζεφιρέλι τους αγκαζάρει για τη «Στρίγκλα που έγινε αρνάκι», το 1967, μανιπιουλάροντας διαβολικά τη χιουμοριστική ποιότητα των συγκρούσεών τους. Ενώ στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» της ίδιας χρονιάς ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη σκοτεινή πλευρά των αβυσσαλέων αντιθέσεών τους: ο προερχόμενος από την εργατική τάξη Μπάρτον (που, βέβαια, είχε επιλέξει ως μόνιμο τόπο κατοικίας την Ελβετία από το 1957 για να γλιτώσει τη βαριά φορολογία της χώρας του) αντιδρούσε με βιαιότητα στα καπρίτσια της Τέιλορ κι εκείνη επέστρεφε τις προσβολές του με πρωτοφανή χυδαιότητα. Τα πάντα υπάρχουν στο φιλμ που στέκει ως η πλέον πιστή καταγραφή ενός έρωτα όπου χρειάστηκαν… δύο διαζύγια για να τον βάλουν κάπως στην άκρη. Ο Μπάρτον και η Τέιλορ παντρεύτηκαν και χώρισαν δύο φορές. Το πρώτο τους διαζύγιο, το 1974, διαδέχθηκε ο… δεύτερός τους γάμος, τον Οκτώβριο του 1975. «Ηταν λογικό να χωρίσουμε. Δεν μπορείς να χτυπάς μεταξύ τους δυναμίτες και να μην περιμένεις να εκραγούν», δήλωνε ο ηθοποιός, σίγουρος όμως για το μέλλον της νέας ένωσής τους. Που βάσταξε λιγότερο από έναν χρόνο: τον Ιούλιο του 1976 είχαν χωρίσει ξανά, αυτή τη φορά οριστικά.
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΩΡΙΣΜΟ. Η Τέιλορ βέβαια έκανε άλλους δύο γάμους, το ίδιο και ο Μπάρτον. Τίποτα όμως από εκείνη την αγάπη δεν είχε χαθεί. «Σε αγαπώ και θα σε αγαπώ πάντα. Ελα πίσω σε μένα όσο πιο γρήγορα μπορείς», διαβάζουμε σε ένα από τα πολλά γράμματα που ο Ντικ έγραψε μετά το τελευταίο τους διαζύγιο.
Αλλά κι εκείνη, τελικά, φαίνεται πως δεν τον ξεπέρασε ποτέ: τελευταία επιθυμία τής Ελίζαμπεθ Τέιλορ ήταν να ταφεί μαζί με το τελευταίο γράμμα που της έγραψε ο Μπάρτον λίγο καιρό πριν από τον θάνατό του. Το περιεχόμενό του δεν μαθεύτηκε ποτέ. Και αυτή ίσως και να ήταν η μόνη στιγμή του έρωτά τους που έμεινε μακριά από τις κάμερες, τα αδιάκριτα βλέμματα των κουτσομπολιστών γραφιάδων και των χαιρέκακων θαυμαστών –και μια μικρή νίκη της αγάπης τους. Που δείχνει να βάστηξε πέρα από τον γάμο, μα και τον θάνατο.