Λατρεύετε το διάβασµα. Δεν σας ενδιαφέρει αν η ιστορία που θα διαβάσετε είναι τυπωµένη σε χαρτί ή αν βρίσκεται στην οθόνη της ταµπλέτας σας. Σηµασία έχει εκείνη η µοναδική, απολαυστική εµπειρία: το διάβασµα. Μήπως όµως το τελευταίο διάστηµα στο λεξιλόγιό σας, εκτός από τα ονόµατα των αγαπηµένων σας συγγραφέων, έχουν προστεθεί ακόµη κάποια ονόµατα που µέχρι χθες σας ήταν άγνωστα, όπως τα Goodreads, Booktalk και Lecturalia;
Δεν είναι παρά οι νέες λέσχες αναγνωστών. Μόνο που οι συζητήσεις, οι κριτικές και οι αναγνώσεις δεν γίνονται γύρω από ένα τραπέζι σε διά ζώσης συναντήσεις, αλλά μέσα από νέες διαδικτυακές πλατφόρμες που λειτουργούν όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η νέα τάση εξαπλώνεται με ταχύτατους ρυθμούς και πλέον ο κόσμος του βιβλίου μιλά για έκρηξη των διαδικτυακών λεσχών βιβλίου. Προτάσεις υπάρχουν για όλα τα γούστα. Μπορεί να επιλέξει κάποιος την Goodreads, που παρακολουθεί τα πιο εμπορικά βιβλία και ανήκει στην Amazon με 25 εκατ. εγγεγραμμένα μέλη. Μπορεί όμως να ενταχθεί σε μια περισσότερο εναλλακτική και εξειδικευμένη, όπως για παράδειγμα την theromancebookclub.com.
Kαι βεβαίως έχουν οργανωθεί λέσχες για όλες τις γλώσσες. Από το Lecturalia που απευθύνεται στο ισπανόφωνο κοινό έως το κινέζικο Douban με τους 68 εκατ. χρήστες το οποίο προσείλκυσε το ενδιαφέρον διανοουμένων από όλο τον κόσμο, που διοργάνωσαν fora αποδοκιμασίας της αυστηρής λογοκρισίας στην οποία υπόκειται από την κινεζική κυβέρνηση.
Σε αυτό το κλίμα το ίδρυμα Γερμάν Σάντσεζ Ρουιπέρεθ, το οποίο εδώ και τρεις δεκαετίες ασχολείται με τη διάδοση της ισπανικής γλώσσας, τώρα βάζει ένα νέο στοίχημα, το Lectyo.
O δημιουργός του Λουίς Γκονζάλεθ, λέει η ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς», που είχε τη φαεινή ιδέα ενώ περίμενε την πτήση του για τη Λισαβόνα, πιστεύει ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια για να καινοτομήσει κάποιος στον συγκεκριμένο τομέα. «Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πολύ ισχυρό εργαλείο και θαυμάζω όσα έχει πετύχει έως τώρα η Goodreads, αλλά ακόμη δεν έχουν στα χέρια τους επαρκείς συνεργάτες. Ηρθε η ώρα οι αναγνώστες, οι συγγραφείς και όσοι εμπλέκονται στη βιομηχανία του βιβλίου να αρχίσουν έναν διάλογο σε έναν χώρο χωρίς επιρροές από εξωτερικά συμφέροντα».
Η δική του προσπάθεια θα επιχειρήσει να λειτουργήσει ως γέφυρα για όλους τους ισπανόφωνους αναγνώστες που θέλουν να έχουν διάδραση τόσο με τους συγγραφείς όσο και με τους εκδότες, ώστε να ανακαλύψουν λογοτεχνικές προτάσεις που βρίσκονται στο περιθώριο, πέρα από τις αυστηρά εμπορικές. Και δεν θα λειτουργεί με το χαρακτηριστικό σύστημα που λειτουργούν οι λέσχες όπως η Goodreads, δηλαδή της βαθμολογίας για την αξιολόγηση των βιβλίων.
«Εχουμε αποφασίσει να μην υιοθετήσουμε το συγκεκριμένο σύστημα διότι καταλήγει τελικά να διαμορφώνει μια τάση του συρμού» λέει ο Λουίς Γκονζάλεθ.«Μας ενδιαφέρει να δημιουργήσουμε έναν χώρο συζήτησης όπου θα μπορεί κάποιος να μιλήσει και για μικρές εκδόσεις και για τη λογοτεχνική αξία τους, και όχι μόνο για εκείνες που έχουν μεγάλη υποστήριξη».
Κάθε εναλλακτική προσπάθεια δημιουργίας μιας διαδικτυακής λέσχης ανάγνωσης όμως καλείται να ανταγωνιστεί το μεγαθήριο που έχει θέσει τους κανόνες του παιχνιδιού και ουσιαστικά λειτουργεί ως ο απόλυτος κυρίαρχος, την Goodreads. Το συγκεκριμένο κοινωνικό δίκτυο μετρά περισσότερους από 25 εκατ. χρήστες. Επτά στους δέκα είναι γυναίκες και οι σχεδόν μισοί είναι κάτω των 30 ετών. Οσον αφορά τη χώρα προέλευσης, περίπου οι μισοί –περί το 45% –βρίσκονται εκτός ΗΠΑ και εντός Ευρώπης. Στη βάση δεδομένων είναι καταγεγραμμένες περισσότερες από 360 εκατ. κριτικές και χιλιάδες λέσχες βιβλίου που βρίσκονται διάσπαρτες στο Διαδίκτυο με ό,τι θεματική μπορεί να φανταστεί κάποιος γύρω από τη λογοτεχνία.
«Η ιδέα για τη δημιουργία της Goodreads μου ήρθε εν είδει αποκάλυψης στο σπίτι ενός φίλου, ενώ κοιτούσα τη βιβλιοθήκη του και σκέφτηκα ότι όλο αυτό ήταν ένα χρυσωρυχείο» λέει ο δημιουργός και πρόεδρος της Goodreads, Οτις Τσάντλερ. Το όραμά του ωστόσο μπήκε σε άλλες ράγες όταν πούλησε την εταιρεία του στην Amazon για 780 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Μπλούμπεργκ. Ενα από τα πρώτα μέτρα που ελήφθησαν από τους νέους ιδιοκτήτες ήταν να εξαλειφθούν οι κριτικές, που σύμφωνα με την Amazon, ήταν επιθετικές έναντι των συγγραφέων. Εκτοτε έχουν ανθήσει τα σχόλια των αναγνωστών και ταυτοχρόνως και ο φόβος ότι μια δημοκρατική πλατφόρμα θα εξαφανιστεί υπό το βάρος και τις απαιτήσεις της βιομηχανίας.
Στο Διαδίκτυο, και όχι μόνο, υπάρχει γενικότερα αρκετός σκεπτικισμός σε σχέση με τις κατευθύνσεις που παίρνει το φαινόμενο των διαδικτυακών λεσχών, το οποίο γεννήθηκε αυθόρμητα από την ανάγκη των αναγνωστών να μοιράζονται τις εντυπώσεις τους για τα βιβλία που διαβάζουν. Το Bookish, η ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης που έχουν συστήσει οι εκδοτικοί οίκοι Ασέτ, Πένγκουιν και Σάιμον και Σούστερ, έχει υποστεί δριμεία κριτική επειδή προβάλλει στους χρήστες του μόνο βιβλία των συγκεκριμένων εκδοτικών οίκων. Οι «Forbes» χαρακτήρισαν την πώληση της Goodreads στην Amazon ως «μια χαμένη ευκαιρία» για τους εκδότες. Το Bookish δε, πωλήθηκε και αυτό προ μηνός στην εταιρεία διανομής Zola.
Οι εκδότες παρακολουθούν το φαινόμενο ψύχραιμα και με ενδιαφέρον. «Κατ’ αρχάς θεωρούμε το φαινόμενο πολύ θετικό επειδή οποιοσδήποτε χώρος μιλάει για το βιβλίο μάς ωφελεί» λέει η Μπλάνκα Ρόζα Ρόκα, ιδιοκτήτρια του οίκου Ρόκα. «Είναι γεγονός ότι σε αυτές τις σελίδες μπορεί ο καθένας να πει τη γνώμη του και είναι επίσης βέβαιο ότι οι αναγνώστες εμπιστεύονται περισσότερο ο ένας την άποψη του άλλου, παρά τη γνώμη του κριτικού». Επισημαίνει μάλιστα ότι έχει παρατηρηθεί πτώση στην επιρροή των κλασικών μέσων ενημέρωσης. «Παλιά ήξερες ότι αν τη μία ημέρα έμπαινε ένα βιβλίο στα πολιτιστικά ένθετα των εφημερίδων, την επομένη πωλούσες αντίτυπα. Αυτό έχει αλλάξει».
Η συγγραφέας, βραβευμένη με το βραβείο Ναδάλ, Κάρμεν Αμοράγα πιστεύει ότι οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης έχουν αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο. «Ειλικρινά δεν μπορώ να τους βρω ένα μειονέκτημα. Πιστεύω ότι η διεύρυνση ενός χώρου, στον οποίο οι αναγνώστες θα μπορούν να συζητήσουν για βιβλία είναι πρόοδος» λέει και προσθέτει ότι ναι μεν η λογοτεχνική κριτική είναι απαραίτητη, αλλά και ότι κατανοεί το γεγονός ότι «οι αναγνώστες προτιμούν να εμπιστευτούν κάποιον που ξέρουν τις προτιμήσεις του, από τη γνώμη ενός ειδικού».
Το βασικό ερώτημα είναι αν αυτά τα δίκτυα ωφελούν πραγματικά τους αναγνώστες. «Πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι» εκτιμά η ερευνήτρια του Πανεπιστημίου του Βόρειου Τέξας, Τζόι Χολτ, η οποία έχει γράψει μια μελέτη για τα οφέλη των διαδικτυακών κοινωνιών σχετικά με το διάβασμα στους εφήβους.
«Δεν έχει νόημα να δαιμονοποιούμε τα πράγματα» λέει ο πρώην υπουργός Πολιτισμού, Σεζάρ Αντόνιο Μολίνα. «Πρέπει να θυμόμαστε ότι το καλό και το κακό στο Διαδίκτυο εξαρτάται από το περιεχόμενο που δημοσιεύουν οι χρήστες».
Οπως και να έχουν τα πράγματα θα πρέπει να υπάρξει αλληλοκατανόηση ανάμεσα στο βιβλίο και στα κοινωνικά δίκτυα. «Θα ήταν παράλογο να μη συνειδητοποιήσουν όλοι ότι αυτό είναι το μέλλον» είναι η άποψη του Λουίς Γκονζάλεθ, «πατέρα» του Lectyo. «Νομίζω ότι ο χρήστης πρέπει να ζητά κάθε φορά όλο και περισσότερη ανεξαρτησία διότι οι αναγνώστες, όπως και οι προσωπικότητες, είναι πολύ διαφορετικοί. Και οι απόψεις του συρμού μάς ισοπεδώνουν όλους». Ο ιδρυτής της Goodreads προτιμά να είναι λακωνικός: «Αυτά που συμβαίνουν με τις σημερινές διαδικτυακές λέσχες, δεν είναι παρά η φυσική εξέλιξη αυτού που συμβαίνει εδώ και αιώνες: ο κόσμος χαίρεται να μιλά για τα βιβλία που διαβάζει και να μοιράζεται τις σκέψεις του γι’ αυτά».