Τον φόρτο εργασίας αλλά και τις… κακές υποδομές επικαλείται το υπουργείο Οικονομικών για τις αναιτιολόγητες καθυστερήσεις στην καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, επιβεβαιώνοντας το χθεσινό δημοσίευμα των «ΝΕΩΝ», «Το φιάσκο των καυσίμων».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, δύο χρόνια μετά την εφαρμογή του νόμου για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, μόλις… 500 σε σύνολο 2.200 πρατηρίων που έχουν εγγραφεί πανελλαδικά στο Μητρώο της Γενικής Γραμματείας Πληροφορικών Συστημάτων έχουν αρχίσει να της αποστέλλουν στοιχεία με τις αγορές και πωλήσεις των καυσίμων τους, προκειμένου μετά εκείνη να κάνει διασταυρώσεις.

«Σε έναν ανύπαρκτο σχεδιασμό, χωρίς να μελετηθούν τα επιμέρους προβλήματα και με απόλυτη ευθύνη των συναρμόδιων υπουργείων οφείλεται η καθυστέρηση μετάδοσης των στοιχείων από τα πρατήρια στη ΓΓΠΣ. Ελπίζουμε όχι μόνο να τακτοποιηθεί η εκκρεμότητα, αλλά και να επεκταθεί επιτέλους το σύστημα, όπως δεκάδες φορές έχει εξαγγελθεί, σε διυλιστήρια, εταιρείες και παντός είδος σημεία αποθήκευσης καυσίμων, μέτρο που εκκρεμεί για τουλάχιστον ένα χρόνο» αναφέρει ο Δ. Μακρυβέλιος, σύμβουλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ).

Στη χθεσινή ανακοίνωσή της, η ΓΓΠΣ επικαλείται ως αιτία για τη δυστοκία εφαρμογής του συστήματος εισροών – εκροών ότι «βρισκόμαστε σε περίοδο υποβολής φορολογικών δηλώσεων και παράλληλα ετοιμάζεται η εφαρμογή για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος» και «η διασύνδεση όλων των πρατηρίων με τη ΓΓΠΣ να πρέπει να γίνει με ομαλό και γραμμικό τρόπο για να μη διαταραχθεί η ισορροπία των συστημάτων της».