Υπό το βλέμμα των συνοριοφυλάκων, δύο εκσκαφείς τρώνε το λασπωμένο έδαφος της βουλγαρικής μεθορίου. Μόλις ανοίξουν δρόμους θα πιάσουν δουλειά οι χτίστες. Σε λίγους μήνες τα καραβάνια μεταναστών, που αναχωρούν χαράματα από Αδριανούπολη και διασχίζουν μια δασώδη λωρίδα γης για να προσεγγίσουν τη Δύση, θα συναντούν σε αυτό το σημείο κάγκελα και συρματόπλεγμα. Οπως έκανε η Ελλάδα, η Βουλγαρία κατασκευάζει τον δικό της φράχτη στα σύνορα με την Τουρκία. Εκεί όπου κάποτε το σιδηρούν παραπέτασμα κρατούσε τη χώρα στην καραντίνα της σοβιετικής επιρροής ένα νέο τείχος θα ορίζει ξανά τη θέση της με τον έξω κόσμο.
Η μεταναστευτική κρίση ήταν μέχρι πρότινος άγνωστη στη Βουλγαρία. Τους τελευταίους τρεις μήνες όμως έχει γίνει πρώτο θέμα στην εγχώρια επικαιρότητα. Η ανέγερση του φράχτη στα ελληνοτουρκικά χερσαία σύνορα και η εφαρμογή της επιχείρησης Ασπίδα με τη μεταφορά 1.800 ελλήνων συνοριοφυλάκων στον Εβρο μετατόπισε τις μεταναστευτικές διαδρομές βορειότερα. Ενώ το δεύτερο μισό του 2012 το πολύ 100 παράνομα εισερχόμενοι μετανάστες εντοπίζονταν την εβδομάδα στη βουλγαρική γη, ο αριθμός τους ανέβηκε σε 800 ανά εβδομάδα το περασμένο καλοκαίρι. Παρότι το σχέδιο της Frontex, της δύναμης φύλαξης των συνόρων της ΕΕ, απλώνεται και στη Βουλγαρία, στο πλαίσιο της επιχείρησης Γη του Ποσειδώνος, το κύμα της παράνομης μετανάστευσης δεν έχει ανακοπεί.
Το πρωί της περασμένης Πέμπτης η 80χρονη Ανγκέλα Βελίκοβα με υποδέχθηκε στο Γκολιάμ Ντερβέντ, τρία χιλιόμετρα μακριά από τα βουλγαροτουρκικά σύνορα. Το πρόσωπό της έχει περισσότερες ρυτίδες από όσους κατοίκους έχει το χωριό της. «Βοηθάω τους μετανάστες που περνούν από εδώ. Τους δίνω φαγητό», μου είπε. «Δεν νομίζω ότι είναι απαραίτητο να μπει αυτός ο φράχτης ανάμεσά μας».
Η βουλγαρική κυβέρνηση όμως έχει διαφορετική γνώμη. Οι εργασίες έχουν ήδη αρχίσει από τις 24 Οκτωβρίου. «Πρόκειται για μια δύσβατη περιοχή με βουνά και δάση που δεν μπορούμε να την παρακολουθήσουμε. Γι’ αυτό την επιλέξαμε», λέει ο βούλγαρος υπουργός Αμυνας Ανγκελ Ναϊντένοφ. Ο φράχτης θα ξεδιπλωθεί σε 33 χιλιόμετρα. Θα έχει 3 μέτρα ύψος και 1,27 μέτρο πάχος. Θα είναι ζωσμένος με κοφτερό συρματόπλεγμα και θα εκτείνεται από το Λέσοβο μέχρι το Κραΐνοβο.

ΦΤΗΝΗ ΛΥΣΗ. Ο 24χρονος Μαζέν Μουσταφά είναι ένας από τους πρόσφυγες που πρόλαβαν να πατήσουν στη βουλγαρική γη προτού αποκλειστεί. Κατάγεται από το Χαλέπι της Συρίας και πριν από δύο μήνες έφτασε στη Βουλγαρία μαζί με τον αδελφό και άλλους τέσσερις συμπατριώτες του περπατώντας από την Αδριανούπολη της Τουρκίας. Το ταξίδι κόστισε 500 ευρώ. Η είσοδος στην ΕΕ μέσω Βουλγαρίας είναι μια φτηνή λύση για μετανάστες και διακινητές. Το πέρασμα στην Ελλάδα κοστίζει συνήθως τετραπλάσια.
Αφού πέρασε τρεις ημέρες σε ένα κελί ο Μουσταφά υπέβαλε αίτημα για άσυλο και στάλθηκε στη Σόφια, σε ανοιχτό κέντρο υποδοχής. Εκεί τον συναντώ, σε ένα πρώην σχολείο στη βιομηχανική ζώνη Βοένα Ράμπα. Μοιράζεται μια πρώην αίθουσα διδασκαλίας με άλλους 55 ανθρώπους. Πριν από χρόνια αυτό το επαγγελματικό λύκειο εκπαίδευε μελλοντικούς ξυλουργούς. Τώρα τα μαδέρια, μαζί με πανιά, χρησιμεύουν για να οροθετούν τα «δωμάτια» των προσφύγων. Σε κάθε σχολική αίθουσα έχει στηθεί ένας μικρός καταυλισμός. «Οταν ήρθαμε δεν υπήρχε θέρμανση ή ζεστό νερό. Η κατάσταση βελτιώθηκε αλλά δεν μπορώ να ζω έτσι. Θέλω να φύγω από εδώ, να πάω στην Ολλανδία», λέει ο Μουσταφά.
Από τα επτά κέντρα υποδοχής προσφύγων που λειτουργούν στη Βουλγαρία τα τέσσερα μετρούν λίγους μήνες ζωής. Δεν επαρκούν. Τα αιτήματα για άσυλο μέσα σε έναν χρόνο έχουν εννεαπλασιαστεί. Στη Βοένα Ράμπα μένουν 737 άνθρωποι, Σύροι στην πλειονότητά τους, γονείς μαζί με τα παιδιά τους. Την προηγούμενη εβδομάδα ένας μετανάστης πέθανε από ανακοπή. Πρόσφατα μια 32χρονη αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει καταπίνοντας μια χούφτα χάπια. Στη Βραζντέμπνα, ένα ακόμη πρώην σχολείο, φιλοξενούνται 398 πρόσφυγες. Εκεί η κατάσταση είναι πιο ελεγχόμενη. Σε καθέναν από τους τέσσερις ορόφους έχουν τοποθετηθεί κάμερες ασφαλείας. Ακόμα δεν έχει εξαντληθεί η χωρητικότητα του κτιρίου.

Δεν είναι υποχρεωμένοι όλοι να μείνουν εκεί. Οπως μου εξηγεί ο Μπόρις Τσεσίρκοφ, εκπρόσωπος της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στη Σόφια, εάν κάποιος μετανάστης έχει χρήματα μπορεί να νοικιάσει διαμέρισμα στην πόλη, αρκεί να δηλώσει τη διεύθυνση. Εφόσον το κάνει όμως παραιτείται εφ’ όρου ζωής από την κρατική πρόνοια. Οσοι μένουν στα κέντρα μέχρι να κλείσει ο φάκελός τους λαμβάνουν 33 ευρώ τον μήνα από το κράτος. Μπορούν να κυκλοφορούν στην πόλη από το χάραμα μέχρι τις 10.30 το βράδυ.

Η βουλγαρική κοινωνία όμως δεν μοιάζει έτοιμη να τους ενσωματώσει. «Φοβούνται το άγνωστο οι ντόπιοι. Δεν γνωρίζουν ότι αυτοί οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή», λέει ο Τσεσίρκοφ και αποδίδει τη στάση της κοινής γνώμης στον αποκλεισμό της σοβιετικής περιόδου. Το 1976 άλλωστε ο βούλγαρος ποιητής Λιούμπομιρ Λέφτσεφ έγραψε σε ένα έργο του: «Μια συνοριακή γραμμή περνά από τις καρδιές μας/ και είμαστε όλοι φρουροί της, φρουροί/ της αυστηρής πατρίδας –του Κομμουνισμού». Οπως παρατηρεί και ο Σπύρος Σφέτας, αναπληρωτής καθηγητής Βαλκανικής Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, «τα βουλγαροτουρκικά σύνορα φυλάσσονταν αυστηρά τη δεκαετία του ’80. Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν σε έξαρση και επηρέαζε τις διμερείς σχέσεις».

Στα χρόνια των κλειστών συνόρων η βουλγαρική κοινωνία είχε μυθοποιήσει τους φορτηγατζήδες.

Τους θεωρούσαν «στρατιώτες», «πρεσβευτές», «διπλωμάτες». Ηταν οι μόνοι που μπορούσαν νόμιμα να διασχίσουν το παραπέτασμα. Σήμερα οι παράνομα εισερχόμενοι μετανάστες είναι για τη βουλγαρική κοινή γνώμη «εισβολείς». Το πρόσφατο μαχαίρωμα της νεαρής Βικτόρια Χρίστοβα από αλγερινό μετανάστη προκάλεσε ξέσπασμα εγκλημάτων μίσους. Ανάμεσα στα θύματα είναι και ένας Βούλγαρος. Τον πέρασαν για μετανάστη λόγω της μελαψής επιδερμίδας του, τον έδειραν στην οδό Πιρότσκα της Σόφιας και τον παράτησαν ημιθανή, σε κώμα.

Στο κέντρο υποδοχής της Βοένα Ράμπα ο Σύρος Αχμέντ Χασίντ ελπίζει να αρθούν κάποτε οι προκαταλήψεις. Εχει ζήσει μερικά χρόνια στην Ελλάδα, προτού φτάσει στην Ολλανδία και από εκεί έχει σταλεί στη Βουλγαρία. «Βλέπεις τα χέρια μου;» μου λέει σε σπαστά ελληνικά. «Οπως όλα τα δάχτυλα δεν είναι ίδια, έτσι είναι και οι άνθρωποι. Δεν είναι όλοι καλοί ή όλοι κακοί».

Ο «παλιατζής» της Βοένα Ράμπα

Οι συνθήκες κράτησης ή φιλοξενίας των μεταναστών δεν είναι ίδιες σε κάθε δομή της Βουλγαρίας. Το χειρότερο κέντρο, σύμφωνα με τους διεθνείς παρατηρητές, βρίσκεται στο Χάρμανλι. Εκεί 1.176 άνθρωποι στοιβάζονται σε σκηνές με πανί λίγο πιο χοντρό από ένα πουκάμισο. Ο εκπρόσωπος της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στη Σόφια Μπόρις Τσεσίρκοφ είδε πρόσφατα στο Χάρμανλι ένα βρέφος τριών μηνών να υποφέρει από πνευμονία.

Οπως διαφέρουν όμως τα κέντρα υποδοχής, έτσι διαφέρουν και οι άνθρωποι που φιλοξενούνται σε αυτά. Στη Βοένα Ράμπα της Σόφιας ο 40χρονος Σύρος Αντέλ Μοχάμεντ Μαλάγια κουβαλά μια ασυνήθιστη ιστορία. Ζούσε στην Ελλάδα εννέα χρόνια. Μου λέει ότι δούλευε ως ηλεκτρολόγος αλλά και ως υδραυλικός στη Μεταμόρφωση Αττικής. Επέστρεψε στην πατρίδα του όταν έληξε η άδεια διαμονής του και επιχείρησε να μπει ξανά στην ΕΕ μέσω Βουλγαρίας αυτή τη φορά.

Στη Βοένα Ράμπα τον φωνάζουν «παλιατζή». Στον πρώτο όροφο του παλιού σχολείου έστησε ένα μίνι μάρκετ. Με 200 δολάρια που του έστειλε συγγενής του αγόρασε σοκολάτες και αναψυκτικά και τα πουλάει στους άλλους πρόσφυγες. «Δεκαπέντε λέβα την ημέρα βγάζω. Τι να κάνω;» λέει. «Περιμένω εδώ μπας και βγάλω χαρτιά. Ισως τα καταφέρω. Στην Ελλάδα θα ήταν δύσκολα».

«Ο φράχτης δεν έχει σχέση με την Ελλάδα»

Εκπρόσωποι της βουλγαρικής κυβέρνησης απαντούν σε ερώτηση των «ΝΕΩΝ» ότι η απόφασή τους για κατασκευή του φράχτη δεν σχετίζεται με τον φράχτη που έχει ήδη φτιάξει η Ελλάδα στον Εβρο. Το βουλγαρικό τείχος θα κοστίσει περίπου 2,5 εκατομμύρια ευρώ και μέσα στην επόμενη εβδομάδα θα ολοκληρωθεί η διαδικασία των προσφορών για να βρεθεί ανάδοχος.

Οπως επισημαίνει η βουλγαρική πλευρά, σκοπός του έργου θα είναι να κατευθύνει πρόσφυγες και μετανάστες στα επίσημα σημεία ελέγχου των συνόρων και να περιορίσει την παράνομη είσοδο. «Σας διαβεβαιώ ότι σήμερα δεν πέρασε ούτε ένας παράνομα τα σύνορά μας», είπε ο βούλγαρος υπουργός Αμυνας κατά την επίσκεψή μου στον χώρο όπου θα χτιστεί ο φράχτης.

Οι μετανάστες των οποίων οι αιτήσεις ασύλου εκκρεμούν μπορούν να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες ή να τους δοθεί άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Στην πρώτη περίπτωση θα έχουν τη δυνατότητα να ταξιδεύουν εντός της ΕΕ και να μένουν για 90 ημέρες σε κάθε χώρα. Στη δεύτερη θα υπόκεινται στους περιορισμούς της βίζας που θέτει κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ.