Το πράγμα ξεκίνησε στραβά από την αρχή. Οχι ότι μέχρι τότε ο μπροστάρης των Stooges ήταν ένας άγγελος. Η διονυσιακή σκηνική παρουσία του περιλάμβανε το πρώτο καταγεγραμμένο stage-diving (την από σκηνής βουτιά στο κοινό και την πλεύση σε μια θάλασσα από χέρια θαυμαστών), το κύλισμά του σε σπασμένα γυαλιά και τέλος πάντων κατορθώματα που λίγοι είχαν την όρεξη ή τους λόγους να επαναλάβουν.

Εν αναμονή όμως της εμφάνισης των Stooges στο Michigan Palace στη γενέτειρά τους, το Ντιτρόιτ, στις 9 Φεβρουαρίου 1974, ο Ιγκι Ποπ έδωσε μια συνέντευξη σε τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, στην οποία σχεδόν προκάλεσε μια τοπική συμμορία μηχανόβιων με το αποθαρρυντικό όνομα Scorpions σε καβγά. Ισως γιατί σε προηγούμενη συναυλία της μπάντας στην ίδια πόλη ένας από αυτούς είχε μαυρίσει στο ξύλο τον Ιγκι, όχι ακριβώς χωρίς αιτία και αφορμή.

Το τι είχε συμβεί θα το περιέγραφε ο μουσικοκριτικός Λέστερ Μπανγκς σε εκτενές άρθρο του για τον ασυγκράτητο περφόρμερ: «Το κοινό, που αποτελούνταν κυρίως από μηχανόβιους, ήταν ασυνήθιστα εχθρικό και ο Ιγκι, ως συνήθως, τρεφόταν με αυτή την έχθρα, την απορροφούσε, την επέστρεφε και την αφομοίωνε ξανά και ξανά, σε μια μυστηριώδη, τρομακτική συμβίωση. “Εντάξει μαλάκες”, είπε κάποια στιγμή, “θέλετε να ακούσετε το ”Louie, Louie”, θα παίξουμε το ”Louie, Louie””. Και οι Stooges έπαιξαν μια 45λεπτη εκδοχή του, με τον Ιγκι να αυτοσχεδιάζει επιτόπου με στίχους όπως “Μπορείτε να μου φιλήσετε τον κώλο / αδελφούλες μηχανόβιοι” κ.λπ.

Το μίσος στην αίθουσα έγινε ένα τεράστιο κύμα και ο Ιγκι ξεχώρισε έναν ταραξία ιδιαίτερα υβριστικό: “Ακου μαλάκα, ενόχλησέ με άλλη μία φορά και θα κατέβω κάτω και θα σου κόψω τον κώλο”. “Αντε γαμ… κωλόπαιδο”, απάντησε εκείνος. Ο Ιγκι πήδηξε, έτρεξε μέσα στο πλήθος και ο τύπος τον έσπασε στο ξύλο, τελειώνοντας την εκδήλωση με το να στείλει τον τραγουδιστή στον γιατρό (…) Την επομένη οι μηχανόβιοι θα τηλεφωνούσαν στον ραδιοφωνικό σταθμό WABX-FM και θα υπόσχονταν να σκοτώσουν τους Stooges και τον τραγουδιστή τους αν έπαιζαν στο Michigan Palace την επόμενη Πέμπτη».

ΟΜΟΒΡΟΝΤΙΑ. Τελικά η μπάντα έπαιξε και εκείνη η συναυλία ήταν η τελευταία της. Δεν έχασε κανείς τη ζωή του, όχι εκείνο το βράδυ –ύστερα από τρεις δεκαετίες άλλωστε η παρέα θα επανασυνδεόταν. Η 9η Φεβρουαρίου του ’74, ωστόσο, θα αποτυπωνόταν στη μνήμη όλων εξαιτίας των τόσο οξυμμένων πνευμάτων, που στο τσακ δεν συνέβη κάτι πραγματικά κακό. Ηταν μια κυριολεκτική ομοβροντία, λεκτική από τη μεριά του Ιγκι, χειροπιαστή από μερίδα του κοινού. Εκείνος αυτοσχεδίαζε στους στίχους (δηλαδή τους διάνθιζε με μπόλικο βρισίδι που συνήθως είχε στόχο τους γορίλλες των Scorpions) και εκείνοι αποκρίνονταν με κέρματα, μπουκάλια, αυγά, αναψυκτικά.

Τραγούδια διακόπτονταν και ξανάρχιζαν –λες και δεν έφτανε που η μπάντα έπαιζε τόσο χάλια, ώστε στο τραγούδι «Ritch Bitch» έμειναν μόνο τα κρουστά μπας και συντονιστούν -, ο Ιγκι πηγαινοερχόταν στη σκηνή σαν μανιακός και αντιμετώπιζε το γενικό χάος με το τακτ που απαιτούν ατάκες όπως «ευχαριστώ για το αυγό, αλλά αστοχήσατε» ή «πετάξτε ό,τι θέλετε, το κορίτσι σας θα με αγαπάει ακόμα».

Ευτυχώς κάποιος είχε την ιδέα να φέρει μαζί του ένα μικρό μπομπινόφωνο, να ηχογραφήσει τα πάντα και αρκετό καιρό μετά να παραδώσει το υλικό στην μπάντα. Η μαρτυρία της 9ης Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε το 1976 με τον τίτλο «Metallic KO», αποδείχτηκε όμως ότι περιλάμβανε αποσπάσματα και από παλιότερη εμφάνισή τους. Η παρατυπία αποκαταστάθηκε το 1988, με το «Metallic 2x KO» να παρουσιάζει και τις δύο συναυλίες σε όλη τους τη δόξα. Αμφότερες οι εκδοχές του από δυσεύρετες έγιναν γνωστές με τη βοήθεια του Ιντερνετ και του YouTube –και ειδικά η διασκευή του «Louie, Louie», στην οποία ο Ιγκι μπορεί να μη λέει ούτε έναν στίχο σωστά. Το μόνο που ακούγεται πεντακάθαρα βέβαια είναι τα μπουκάλια που προσγειώνονται στη σκηνή, ο ήχος είναι μάλλον απαράδεκτος ακόμα και για ερασιτεχνική ηχογράφηση, αν και αυτό δεν συνιστά υποχρεωτικά μειονέκτημα.

Η ΕΞΗΓΗΣΗ. Το γιατί πάντως ένα ντόπιο κοινό θα φερόταν τόσο άσχημα σε μια ντόπια μπάντα, που μπορεί παλιότερα να χλευαζόταν για τη μουσική ανικανότητά της αλλά πλέον είχε αποκτήσει διεθνή φήμη, δεν εξηγείται μόνο με δεδομένα τα καμώματα του Ιγκι, την παρακμή της μουσικής σκηνής που τον ανέδειξε σαν κάτι πιο ακατέργαστο από τη γενιά των λουλουδιών ή την εγκληματικότητα στο κέντρο του Ντιτρόιτ, που αυξανόταν όσο και τα mall στα προάστιά του.

Ισως η εξήγηση να είναι παρόμοια με εκείνη στις αποδοκιμασίες που άκουσε ο Μπομπ Ντίλαν όταν πρωτοέπιασε ηλεκτρική κιθάρα («Ιούδα» του φωνάζαν μερικοί το ’66) ή οι πρωτοπόροι του νιου γουέιβ Suicide το ’78 στις Βρυξέλλες (τους είχαν πάρει το μικρόφωνο) και τέλος πάντων όσοι προσπάθησαν να οδηγήσουν την τέχνη τους σε μια ριζοσπαστική κατεύθυνση. Ισως πάλι το «Metallic KO» να είναι μια ακόμα απόδειξη ότι η ζωντανή μουσική, εκτός από άριες σε μεγάλες αίθουσες, σημαίνει και συναυλίες, φεστιβάλ, πανηγύρια, με καταστάσεις οριακές. Ή, όπως κατέληγε ο Λέστερ Μπανγκς σε εκείνο το άρθρο, ίσως αυτό το άλμπουμ να είναι απλώς το μόνο γνωστό, «στο οποίο μπορείς κυριολεκτικά να ακούσεις μπουκάλια μπίρας να σπάνε πάνω σε χορδές κιθάρας».